Κυριάκος Μητσοτάκης: Ο υπουργός Παιδείας και τα επτά «Κ»

Με πολύ μεγάλη έκπληξη άκουσα την κατάληξη της τοποθέτησης του κυρίου Υπουργού Παιδείας και την διάλεξη περί της ουσίας του διαλόγου, ο οποίος πρέπει να διεξάγεται εντός αυτής της Αιθούσης, αλλά και εκτός αυτής.


Κύριε Υπουργέ, μιλάτε σοβαρά; Δεν προηγήθηκε κανένας απολύτως διάλογος του νομοσχεδίου, το οποίο καταθέσατε. Επικαλεστήκατε το κατεπείγον, όταν είχατε τη δυνατότητα τα λίγα πραγματικά κατεπείγοντα ζητήματα να τα εντάξετε σε άλλο νομοσχέδιο και να δώσετε επαρκή χρόνο να συζητηθεί ένα νομοσχέδιο, το οποίο κάνει πολύ σημαντικές παρεμβάσεις στη δευτεροβάθμια αλλά και την τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Αυτός είναι ο πραγματικός διάλογος τον οποίο θέλετε να κάνετε, όχι μόνο εντός της Βουλής, αλλά και εκτός της Βουλής; Και πότε το κόμμα το οποίο εσείς σήμερα εκπροσωπείτε, συμμετείχε αλήθεια σε οποιονδήποτε πραγματικό διάλογο για την παιδεία;

Κανένας διάλογος δεν έγινε και νομίζω ότι δεν έχετε καμία πρόθεση να κάνετε κανένα διάλογο. Διότι όταν ισχυρίζεστε σοβαρά ότι θα αναρτήσετε ένα νομοσχέδιο για διαβούλευση για κάποιες ημέρες, καταλαβαίνουμε ακριβώς ποιες είναι οι πραγματικές σας προθέσεις: Να τελειώνετε μια ώρα αρχύτερα με τη διαδικασία της νομοθέτησης, για να μπορέσετε να εκπληρώσετε την πραγματική σας αποστολή, η οποία πιστεύω ότι είναι απολύτως ξεκάθαρη, όταν διαβάζει κανείς το παρόν νομοσχέδιο.

Άκουσα τον Πρωθυπουργό στην απάντηση την οποία έδωσε στον κ. Θεοδωράκη να κάνει μια αναφορά στο ν. 4009/2011, ο οποίος ψηφίστηκε σε αυτήν εδώ πέρα την Αίθουσα τον Αύγουστο 2011, και να ισχυρίζεται περίπου ότι ο νόμος αυτός και η υπερκομματική πλειοψηφία η οποία διαμορφώθηκε, ήταν πρόκριμα μιας κυβέρνησης συνεργασίας, άρα επί της ουσίας ένα κοινοβουλευτικό πείραμα για το πώς θα διαμορφωθούν οι επόμενοι κομματικοί συσχετισμοί.
Επιτρέψτε μου να αποκαταστήσω λίγο την αλήθεια. Η Νέα Δημοκρατία τότε προβληματιζόταν έντονα αν έπρεπε να ψηφίσει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο και η υπέρβαση προφανώς έγινε από τη Νέα Δημοκρατία, διότι το νομοσχέδιο αυτό ήταν το νομοσχέδιο το οποίο εισηγήθηκε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.

Πιστεύω ότι και με τη δική μου προσωπική ενθάρρυνση και παρότρυνση αποφασίσαμε να ψηφίσουμε το νομοσχέδιο αυτό. Διότι παρότι είχαμε επιφυλάξεις και ενστάσεις για κάποια συγκεκριμένα άρθρα του, πιστεύαμε πραγματικά ότι αντιμετώπιζε ριζικά και ουσιαστικά χρόνιες παθογένειες της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Κανένα πρόκριμα κομματικής συνεργασίας δεν υπήρχε. Υπήρχε όμως από πλευράς της Νέας Δημοκρατίας η διάθεση να ξεπεράσουμε παραδοσιακά κομματικά στεγανά, να δούμε επιτέλους την αλήθεια κατάματα και να αντιμετωπίσουμε αυτές τις παθογένειες στηρίζοντας ένα νομοσχέδιο, το οποίο τότε το έφερε εδώ πέρα σε αυτή την Αίθουσα ο παραδοσιακός πολιτικός μας αντίπαλος. Και το κάναμε και ήμασταν υπερήφανοι που το κάναμε.

Πράγματι, βρέθηκαν διακόσιοι πενήντα πέντε Βουλευτές που στήριξαν αυτή την προσπάθεια, την οποία έρχεστε εσείς τώρα σιγά-σιγά και θέλετε να την ξηλώσετε.

Διότι το νομοσχέδιο το οποίο συζητάμε σήμερα επί της ουσίας εξυπηρετεί δύο σκοπούς. Ο πρώτος είναι το συστηματικό ξεχαρβάλωμα της εκπαίδευσης, δευτεροβάθμιας, αλλά και τριτοβάθμιας, στο όνομα ενός νεοκομμουνιστικού εξισωτισμού. Θα επανέλθω σε αυτό τον όρο. Μη γελάτε, κύριε Υπουργέ, γιατί θα επανέλθω σε αυτό τον όρο. Και προσέξτε μήπως εκτεθείτε.

Ο δεύτερος σκοπός, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ο ασφυκτικός έλεγχος της διοίκησης της εκπαίδευσης από το κόμμα και από τους συνδικαλιστές, οι οποίοι εδώ και πολλά χρόνια έβλεπαν την παιδεία ως το προσωπικό τους παραμάγαζο.
Νομίζω ότι όλες οι πρωτοβουλίες διακρίνονται από μία ιδεολογική εμμονή. Θα σας εξηγήσω μετά γιατί το λέω αυτό. Αυτό το οποίο αποκαλούμε «αστική παιδεία» πρέπει να υπονομευτεί. Αξίες, όπως η προσπάθεια, η άμιλλα, η αυτονομία της σκέψης, έννοιες, όπως η διασύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή και την αγορά ή όπως η αξία ενδεχομένως της βασικής έρευνας, πρέπει να απονομιμοποιηθούν, όλα αυτά τελικά να λιώσουν στο καμίνι της ταξικής πάλης.

Γιατί τα λέω αυτά, θα μου πείτε. Είναι δυνατόν να λέγονται τέτοιες κουβέντες σε μια αίθουσα τον 21ο αιώνα, να κάνει κανείς τέτοιες αναφορές σε νεοκομμουνιστικές ιδεολογίες;

Δεν θα το έκανα, κύριε Υπουργέ, αν δεν διάβαζα με πολύ ενδιαφέρον ένα άρθρο το οποίο δημοσιεύσατε, όχι πριν από τριάντα χρόνια –τότε θα μπορούσα ενδεχομένως να το αντιληφθώ, πολλοί εξάλλου αγάπησαν τον κομμουνισμό στα νιάτα τους-, αλλά ένα άρθρο το οποίο δημοσιεύσατε στις 4 Ιανουαρίου 2015, δηλαδή κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, το οποίο τιτλοφορείται «Τα επτά Κ». Ποιο είναι το έβδομο «Κ»;

Θα κάνω πλήρη χρήση του χρόνου μου, κύριε Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σας διαβάζω: «Το έβδομο Κ ας το αφήσουμε προσωρινά ασχολίαστο, γιατί είναι αυτό που διέπει και συνενώνει όλα τα παραπάνω Κ. Είναι το Κ του κομμουνισμού, όπως η ιδέα του έχει ήδη αρχίσει να ανανεώνεται και να εμπλουτίζεται από τη δράση και τη σκέψη αμέτρητα πολλών σε ολόκληρο τον κόσμο».

Κύριε Υπουργέ, να είστε προσεκτικός, λοιπόν, όταν γελάτε στις αναφορές μου περί νεοκομμουνισμού, διότι εσείς ο ίδιος τις υιοθετήσατε σε εκείνο το οποίο γράψατε μόλις πριν από λίγους μήνες. Εξάλλου, δώσατε ένα δείγμα γραφής πάρα πολύ ξεκάθαρο στις Προγραμματικές Δηλώσεις.
Γιατί εξανίσταστε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι;

ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΣΤΑΜΠΟΥΛΗ: ... (δεν ακούστηκε).

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Α, λέω. Γιατί διαβάζω πράγματα τα οποία έχουν γραφτεί.
Εξάλλου, ο Υπουργός ήταν πολύ σαφής στις Προγραμματικές Δηλώσεις. Έδωσε το στίγμα του.
Η φράση την οποία είπατε περί «αριστείας» και περί «ρετσινιάς» έχει καταγραφεί στο συλλογικό υποσυνείδητο του ελληνικού λαού. Νομίζω ότι οποιοσδήποτε λογικά σκεπτόμενος πολίτης αυτό το οποίο θα ήθελε είναι να προάγει -σας το είπε και ο Εισηγητής μας, ο κ. Φορτσάκης, αλλά επιλεκτικά αναφερθήκατε στην ομιλία του, διότι εγώ θεωρώ ότι σας άσκησε μια πολύ σκληρή κριτική ως προς την ουσία του νομοσχεδίου- την ισότητα των ευκαιριών, κύριε Υπουργέ, όχι την ισότητα του αποτελέσματος. Έτσι δεν είναι;

Δεν μπορεί να προδιαγράψει κανείς το πού θα καταλήξει κάποιος. Δεν έχουν όλοι, όπως εσείς και εγώ, την τύχη να φοιτήσουν σε ιδιωτικά σχολεία. Οι πιο πολλοί θα περιοριστούν στη δημόσια εκπαίδευση.
Αλλά νομίζω ότι αυτό το οποίο εσείς επιχειρείτε και μέσα από αυτό το νομοσχέδιο είναι την ισότητα του αποτελέσματος και κυρίως έναν εξισωτισμό προς τα κάτω.

Γιατί φυσικά όταν η δημοσιονομική ανάγκη καταπίνει ολόκληρο και αχώνευτο, όπως φαίνεται, το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, κάπου θα πρέπει να ξεσπάσουν οι αριστερές ιδεοληψίες σας. Το είδαμε στην περίπτωση του Σάββα Ξηρού, το είδαμε στην περίπτωση κάποιων διατάξεων στο νομοσχέδιο Κατρούγκαλου, το είδαμε στις υπόλοιπες διατάξεις του νομοσχεδίου της δικαιοσύνης και τώρα το βλέπουμε και στο νομοσχέδιο για την παιδεία.
Και δεν μπορείτε τελικά να ξεφύγετε από αυτόν τον δογματισμό μιας μικρής Αριστεράς, η οποία σπεύδει να βάλει ταξικό πρόσημο στα πάντα, μέχρι και στην ίδια τη βαθμολογία. Δεν την αντέχετε την αριστεία. Γιατί νομίζω ότι η έννοια της αριστείας την οποία εκφράζετε εσείς είναι η μετριότητα. Δεν την αντέχετε την αριστεία, λοιπόν. Δεν τους αντέχετε τους αρίστους, γιατί τελικά είστε η Αριστερά η οποία εκφράζει τη μετριότητα.

Και άκουσα με ενδιαφέρον τον Πρωθυπουργό να υπερασπίζεται τους «αιώνιους» φοιτητές. Γιατί άραγε υπερασπίστηκε ο Πρωθυπουργός με τόσο ενδιαφέρον σήμερα τους φοιτητές; Δεν ξέρω. Μήπως γιατί ο ίδιος άνηκε στην ίδια κατηγορία; Δεν ξέρω. Αν κρίνω, τουλάχιστον από δηλώσεις καθηγητών δεν ξέρω πότε τελείωσε ο Πρωθυπουργός και πόσο μπορεί να του πήρε για να ολοκληρώσει τις σπουδές του και τι τον απασχολούσε στα φοιτητικά του χρόνια.

Αυτό που ξέρω, όμως, είναι ότι ο Έλληνας φορολογούμενος παρέχει δωρεάν εκπαίδευση στους φοιτητές. Αυτό είναι ένα προνόμιο και μαζί με αυτό το προνόμιο υπάρχουν και ορισμένα δικαιώματα. Δικαιώματα και υποχρεώσεις πάνε μαζί.
Και, ναι, όταν ο φορολογούμενος πληρώνει για τις σπουδές του νέου ο οποίος μπαίνει σε ένα πανεπιστήμιο, η συνέπεια στην παρακολούθηση ενός προγράμματος σπουδών είναι η στοιχειώδης υποχρέωση την οποία πρέπει ένα φοιτητής να έχει, για να απολαύσει το προνόμιο που του δίνει ο Έλληνας φορολογούμενος να έχει πρόσβαση σε δωρεάν παιδεία.

Θέλουμε, λοιπόν, να έχουμε μια παιδεία η οποία είναι χαλαρή, αποσπασματική, όποιος θέλει να μπαίνει, όποιος θέλει να βγαίνει; Και δεν αναφέρομαι στις λίγες εκείνες περιπτώσεις, τις οποίες ενδεχομένως θα μπορούσαμε να τις διακρίνουμε, νέων παιδιών που πραγματικά για επαγγελματικούς λόγους δεν μπορούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Ξέρετε πολύ καλά ότι η κατηγορία των «αιώνιων» φοιτητών δεν είναι αυτή. Άλλες είναι οι κατηγορίες των «αιώνιων» φοιτητών.

Και βέβαια, οι «αιώνιοι» φοιτητές θα είναι πάντα μια πάρα πολύ καλή δεξαμενή υποψήφιων «αγωνιστών», που συμμετείχαν με ενθουσιασμό σε όλες τις φοιτητικές κινητοποιήσεις, χωρίς να έχουν καμία αίσθηση των δικών τους υποχρεώσεων απέναντι στο ίδιο το σύστημα στο οποίο φοιτούσαν.
Όσον αφορά τα πρότυπα και πειραματικά σχολεία , κύριε Υπουργέ, πολλά ειπώθηκαν, αλλά κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει ότι τα πρότυπα πειραματικά ήταν τελικά το καταφύγιο των άξιων μαθητών, οι οποίοι δεν μπορούσαν να φοιτήσουν σε ιδιωτικά σχολεία, αυτών δηλαδή στους οποίους εσείς σήμερα δεν δίνετε την ευκαιρία να συμμετέχουν σε ένα σχολείο και να ανταγωνιστούν παιδιά με αυξημένες δεξιότητες –σωστά το είπε ο κ. Φορτσάκης- και όχι κατ' ανάγκη άριστους μαθητές.

Και αναρωτιέμαι: Εάν δεν πειραματιστούμε για καινούργιες μεθόδους, σε ένα σχολείο το οποίο θα μπορεί να έχει επιλέξει μαθητές με τα δικά του τα κριτήρια, πού θα πειραματιστούμε; Στο γενικό πληθυσμό; Ενδεχομένως και ναι. Γιατί όμως στερείτε τη δυνατότητα από νέα παιδιά, κατά κανόνα φτωχών οικογενειών, να μπορέσουν να φοιτήσουν σε ένα σχολείο το οποίο θα μπορεί πραγματικά να ανταποκριθεί στις δικές τους προσδοκίες;

Είναι κάτι το οποίο δεν μπορώ να το καταλάβω, δεν μπορώ να το αντιληφθώ και πραγματικά θεωρώ αχαρακτήριστο το γεγονός ότι η πρώτη σας ενέργεια και η πρώτη σας δήλωση ως Υπουργός, στόχευε ακριβώς στην κατάργηση αυτού του τύπου των πρότυπων πειραματικών σχολείων –να αφήσετε τέσσερα επί της ουσίας– και ποιος ξέρει τελικά με τι περιορισμούς στη διεξαγωγή των εξετάσεων. Ενδεχομένως και αυτά τα τέσσερα σχολεία –ή πέντε με την προσθήκη της Ζωσιμαίας Σχολής– να μην είναι καν σε θέση να διεξάγουν εξετάσεις και να λειτουργήσουν με αυτόν τον τρόπο το οποίο οι ίδιοι επέλεξαν.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Σπυρίδων Λυκούδης): Κύριε Μητσοτάκη, σας παρακαλώ, προσέξτε λίγο το χρόνο.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Όχι, μισό λεπτό. Έχετε προβεί σε ένα μικρό σφάλμα, κύριε Πρόεδρε. Δώσατε σε όλους τους ομιλητές τον κανονικό τους χρόνο, διότι μάλλον δεν παρακολουθήσατε τη συζήτηση ότι δεν πάμε με τον μειωμένο χρόνο της κατεπείγουσας συζήτησης, αλλά με τον κανονικό χρόνο. Οπότε ο κανονικός μου χρόνος είναι δώδεκα λεπτά. Οπότε αξιολογήστε το και αυτό, πριν με διακόψετε.
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΑΚΟΣ: Ισχύει. Έγινε αλλαγή.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Σπυρίδων Λυκούδης): Εγώ δεν ενημερώθηκα γι' αυτό στο Προεδρείο. Και όλοι οι προηγούμενοι ομιλητές έχουν πάρει το λόγο με βάση τον κανονικό χρόνο που έχω γραμμένο μπροστά μου.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Όχι, δεν τον πήραν. Όλοι οι εισηγητές μίλησαν δεκαπέντε λεπτά, που είναι ο κανονικός χρόνος.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Σπυρίδων Λυκούδης): Εν πάση περιπτώσει.
Ορίστε, συνεχίστε.

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Δεν θα αργήσω πολύ. Δύο, τρία λεπτά θέλω ακόμα για να τελειώσω.
Έρχομαι τώρα στο ζήτημα της επιλογής των διευθυντών. Μιλάτε σοβαρά; Ξέρετε κανένα σύστημα όπου ο προϊστάμενος να επιλέγεται από τον υφιστάμενο; Και τι προωθούμε τελικά με αυτή τη διάταξη, η οποία τι κάνει επί της ουσίας; Κρατάει τη θητεία, βέβαια, αδυνατίζει τα αντικειμενικά κριτήρια και δίνει το 1/3 της βαθμολόγησης στην άποψη των υφισταμένων. Προωθεί δηλαδή με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο συνδικαλιστικές πρακτικές.
Ποιος θα εκλεγεί διευθυντής; Ο πιο αγαπητός. Αυτός που κάνει κατά κανόνα όλες τις χάρες.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΕΦΟΣ: (δεν ακούστηκε).
(Διαμαρτυρίες από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ)

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Α, ναι, ναι. Ξέρουμε πώς δούλεψαν αυτά τα συστήματα αλλού. Αλλά, εδώ πέρα θέλουμε χρήσιμους διευθυντές. Δεν θέλουμε ευχάριστους διευθυντές. Και επειδή η παιδεία έχει ταλαιπωρηθεί πολύ από κακώς εννοούμενες συνδικαλιστικές πρακτικές, πολύ φοβάμαι ότι ακριβώς αυτές επαναφέρετε με τον δικό σας ιδιαίτερο τρόπο.

Για το ωρολόγιο πρόγραμμα θα έχω την ευκαιρία να τοποθετηθώ και την Τρίτη. Εκεί θα συμφωνήσω μαζί σας και με τον κ. Φορτσάκη ότι πράγματι σε καμία περίπτωση δεν είναι δουλειά του νομοθέτη να καθορίζει το ωρολόγιο πρόγραμμα. Αλλά ο τρόπος με τον οποίο σκεφτόμαστε και αντιλαμβανόμαστε τι πρέπει να διδάσκονται τα παιδιά μας είναι εντελώς παρωχημένος και κατά κανόνα είναι απολύτως εξαρτημένος από το ανθρώπινο δυναμικό που έχουμε και όχι το αντίστροφο. Επιλέγουμε δηλαδή τι πρέπει να διδαχτούν τα παιδιά μας με βάση το πόσους καθηγητές έχουμε και όχι με βάση τι γνώσεις πρέπει να έχουν πραγματικά τα παιδιά μας.

Εν κατακλείδι γινόμαστε όλοι μας αυτή τη στιγμή μάρτυρες μιας συνολικής έκπτωσης αξιών, έκπτωση της αριστείας, της άμιλλας, της προόδου, η οποία είναι καταστροφική για τη νέα γενιά.

Και επειδή ο Αναπληρωτής Υπουργός είναι και ποιητής, βρήκα ένα ποίημά σας, κύριε Υπουργέ, όχι από τα ακατάλληλα –γιατί υπάρχουν και κάποια ακατάλληλα-, αλλά από τα κατάλληλα το οποίο λέει: «Τουρτουρίζοντας από το δικό τους παγετό, το δικό τους πρώτο κλάμα, τη θρηνωδία της έκπτωσης».
Εμείς, λοιπόν, και όχι μόνο εμείς, αλλά συνολικά η κοινωνία των πολιτών δεν θα σας επιτρέψει να προχωρήσετε σε έκπτωση στην παιδεία και αντιδρά. Και θα αντιδράσει και αυτή η νέα γενιά, η οποία ούτε θέλει να τουρτουρίζει ούτε να κλάψει στη θρηνωδία της έκπτωσης.

(Ο οικονομολόγος Κυριάκος Μητσοτάκης είναι πρώην υπουργός, βουλευτής Β' Αθηνών της ΝΔ και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος)

 

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 18 Μαΐου 2015 01:59

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline