Κων. Τασούλας: O διάλογος Κ. Καραμανλή με τον πατέρα του για την πολιτική

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πριν από 25 αιώνες ένας ταπεινός πωλητής χαλκού ρωτούσε τον Δία και τη Διώνη στο μαντείο της Δωδώνης, «ει εν λιμένι χαλκοπωλέομεν;», αν θα πρέπει δηλαδή να ασκήσει το επάγγελμά του στο λιμάνι.

Και κάποιος ονόματι Επίλυτος «επερωτήι τον Δία τον Νάιον και ταν Διόναν τι ποιών ευτυχιοί και πότερα ταν Φαινομέναν γυναίκα λάβω ή άλλαν», δηλαδή ο Επίλυτος ρωτάει τους θεούς για το αν θα έχει ευτυχία και αν θα πρέπει να επιλέξει για γυναίκα του τη Φαινομένη ή άλλη.

Βλέπουμε πως οι ανάγκες και οι αγωνίες των ανθρώπων είναι οι ίδιες, μόνο που τώρα οι λύσεις βρίσκονται από εμάς τους ίδιους και όχι από τον Κεραύνιο Δία. Γι' αυτό και πρέπει να εγκαταλείψουμε την πρωταρχία και την αποκλειστικότητα της τεχνολογίας της πολιτικής, που αξιοποιεί λυσσωδώς το πολιτικό marketing, και να καταφύγουμε στις απαρχές της πολιτικής, στην τέχνη δηλαδή της πολιτικής, στην πράξη, στη δουλειά, στο αποτέλεσμα. Να κάνουμε δηλαδή και ως Κοινοβούλιο πολιτικά πιο βαρύνουσα διαδικασία τον απολογισμό του κράτους από τον προϋπολογισμό. Αλλά αυτό σημαίνει πως η πολιτική ξαναγίνεται αυτό που ελάχιστοι σήμερα πιστεύουν πως είναι, και αυτό εξαρτάται από την έμπνευση, την αφοσίωση και την πεποίθηση όλων μας, και δεν είναι θέμα Κανονισμού της Βουλής, ούτε καν του Συντάγματος. Διακινδυνεύω, τελειώνοντας την ομιλία μου, να θεωρηθώ αφελής ή, ακόμη χειρότερα, υποκριτής, παραθέτοντας έναν καταγεγραμμένο διάλογο για την αξία και την ουσία της ανάμειξης στην πολιτική, ανάμεσα σε έναν πατέρα και σε έναν γιο, που περιέργως με συγκινεί όσο όταν τον πρωτοδιάβασα στα πολύ νεανικά μου χρόνια:

«Ακουσε Κώστα. Δεν είσαι καμωμένος γι' αυτό το επάγγελμα. Σε ξέρω, έχεις χαρακτήρα: αδιάλλακτος, αλύγιστος, ό,τι χρειάζεται για να σπάσης τα νεφρά σου. Αυτό δεν είναι κατηγόρια, Κώστα, αντίθετα. Μ' αρέσεις, τέτοιος που είσαι, σε παραδέχομαι, γι' αυτό ακριβώς... Ή θα συμβιβασθής, θα δεχθής συναλλαγές, κομπίνες, υποκρισίες, και δεν θα είσαι πια ο Κώστας ή θα κρατήσης την ακαμψία σου, την ωραία σου ακαμψία, και θα αποτύχης. Εχεις, δόξα στο Θεό, ένα επάγγελμα, ένα καλό επάγγελμα όπου μπορείς να πετύχης χωρίς μαζί και να εξευτιλιστής, Κώστα, να μη ξεπέσης στα ίδια σου τα μάτια. Σκέψου το ακόμη πριν του παραδώσης τ' όνομά σου... τ' όνομά μας».

Για να απαντήσει ο γιος: «Αν πιστεύης πως σκέφτηκα τον εαυτό μου. Ποτέ μου δεν υπολόγισα, ποτέ μου δεν λογάριασα ούτε την επαγγελματική επιτυχία, ούτε το γόητρο, ούτε τον καλό γάμο, ούτε τίποτα απ' αυτά που φαίνεται να πιστεύης. Αν πρόκειται για να τακτοποιηθώ, να αποκατασταθώ, πρέπει να το πάρης απόφαση: δεν θα είμαι ποτέ λογικός – κατά τον τρόπο αυτό. Αν έχω φιλοδοξία, αυτή αποβλέπει αλλού, υπερβαίνει κατά πολύ τον εαυτό μου. Τι αφέλεια, ε; Είμαι αφελής!

Στοχάζομαι πως δεν δικαιώνεται η παρουσία του ανθρώπου πάνω στη γη, με το να καλλιεργή μια περιορισμένη προσωπική ευτυχία. Είμαστε ο καθένας ένας άνθρωπος ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους, το ξέρεις καλά αυτό, το έχεις ο ίδιος αρκετά αποδείξει. Μα ο καθένας αναλίσκεται κατά τον τρόπο του, κατά τον καιρό του, κατά τις περιστάσεις. Σήμερα, και για μένα η πολιτική μου προσφέρει αυτή την τύχη. Θα ήθελα να αφιερωθώ στους ανθρώπους του λαού μου, γι' αυτούς και διά μέσου αυτών θα ήθελα να δικαιώσω το πέρασμά μου από τον κόσμο αυτό».

Το ζήτημα λύθηκε μεταξύ τους, όχι από μια νέα συζήτησι, ούτε από τη μητέρα, ούτε από κανέναν άλλο, αλλ' από τον τύφο. Επί δύο μήνες, ο γιος δεν άφησε τις Σέρρες. Μία φορά μονάχα γύρισε στην Πρώτη και ξανάδε τον πατέρα του. Μερικές μέρες αργότερα, χτυπημένος απότομα από την αρρώστεια, ο Γεώργιος Καραμανλής πέθαινε.

Συχνά, εμπιστεύεται ο πρόεδρος στον συνομιλητή του, είχα το αίσθημα πως ο πατέρας μου πέθανε μ' αυτή την πίκρα στην καρδιά. Σκεφτόταν πως τη μια ή την άλλη μέρα, ασφαλώς όμως, θα παράκουγα τις συμβουλές που μου είχε δώσει. Συχνά επίσης, σ' όλη μου τη ζωή, αναθυμήθηκα τα λόγια του. Και κάθε φορά αναρωτήθηκα αν, από τους δυό μας, δεν ήταν εκείνος που είχε δίκιο».
(Μωρίς Ζενεβουά, «Η Ελλάς του Καραμανλή ή Η Δημοκρατία δυσχερής;», Αθήνα 1972, σελ. 95-101).

Είναι προφανές πως πιστεύω ότι δίκαιο είχε ο γιος, ο μετέπειτα πρωθυπουργός και Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, αλλά για να γίνει αυτό το δίκαιο αντιληπτό και αποδεκτό πάλι πρέπει ο καθένας από εμάς και κάθε μία ξεχωριστά να το υποστηρίξουμε αναλογιζόμενοι την απαράμιλλη τιμή που μας έκανε ο ελληνικός λαός εκλέγοντάς μας. Για να το πω διαφορετικά και συντομότερα: Τώρα που γίναμε αυτό που θαυμάζαμε, πόσοι άραγε θαυμάζουν αυτό που γίναμε;
Στο χέρι μας είναι να το επιτύχουμε. Καλή επιτυχία, καλή δουλειά, και καλή συνεργασία σε όλες και όλους!

(Ο Κων. Τασούλας είναι βουλευτής Ιωαννίνων, πρόεδρος της Βουλής και η ως άνω περικοπή αποτελεί την κατακλείδα της ομιλίας του προς τους βουλευτές μετά την εκλογή του)

 

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline