Σπύρος Βρεττός: Υπεράσπιση της ζωής – Κατευθύνσεις της ανθρώπινης σκέψης

Η έννοια της υπεράσπισης της ζωής τίθεται εναργώς στο έργο Πλάτωνος Πρωταγόρας, και στον μύθο που ο διάσημος σοφιστής αφηγείται προς τον Σωκράτη και τους άλλους παρακαθημένους για να υποστηρίξει το «διδακτόν της αρετής».


Πρόκειται για έναν πολύ γοητευτικό μύθο, από τους ευφυέστερους μύθους της ανθρωπότητας, παραδοσιακούς ή μη, που ενδιαθέτως εμπεριέχει την ποίηση της γένεσης και μαζί θέτει τα πλέον ουσιώδη ζητήματα της επιβίωσης και της υπεράσπισης της ζωής των θνητών όντων.

Κατά τον μύθο του Πρωταγόρα, σε μια ορισμένη χρονική περίοδο υπήρχαν μόνο οι αθάνατοι θεοί, θνητά γένη δεν υπήρχαν. Έφτασε όμως κάποτε ο ειμαρμένος (καθορισμένος από την μοίρα) χρόνος, και τα θνητά γένη ν' αποκτήσουν ύπαρξη και να βγουν στο φως. Οι θεοί πλάθουν τα θνητά γένη με χώμα και νερό, βαθιά μέσα στη γη. κι όταν φτάνει η στιγμή να τα βγάλουν στο φως της ημέρας (και της ζωής) καλούν τους ημίθεους Προμηθέα και Επιμηθέα να τους μοιράσουν δυνάμεις ώστε να κατορθώσουν αυτά να επιβιώσουν. Ο Επιμηθέας παρακαλεί τον Προμηθέα να μοιράσει αυτός τις δυνάμεις στα θνητά είδη και κατόπιν ο Πρωταγόρας να επιθεωρήσει το επιτυχές ή μη της κατανομής των δυνάμεων. Αλλά χωρίς να το καταλάβει ο Επιμηθέας και από τον φόβο του μήπως δεν μοιράσει σωστά τις δυνάμεις και κάποιο γένος αφανιστεί (ευλάβειαν έχων μη τι γένος αϊστωθείη), μοιράζει όλες τις δυνάμεις στα ζώα. Και ξαφνικά βρίσκεται σε αδιέξοδο πλήρες γιατί δεν έχει απομείνει τίποτε από τις δυνάμεις να δώσει στον άνθρωπο ώστε να επιβιώσει κι αυτός. Έρχεται ο Προμηθέας να επιθεωρήσει και βλέπει το πλήρες αδιέξοδο. Και τότε ο Προμηθέας στην όλη του βαθειά επιθυμία να βοηθήσει και το γένος των ανθρώπων να επιβιώσει, κλέβει από το εργαστήριο του Ηφαίστου και της Αθηνάς την «έντεχνη σοφία» μαζί και την φωτιά και τα δίνει, ως δώρο ζωής, στους ανθρώπους. (Γι'αυτή του την πράξη αργότερα δικάστηκε από τους θεούς για κλοπή (κλοπής δίκην μετήλθεν). (Πλάτ. Πρωτ. 322α)

Οι άνθρωποι αρχίζουν έτσι τη δημιουργία του τεχνικού τους λεγόμενου πολιτισμού• και τα καταφέρνουν: δημιουργούν τροφές, καλλιέργειες, ανακαλύπτουν ρούχα, ανακαλύπτουν κάθε είδους διευκόλυνση ώστε να εξακολουθήσουν να υπάρχουν. Ζουν όμως διασκορπισμένοι σε διάφορα σημεία της γης, κι έτσι τους βρίσκουν εύκολο θύμα τα θηρία, που οι άνθρωποι δεν μπορούν ακόμα να τ' αντιμετωπίσουν, γιατί δεν έχουν την «πολιτική τέχνη». Έτσι για ν' αποφύγουν τον αφανισμό τους, οι άνθρωποι σιγά – σιγά μαζεύονται πολλοί μαζί και συγκατοικούν σε οικισμούς, που κάποτε γίνονται πόλεις. Αλλά τότε εμφανίζεται μια μεγαλύτερη απειλή: αρχίζουν ν' αδικούν ο ένας τον άλλο και συγκρουόμενοι μεταξύ τους διασκορπίζονται πάλι και αφανίζονται. Ο Δίας βλέπει ότι το ανθρώπινο γένος σε λίγο θα έχει αφανιστεί «αφ' εαυτού». Στέλνει λοιπόν τον Ερμή να τους πάει την «αιδώ» και την «δίκη», γιατί χωρίς την αιδώ και τη δίκη είναι αδύνατο να επιτευχθεί συμβίωση των ανθρώπων. Στην ερώτηση του Ερμή, αν θα μοιράσει τις δύο αυτές ιδιότητες σε λίγους μόνο ανθρώπους ή σε όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, ο Δίας του αποκρίνεται, σε όλους ανεξαιρέτως γιατί δεν μπορεί να υπάρξουν πόλεις αν λίγοι μετέχουν της αιδούς και της δίκης, όπως συμβαίνει με τις άλλες τέχνες• «και νόμον γε θες παρ' εμού τον μη δυνάμενον αιδούς και δίκης μετέχειν κτείνειν ως νόσον πόλεως». (Πλάτ. Πρωτ. 322d).

Σύμφωνα με τον μύθο, που ο ίδιος ο Πρωταγόρας αφηγείται στον Σωκράτη, μια και ο Δίας έστειλε σε όλους τους ανθρώπους την αιδώ και την δίκην, ως ουσιώδη συστατικά της πολιτικής αρετής, τότε ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκη ουδενός διδασκάλου για να ασκήσει την πολιτική τέχνη. Αυτό όλοι το μπορούν, ως μια δοσμένη ικανότητα. Ακριβώς όμως ο Πρωταγόρας στο σημείο αυτό, αν και αποδεχόμενος ότι όλοι έχουν την αιδώ και την δίκην, δηλώνει ότι η ενάσκηση της πολιτικής απαιτεί και την «γνώσιν». Κατά τον Πρωταγόρα, δεν μπορεί να υποστεί κάποιος τιμωρία γι' αυτά που του δίνει ή δεν του δίνει η φύση. Δηλαδή κανένας δεν οργίζεται εναντίον κάποιου, ούτε τον συμβουλεύει, ούτε τον διδάσκει, ούτε τον τιμωρεί επειδή είναι άσχημος ή κοντός ή άρρωστος... Για όσα όμως καλά οι άνθρωποι νομίζουν ότι γίνονται στους ανθρώπους με φροντίδα και άσκηση και διδαχή, αν κάποιος δεν τα έχει αυτά, αλλ' έχει τα αντίθετα κακά, πάνω σ' αυτό το ζήτημα ξεσπάει η οργή, επιβάλλονται οι τιμωρίες και οι νουθετήσεις. Ανάμεσα σ' αυτά τα κακά είναι η αδικία και η ασέβεια και γενικώς καθετί το αντίθετο προς την πολιτική αρετή. Ως εκ τούτου γίνεται φανερό ότι οι άνθρωποι θεωρούν ότι καλώς οργίζεται κάποιος και συμβουλεύει τους αδικούντες, επειδή είναι φανερό ότι με φροντίδα και μάθηση αποχτά κάποιος τη δυνατότητα να μην είναι άδικος ή ασεβής. και επομένως τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της πολιτικής αρετής αποκτώνται δια της διδαχής.

Έχουν περάσει περίπου έξι χιλιάδες χρόνια μόνον αφότου οι άνθρωποι συνοίκησαν σε πόλεις εφαρμόζοντας όσο αυτό ήταν μέσα στα όρια των δυνατοτήτων τους, την αιδώ και την δίκην και επιβίωσαν ως αυτήν τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές. προκαλώντας όμως, κατά την έννοια της σχετικοποιημένης τους αντίληψης περί αιδούς και δίκης, και αφόρητα δεινά που – εκ των υστέρων πάντα – προσπαθούσαν και προσπαθούν να θεραπεύσουν.

Ως προς τη σχετικοποίηση – υποκειμενικότητα και τη μεγάλη αντίθεση σοφιστών, συμπεριλαμβανομένου και του Πρωταγόρα – με τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα και του σχετικού των αξιών, κατά τους σοφιστές, ή του αναλλοίωτου και αιώνιου, κατά τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα, ο Γερμανός φιλόλογος Ούλριχ Βιλαμόβιτς σημειώνει ότι: «Μας εντυπωσιάζει περισσότερο απ' όλα η άρνηση κάθε αντικειμενικά αληθινής γνώσης μέσα από την πασίγνωστη πρόταση: Ο άνθρωπος είναι το μέτρον των πραγμάτων, αυτά δεν είναι γι' αυτόν τίποτα άλλο από ό,τι του φαίνονται, είτε θετικά, είτε αρνητικά. Παράλληλα, βλέπουμε την κριτική του πλατωνικού Θεαίτητου και καταλήγουμε στο ότι επομένως, αν είναι έτσι, δεν μπορεί να υπάρξει, δεν χρειάζεται κανένας δάσκαλος της αρετής. Αλλά πάνω σε αυτό το σημείο, επίσης διαβάζουμε πως ο Πρωταγόρας, μέσα από την υποκειμενικότητα, σε σχέση με τα υπό κρίση ζητήματα, θεωρούσε πως αυτό που είχε την μεγαλύτερη πιθανότητα να βρίσκεται κοντά στην αλήθεια, μπορούσε να είναι τελικά η αντικειμενική αλήθεια». (Ulrich Von Wilamowitz – Moellndorff, Πλάτων, Η Ζωή και το Έργο του, Τα Χρόνια της Νεότητας, Μετάφραση Ξενοφώντος Αρμυρού, Κάκτος, Αθήνα 2006, σ. 136).
Εξάλλου, ο επίσης Γερμανός φιλόλογος Βέρνερ Γιαίγκερ παρατηρεί ότι «το αίτημα των σοφιστών περί του πρωτείου της μορφώσεως, δεν είναι δυνατόν να αιτιολογηθεί μόνον εκ της ανάγκης επιτυχίας εις την ζωήν. Αυτό το οποίο αναζητεί η κλυδωνιζομένη εκείνη εποχή, είναι η γνώσις ενός υψίστου κανόνος (Norm), ο οποίος δεσμεύει και υποχρεώνει όλους, διότι αποτελεί την έκφραση της εσωτάτης φύσεως του ανθρώπου, και επί του οποίου θα στηριχθεί η αγωγή, δια να δυνηθεί ν' αναλάβει την υψίστην αυτής αποστολή, την δημιουργίαν του αληθώς εναρέτου ανθρώπου». (Β. Γιαίγκερ, Παιδεία, τ.Β', σ. 184).

Έχοντας ως βασική αφόρμηση ο άνθρωπος την «τεχνική σοφία» του Ηφαίστου και της Αθηνάς, και την –μεγάλης σημασίας και κατά την άποψη του Αριστοτέλη, «πολιτική τέχνη» – τέχνη που κατά τον Πρωταγόρα εμπεριέχει ως αναπόσπαστα στοιχεία της την «αιδώ» και την «δίκην», δημιούργησε μέσα στο σύντομο χρονικό διάστημα των έξι χιλιάδων χρόνων αυτό που εμείς ονομάζουμε πολιτισμό. Υπερασπιζόμενος τη ζωή με τις δύο αυτές ουσιώδεις κατευθύνσεις δραστηριότητας, κατόρθωσε μεγάλης σημασίας θετικά επιτεύγματα και πολύ - πολύ μεγάλα καταστροφικά «επιτεύγματα»! Γεγονός που καθιστά προφανές, ότι κυρίως η πολιτική τέχνη δεν κατόρθωσε ακόμη να αναχθεί ως το σημείο τού να μπορεί να επιλύει τα μεγάλα προβλήματα της ανθρωπότητας, πολλά εκ των οποίων η ίδια δημιουργεί.

Ήδη από το 4000 π.Χ. που δημιουργούνται οι πρώτες πόλεις – κράτη στον πλανήτη Γη, το είδος σκέψης που φαίνεται να προσδιορίζει αποφασιστικά την «πολιτική τέχνη» των ανθρώπων, είναι ένα είδος σκέψης που σταθερά απεργάζεται το συμφέρον μιας πόλεως – κράτους ή ενός συνασπισμού πόλεων – κρατών, μιας αυτοκρατορίας όταν σχηματίζονται αυτοκρατορίες ή ενός συνασπισμού κρατών, σταθερού ή μεταβαλλόμενου. Αυτό το είδος σκέψης θα μπορούσε να το αποκαλέσομε «επαρχιακή σκέψη», υπό την έποψιν ότι όλες αυτές οι συνασπιζόμενες - ή μη - ομάδες ή σύνολα ανθρώπων, συγκρούονται κατ' ανάγκην με άλλες ομάδες ή σύνολα ανθρώπων, που κι αυτά υπερασπίζονται το δικό τους συμφέρον, ενεργώντας με βάση τη δική τους επαρχιακή σκέψη. Το παραπάνω θα μπορούσε να το χαρακτηρίσομε και ως τη γενικότερη τάση της υπεράσπισης της ζωής, που επικράτησε στον πλανήτη τις έξι αυτές χιλιάδες χρόνια, που έχουμε ό,τι ονομάζομε πολιτισμό.

Χαρακτηριστικό στοιχείο συγκρότησης, ως εκ τούτου, αυτού του πολιτισμού είναι η εν γένει συγκρουσιακή πραγματικότητα και ο πόλεμος. Ο Καντ, με το βλέμμα στραμμένο προς αυτή τη συγκρουσιακή πραγματικότητα και τον πόλεμο, στο έργο του «Προς την αιώνια ειρήνη» (1785), και στο δεύτερο οριστικό άρθρο, υποστηρίζει τη δημιουργία ενός «ομοσπονδιακού συστήματος ελευθέρων κρατών» (Fȍderalism Freyer Staaten). Το ομοσπονδιακό αυτό σύστημα των ελευθέρων κρατών το αντιπαραθέτει προς μια παγκόσμια μοναρχία ή ένα παγκόσμιο κράτος (ένα κράτος κρατών), επειδή ένα παρόμοιο κράτος θα μπορούσε να εξασφαλίσει την ειρήνη μόνο «πάνω στο κοιμητήρι της ελευθερίας» (Καντ, Προς την αιώνια ειρήνη, μτφρ.-εισαγωγή –σχόλια: Κωνσταντίνος Σαργέντης, επιστ. θεώρηση: Γιώργος Ξηροπαΐδης, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2006, σ. 22).

Η συγκρουσιακή αυτή πραγματικότητα, ως οντότητα πολλαπλών μορφών, προκάλεσε επιτεύγματα θετικά για τον βελτιωμένο τρόπο ζωής πολλών ανθρώπων σε εκτεταμένα σημεία του πλανήτη. Αλλά την περίοδο ακμής διαδέχεται πάντα μία περίοδος κάμψης, φανερής ή υποβόσκουσας, για καιρό. Που έχει άμεσο αντίχτυπο στη ζωή των ανθρώπων, κυρίως των εργαζομένων, των νέων και των ζητούντων δυνατότητες εργασίας. Με το πέρασμα του χρόνου αποκαλύπτεται ως κατάσταση ανασφάλειας όλων των ανθρώπων. και τελικά ως ανασφάλεια πλήρης της ανθρώπινης ύπαρξης που η «επαρχιακή σκέψη» αδυνατεί στην κυριολεξία να αντιμετωπίσει, επειδή αποσκοπεί πάντοτε στην άκρα εξουθένωση των αντιπάλων χωρών ή συνασπισμών και προκαλεί κορυφαίες συγκρουσιακές καταστάσεις. Έτσι προήλθαν ιστορικά γεγονότα που οι κινούντες την ιστορία, είτε το ήθελαν, και κυρίως επειδή δεν το ήθελαν, δεν κατόρθωσαν να τα αποτρέψουν. Ως κορυφαίες αρνητικές απολήξεις αυτού του είδους σκέψης θα μπορούσε να θεωρήσομε τους Α΄ και Β΄ Παγκοσμίους Πολέμους.

Από την πανίσχυρη «επαρχιακή σκέψη» που προκαλεί τον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και το ειδεχθές φονικό που δημιούργησαν και τη δυστυχία που ενέσπειραν, επήγασεν, ως αναγκαιότητα, η παρουσία και η νομική υλοποίηση μιας «διευρυμένης σκέψης». Έτσι μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δημιουργείται η Κοινωνία των Εθνών (Κ.τ.Ε.), που αποτέλεσε μεγάλο άλμα της πολιτικής σκέψης και τέχνης, καθώς η ανθρωπότητα, κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έφτασε πράγματι στο «χείλος της αβύσσου». Αλλ' η Κοινωνία των Εθνών δεν κατόρθωσε να αποτρέψει τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και το μοναδικά! ειδεχθές φονικό, που προκάλεσε στην ανθρωπότητα αυτός ο πόλεμος.

Όσο κι αν τα συμφέροντα των επιμέρους χωρών, που συγκροτούν την Κοινωνία των Εθνών και που κατευθύνονται από την ίδια «επαρχιακή σκέψη», συντείνουν στη δημιουργία του πολέμου, η ευθύνη της μη αποτροπής και της πρόκλησης του ανυπόφορου για την ανθρώπινη ευαισθησία φονικού, κάτω από την οποιαδήποτε νομική αντίληψη δικαίου ή και φιλοσοφική αντίληψη, δεν βαραίνει εξίσου όλους τους μετέχοντες. Από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εκπηγάζει, ως ένα γιγαντιαίο έργο τέχνης – αν και φαλκιδευμένο ευθύς εξαρχής – μιας αισιόδοξης προοπτικής για την ανθρωπότητα, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (Ο.Η.Ε.), που αποτελεί κορύφωση διευρυμένης πολιτικής σκέψης και τέχνης.

Παρά τα όσα παραπάνω προσπαθήσαμε να διευκρινίσομε, ως σκιαγραφία μάλλον, και ως αυτήν τη στιγμή που γράφεται αυτό το κείμενο, κυριαρχούσα και πανίσχυρη εμφανίζεται η «επαρχιακή σκέψη» που - σχεδόν ποτέ – δεν βλέπει το συμφέρον των άλλων, αλλά μόνο και με κάθε μέσον και τρόπο προωθεί το συμφέρον αυτών που η συγκεκριμένη σκέψη εκπροσωπεί. Η δυσμενέστερη απόληξη αυτού του τρόπου σκέψης είναι αδιαμφισβήτητα ο πόλεμος. Αλλ'ενώ οι σχεδιαστές πολέμων από την ιστορική αρχαιότητα μέχρι το 1945 δεν είχαν να αντιμετωπίσουν το κορυφαίο δίλημμα: του να προκαλέσουν ή να μην προκαλέσουν μια ανήκεστη παγκόσμια καταστροφή, από το 1945 μ.Χ. και μετά, για λόγους ευνοήτους, την παρουσία δηλαδή των διαρκώς βελτιούμενων πυρηνικών όπλων, οι σχεδιαστές πολέμων έχουν να αντιμετωπίσουν, είτε το θέλουν είτε όχι αυτό το μεγάλο δίλημμα: του να μην προκαλέσουν ή να προκαλέσουν μια ολική καταστροφή, που νομοτελειακά εμπεριέχει και τη δική τους ολοσχερή καταστροφή! Η ύπαρξη όμως του παραπάνω διλήμματος έχει υπερασπιστεί τη ζωή των ανθρώπων του πλανήτη ικανοποιητικά ως αυτή τη στιγμή, παρόλο που οι περιορισμένοι πόλεμοι δεν απέλειψαν.

Αυτό που αενάως διαμορφώνεται στις 6000 χρόνια πολιτισμού, είναι μια παγκόσμια συγκρουσιακή πραγματικότητα, φανερή και περισσότερο υποβόσκουσα, που έχει ως κύριο στόχο την πλήρη εξουθένωση του αντιπάλου και που καταλήγει σε μία δύσκολα καθοριζόμενη χρονική στιγμή-αλλά νομοτελειακά, θα λέγαμε, στην κατάρρευση και αποσύνθεση ενός πολιτισμού.

Αυτή η έννοια της κατάρρευσης ενός πολιτισμού προσλαμβάνει εξόχως ιδιάζουσα σημασία σε ό,τι αφορά την κατάσταση του πολιτισμού της δικής μας εποχής και των ημερών μας: δηλαδή φαίνεται ότι πρόκειται για μια επερχόμενη κατάρρευση του πολιτισμού του πλανήτη, των ισχυρών, των λιγότερο ισχυρών και όλων ανεξαιρέτως των ανίσχυρων χωρών και περιοχών του πλανήτη. Παρόμοια απειλή ενδεχομένως δεν έχει ξαναεμφανιστεί ποτέ στα 6000 χρόνια πολιτισμού. Η έννοια της κατάρρευσης είναι μια πολύ σύνθετη έννοια που εμπεριέχει και την έννοια της κλιματικής αλλαγής, ως έναν από τους παράγοντες κατάρρευσης. Αυτή η κλιματική αλλαγή, είτε πρόκειται για επαναλαμβανόμενο φυσικό φαινόμενο, κατά τις μελέτες του σπουδαίου Σέρβου και αστροφυσικού, Μilutin Milankovitch (1879-1958), είτε και για συνέργεια ανθρωπογενών παραγόντων, που προσιδιάζουν μόνο στην εποχή μας, το ζήτημα είναι ο βαθμός επικινδυνότητας αυτής της κλιματικής αλλαγής.

Ο Αϊνστάιν στη σύντομη αυτοβιογραφία του και στις πρώτες μάλιστα σελίδες επισημαίνει ότι το ουσιώδες υπάρχει πάντα• ότι «παρόλο που η (επιστημονική) εργασία μιας ζωής χάνεται αναπόδραστα μέσα στους δρόμους της πλάνης, είναι πολύ δύσκολο να κάνεις τους άλλους κοινωνούς σ' αυτό που -παρόλα αυτά- παραμένει άξιο ενδιαφέροντος». (Άλμπερτ Αϊνστάιν, Αυτοβιογραφία, μτφρ. Κώστα Μιλτιάδη, εκδ. Κοροντζή, χ.χ., σ. 7 κ.ε.).
Το ενδιαφέρον του Αϊνστάιν για τη μελέτη της φύσης, και μετά από πολλά χρόνια μοναχικής εργασίας για μια βαθύτερη κατανόηση της φυσικής, τον οδηγεί στη διαπίστωση, ότι ο δρόμος για μια βαθύτερη γνώση των αρχών της φυσικής, περνάει υποχρεωτικά μέσα από την, σε βάθος, μελέτη των πιο σύνθετων μαθηματικών μεθόδων... «...Παρ'όλ'αυτά, σ'αυτόν τον τομέα κατόρθωσα γρήγορα να κρατήσω αυτό που οδηγούσε στο ουσιώδες και να παραμερίσω αποφασιστικά τα υπόλοιπα, όλη εκείνη την πλειάδα των διάσπαρτων πραγμάτων, που μπερδεύουν συνήθως το μυαλό μας και το κάνουν να απομακρύνεται από το ουσιώδες». (Ό.π., σ. 20-21). Αλλά παρόλα τα άσχημα συνδεδεμένα μεταξύ τους πειραματικά δεδομένα κατόρθωσε γρήγορα να κρατήσει αυτό που οδηγούσε προς το ουσιώδες. πέραν «απ' όλην εκείνη την πλειάδα των διάσπαρτων πραγμάτων, που μπερδεύουν συνήθως το μυαλό μας και το κάνουν να απομακρύνεται από το ουσιώδες». (Ό.π., σ. 20-21).

Ο Αϊνστάιν ευχαριστώντας με επιστολή του τον μεγάλο Έλληνα μαθηματικό Κωνσταντίνο Καραθεοδωρή, που με τη συμβολή του στον Λογισμό των Μεταβολών βοήθησε στην ανάπτυξη της Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας, γράφει: «Αν θέλετε να μπείτε στον κόπο να μου εξηγήσετε ακόμα και τους κανονικούς μετασχηματισμούς θα βρείτε έναν ευγνώμονα και ευσυνείδητο ακροατή. Αν όμως λύσετε και το πρόβλημα των κλειστών γραμμών του χρόνου, θα σταθώ μπροστά σας με σταυρωμένα χέρια. Πίσω από αυτό υπάρχει κρυμμένο κάτι που είναι αντάξιο του ιδρώτα των καλυτέρων». (Επιστολή του Αϊνστάιν προς τον Καραθεοδωρή, Wikipedia και Ευάγγελος Σπανδάγος, Η ζωή και το έργο του Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή, πρόλογος: Δέσποινα Καραθεοδωρή-Ροδοπούλου, Αίθρα, 2001). (Το ζήτημα είναι πώς ο αναζητών αυτό το ουσιώδες θα μπορέσει να αντιληφθεί εγκαίρως την παρουσία του και να το υλοποιήσει).

Και ο σπουδαίος φυσικός – και γνήσιος ανθρωπιστής - Μαξ Πλανκ, στην εμπνευσμένη διάλεξή του (Noέμβριος του 1941-Βερολίνο, στην Αίθουσα Goethe του οίκου Ηarnack της Επιστημονικής Εταιρείας Kaiser Wilhelm για την Προώθηση των Επιστημών) διατυπώνει την άποψη ότι «ο άνθρωπος δεν επιθυμεί μόνο γνώση και ισχύ, αλλά θέλει να έχει επίσης ένα γνώμονα για τις ενέργειές του, ένα μέτρο για το σημαντικό και το ασήμαντο. θέλει μια κοσμοθεωρία που θα του εξασφαλίζει το ύψιστο αγαθό πάνω στη γη, την εσωτερική γαλήνη της ψυχής».

Ως προς το οικοδόμημα των θετικών επιστημών: «παρουσιάζει ένα επικίνδυνα ασθενές σημείο που δεν είναι άλλο από το θεμέλιό του. Στο οικοδόμημα λείπει μία βάση που θα είναι εκ των προτέρων ασφαλής από κάθε άποψη και δεν θα διαταράσσεται από εξωτερικές θύελλες, ή με άλλα λόγια: δεν υπάρχει για τη θετική επιστήμη καμία αρχή που να έχει τόσο καθολική ισχύ και συγχρόνως τόσο σημαντικό περιεχόμενο ώστε να μπορεί να της χρησιμεύσει ως επαρκές υπόστρωμα... Σε κάποια θέση του οικοδομήματος (των θετικών επιστημών, σημ. δική μας) πρέπει να ενσωματωθεί η προϋπόθεση αυτή, και το μεγάλο ερώτημα, ποια είναι η θέση αυτή; Έχει από πολύ παλιά απασχολήσει τους πιο βαθυστόχαστους διανοητές όλων των εποχών και όλων των λαών, από τον Θαλή έως τον Χέγκελ, και έχει κινητοποιήσει όλες τις δυνάμεις της ανθρώπινης φαντασίας και της λογικής. Πάντοτε όμως προέκυπτε ότι δεν μπορεί να βρεθεί μια τελειωτική, αδιαμφισβήτητη απάντηση. (Max Planck, Νόημα και Όρια της Θετικής Επιστήμης, μτφρ. και επιστ. επιμέλ. Ι.Ν. Μαρκόπουλος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1998, σ. 12 κ. σ.).

Ποιο, λοιπόν, θα μπορούσε να είναι το νόημα της τεράστιας προσπάθειας πολυάριθμων ερευνητών της θετικής επιστήμης, για όλη τους τη ζωή; « Η ερώτηση θα ήταν πραγματικά δικαιολογημένη, αν το νόημα της θετικής επιστήμης περιοριζόταν στο να προσφέρει μια κάποια ικανοποίηση στη δίψα που έχει η ανθρωπότητα που ερευνά για γνώση. Η σημασία της όμως προχωράει σημαντικά παραπέρα. Η θετική επιστήμη έχει πράγματι τις ρίζες της, όπως διαπιστώσαμε στην αρχή των παρατηρήσεών μας, στην ανθρώπινη ζωή, με την οποία όμως είναι διπλά συνδεδεμένη, διότι δεν δημιουργεί μόνο από τη ζωή αλλά επιδρά επίσης αντίστροφα, πάνω στη ζωή, πάνω στην υλική, όπως και πάνω στην πνευματική ζωή, και μάλιστα τόσο δυναμικότερα και παραγωγικότερα, όσο πιο απρόσκοπτα αυτή μπορεί να αναπτυχθεί...Το πρώτο βήμα, η δημιουργία της κοσμοεικόνας μέσα από τη ζωή, είναι δουλειά της καθαρής επιστήμης, το δεύτερο βήμα, η αξιοποίηση της επιστημονικής κοσμοεικόνας για την πράξη, είναι δουλειά της τεχνικής (Max Planck, ό.π., σ. 36 κ.ε.).

Όταν, πολύ νέος, έγραφα το βιβλίο μου Ανθρωπισμός-Διαλεκτική φιλολογίας και θετικών επιστημών, είχα την ορθή-ενδεχομένως-εντύπωση ότι ο ανθρωπισμός ως γνήσιος ανθρωπισμός θα μπορούσε να ενσωματωθεί στο οικοδόμημα της θετικής επιστήμης ως ένα σπουδαίο σημείο αναφοράς. και μάλιστα ως μία συνεχής διαλεκτική σχέση.
Η «υπεράσπιση της ζωής», είναι βασική προϋπόθεση που ενσωματώνεται και πρέπει να ενσωματωθεί ως μία σταθερή βάση στο οικοδόμημα της θετικής επιστήμης «που θα είναι εκ των προτέρων ασφαλής από κάθε άποψη και δεν θα διαταράσσεται από εξωτερικές θύελλες». επειδή στην αντίθετη περίπτωση μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά και χωρίς να γίνεται πλήρως κατανοητό στην έννοια της παγκόσμιας φθοράς. Άλλωστε η «υπεράσπιση της ζωής» είναι-και οφείλει να είναι- η κοινή βάση αφόρμησης όλων των επιστημών.

Η έννοια του «ουσιώδους» και η έννοια της «μεταβαλλόμενης κοσμοεικόνας», όπως και η έννοια της αναζήτησης ενός ύψιστου κανόνα συμπεριφοράς (Νorm), «γνώμονα», «αρχή», που σχηματίζουν οι άνθρωποι μέσα στις έξι περίπου χιλιετίες του πολιτισμού διαμορφώνεται κυρίως από την «επαρχιακή σκέψη».
Η «πολιτική τέχνη» που έστειλε ο Δίας με τον Ερμή σε όλους τους ανθρώπους ώστε να εξακολουθήσουν να έχουν ύπαρξη και να μην αλληλοεξοντωθούν, διαμορφούμενη από την «επαρχιακή σκέψη» των ανθρώπων δημιουργεί ό,τι γενικώς αποκαλούμε πρόοδο. Αλλά παράγει και αφόρητα καταστροφικά αποτελέσματα και καταστάσεις αφόρητης αγριότητας σε ό,τι αφορά τη μεταχείριση του ανθρώπου από άνθρωπο. Αυτή η αγριότητα ενσκήπτει και κατά τα 6000 χρόνια του πολιτισμού (4000 χρόνια π.Χ. έως 2000 χρόνια μ.Χ.).

Οι ανθρωπολόγοι μας πληροφορούν ότι στην πριν από τον πολιτισμό εκτεταμένη περίοδο των 3,5 εκατομμυρίων χρόνων της Λιθίνης Εποχής δεν υπήρχε αυτή η αγριότητα στη μεταχείριση ανθρώπου από άνθρωπο. Και ότι αυτή είναι προϊόν των 6000 χρόνων του πολιτισμού.

Κάποια στιγμή όμως και μέσα στην περίοδο του πολιτισμού κάνει την εμφάνισή της μια έννοια ηπιότερης μεταχείρισης του ανθρώπου από άνθρωπο: τον 4ο αιώνα π. Χ. η ανήκεστα εκτεταμένη καταστροφή, που έχει προκαλέσει ο Πελοποννησιακός Πόλεμος (431-404 π. Χ.), φέρνει στο προσκήνιο μία «ουσιώδη» έννοια, που θα επηρεάζει ως τις μέρες μας, τουλάχιστον θεωρητικά, την ανθρώπινη πραγματικότητα. Είναι η έννοια της «ανθρωπιάς και του «ανθρωπισμού», που κατά τον Bruno Snell ξεκινάει από τον Ισοκράτη «όταν αναπτύσσει τη διαφορά ανάμεσα στον άνθρωπο και το ζώο: χάρη στη δύναμη του λόγου και της πειθούς δημιουργήθηκαν οι πόλεις, οι νόμοι, οι τέχνες και οι άλλες δεξιότητες...». Ο Ισοκράτης λέει προς τους Αθηναίους ότι «είστε καλύτερα εκπαιδευμένοι (πεπαιδεύσθαι) στη σκέψη και στον λόγο». (Bruno Snell, ό.π., σ. 334). Αυτή ακριβώς η ιδέα θα περάσει, μέσω του Κικέρωνα και του Πετράρχη, στον ευρωπαϊκό χώρο. Ουσιώδης διατύπωση του ανθρωπισμού είναι ότι ο κάθε άνθρωπος έχει αξία και ότι ο οίκτος και ο έλεος είναι αρχές βασικές για την υπεράσπιση της ανθρώπινης ζωής και της ζωής γενικότερα.

Η αξία της ανθρώπινης ζωής, ο οίκτος και ο έλεος και «η συμπαθητική υποχωρητικότητα που ενώνει τους ανθρώπους», ως ουσιώδη χαρακτηριστικά της ανθρώπινης «εν κοινωνία» ζωής, είναι δημιούργημα του 4ου αιώνα π.Χ. Γνήσιος ανθρωπιστής φιλόλογος, ο Bruno Snell, σημειώνει ότι: «Μετά το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου η θρησκευτική υποχρέωση απέναντι στον αβοήθητο συνάνθρωπο και ο σεβασμός απέναντι στην κοινωνική ομάδα, στην οποία ανήκει κάποιος, γενικά ατονούν. Τότε συναντούμε στην Αθήνα μια τάξη από μορφωμένους που είναι, θα λέγαμε, εσωτερικά εκδημοκρατισμένοι. Αυτοί είναι περήφανοι για την "ανθρωπιά" τους και αναγνωρίζουν ότι κάθε άνθρωπος, άσχετα με το μορφωτικό του επίπεδο, έχει αξία». Το αίσθημα αυτό για τον άνθρωπο εκφράζεται με ιδιαίτερη έμφαση όταν κάποιος αδικείται, λ.χ. στον Ευριπίδη... Ο Ξενοφώντας λέει για τον βασιλιά Αγησίλαο: «Συχνά πρόσταζε τους στρατιώτες να μην συμπεριφέρονται στους αιχμαλώτους όπως σε εγκληματίες, αλλά να τους φρουρούν ως ανθρώπους». Στη συνέχεια διηγείται ο Ξενοφώντας ότι ο Αγησίλαος όσες πόλεις δεν μπορούσε να τις υποτάξει με τη βία, τις κέρδιζε με το μέρος του χάρη στη «φιλανθρωπία».

Οι λέξεις φιλανθρωπία και φιλάνθρωπος εμφανίζονται συχνά τον 4ο αιώνα, όταν δημιουργείται το αίσθημα ότι ένα αβοήθητο και βασανισμένο πρόσωπο είναι «επίσης άνθρωπος». Ο Ξενοφώντας αποδίδει και στον Κύρο ανθρωπιστική διάθεση, βάζοντας στο στόμα του τα ακόλουθα λόγια προς τους στρατιώτες του: «Ισχύει ως αιώνιος νόμος ανάμεσα στους ανθρώπους ότι σε μια κυριευμένη πόλη οι κάτοικοι και οι περιουσίες τους ανήκουν στους κατακτητές. Δεν αποτελεί, επομένως, αδίκημα αν πάρετε ό,τι μπορείτε αλλά αν αφήσετε κάτι στα θύματα, το γεγονός ότι δεν το πήρατε αποτελεί ένδειξη της αγάπης σας για τον άνθρωπο. (Bruno Snell, Η ανακάλυψη του πνεύματος, ό.π., σ. 338-339). Άλλωστε, ο Κύλινδρος του Κύρου (539 π.Χ.) θεωρείται ως η πρώτη διακήρυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο και έχει μεταφραστεί και στις 6 επίσημες γλώσσες του Ο.Η.Ε. Οι διατάξεις του Κυλίνδρου του Κύρου έχουν παρά τη σημασία τους, και άμεση σχέση με τη διπλωματική διαχείριση του ανθρώπου από άνθρωπο.

Ευκρινή υπόσταση έχουν προσλάβει οι παραπάνω έννοιες και πριν από τον 4ο αιώνα, στο κορυφαίο, ίσως, επίτευγμα της ανθρώπινης σκέψης και τέχνης, και που είναι η αρχαία τραγωδία. Η τραγωδία δεν αποτελεί απλώς – ή και πολύ σύνθετα – μια τέχνη που φωτίζει την ιδιοσυστασία του ανθρωπίνου όντος και την παρουσία του σε συνθήκες πραγματικής ζωής, είναι και μία υψηλή τέχνη-πρόθεση αποτροπής της ανθρώπινης τραγωδίας.
Φαίνεται περίεργο που η φιλολογική επιστήμη, ακμάζουσα για πολλούς αιώνες, από την ελληνιστική περίοδο και μετά, δεν είδε καθόλου την κορυφαία αυτή πρόθεση της αρχαίας τραγωδίας, που είναι η αποτροπή της τραγωδίας, στην καθ'ημέραν και με χρονικούς προσδιορισμούς ανθρώπινη ζωή.

Η μεγάλη αντίθεση προς τις έννοιες του οίκτου, του ελέους και της συμπόνιας επήρε την πλήρη της φιλοσοφική διάσταση στην φιλοσοφία του Νίτσε, όπου ο «υπεράνθρωπος αναμορφωτής» εκθεμελιώνει ανενδοιάστως παν ό,τι εδημιούργησε ο άνθρωπος ως πολιτισμό και ως κοινωνική συμβίωση.
Αλλ' ο Νίτσε, πολύ δυστυχής γενικώς άνθρωπος, δεν προσδιόρισε ποτέ την πραγματικότητα που θα υπάρξει μετά την πλήρη εκθεμελίωση καθετί του ανθρώπινου, που εμπεριέχει και τον οίκτο και το έλεος και την καλοσύνη... Απεναντίας αναφερόμενος και εκθειάζοντας το «διονυσιακό» στοιχείο, ως πηγή εκθεμελίωσης, απορρίπτει τον Πλάτωνα, τον Χριστιανισμό ή τον Σοπενχάουερ.

«Η επικύρωση της ζωής ως και για τα πλέον αλλόκοτα και τα πλέον δύσβατα προβλήματά της, η θέληση ζωής ευχαριστούμενης να κάνει τη θυσία των υψηλότερων τύπων της προς ωφέλεια του δικού της ανεξάντλητου χαρακτήρα – αυτό είναι που ονόμασα διονυσιακό, σ' αυτό επίστεψα πως αναγνωρίζω τ' οδηγητικό νήμα που μας φέρνει στην ψυχολογία του τραγικού ποιητή. Όχι προς απαλλαγή από του φόβου και του ελέους, όχι για τον εξαγνισμό από ένα επικίνδυνο πάθος με το βίαιο ξεκένωμά του – έτσι το εννοούσε ο Αριστοτέλης – αλλά για προσωποποίηση του εαυτού μας υπεράνω του φόβου και του ελέους, για την αιώνια χαρά εκείνου που θα γίνει – εκείνη τη χαρά που φέρνει μέσα της ως και τη χαρά του εκμηδενισμού...» (Φρειδερίκου Νίτσε, Ίδε ο άνθρωπος, μτφρ. Ι. Ζερβού, εκδ. Πέλλα, Αθήνα, χ.χ., σ. 97).

Ο Βιλαμόβιτς στην κριτική που άσκησε στη Γέννηση της τραγωδίας (Die Geburt Der Tragodie) του Νίτσε, αμέσως μετά τη δημοσίευσή της (Λειψία, 2 Ιανουαρίου 1872), κατανόησε ευθύς εξαρχής τη «νιτσεϊκή παρανοϊκότητα». Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω, αν θα μπορούσε να ιδεί το έργο του Νίτσε και ως ένα πεδίο μελέτης του ύψους και των ορίων της δημιουργικής απόκλισης στην ποίηση και στην εν γένει ανθρώπινη σκέψη. Αλλ' η κριτική του Βιλαμόβιτς ήταν αντικειμενική. Όπως και η κριτική του Βίνγκελμαν και του Μπούρκχαρτ.

Ο Νίτσε υπήρξε ένας βαθειά δυστυχισμένος – υπερευαίσθητος και αδύναμος – άνθρωπος, με μόνη σταθερή ικανοποίηση στην καθημερινή του ζωή τον αυτοθαυμασμό του για το «μεγαλειώδες» και το «ανεπανάληπτο και μοναδικό» του έργου του. Αλλ' αυτό δεν επαρκούσε για την απαλλαγή της καθημερινής του ζωής από τη βίωση μιας τραγικής για τον ίδιο πραγματικότητας. Υπέθετα πάντα ότι αν είχε βρεθεί μια γυναίκα που να του αφοσιωθεί πραγματικά και να του προσφέρει τη χαρά του έρωτα στην πληρότητά του, το έργο του ενδεχομένως και να διαποτιζόταν από μιαν άλλη χροιά, στα όρια του ανθρώπινου. Η επίμονη αναζήτηση αυτής της γυναίκας πρέπει να αποτελούσε και τη δική του αντίληψη για την ευτυχία - και τη μη δυστυχία, συνειδητή ή όχι - της καθημερινής του ζωής. (Βλ. και Sue Prideaux,Φρίντριχ Νίτσε-Δεν είμαι άνθρωπος, είμαι δυναμίτης», μτφρ. Νίνα Μπούρη, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2018).
Ενδεχομένως δεν υπήρξε ποτέ στην ιστορία του πνεύματος μεγαλύτερη παρανόηση της Αθηναϊκής τραγωδίας και των τραγικών ποιητών της Αρχαίας Αθήνας από τη νιτσεϊκή εκδοχή. Επειδή υψηλή και εναργής πρόθεση της αθηναϊκής τραγωδίας ήταν ακριβώς ο οίκτος και ο έλεος, που προέρχονται από την-πλατιά και σε βάθος- κατανόηση της βαριάς ανθρώπινης μοίρας. Ο Αριστοτέλης έχει εντελώς δίκιο στη δική του θεώρηση και στη διατύπωση της ιστορικής του φράσης: «Έστιν ουν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας...δι'ελέου και φόβου περαίνουσα...»

Και κάτι πολύ περισσότερο, που ενυπάρχει, όπως παραπάνω επισημάναμε, στην αθηναϊκή τραγωδία και που η φιλολογική σκέψη ως τις μέρες μας καθόλου μάλλον δεν κατόρθωσε να προσεγγίσει: κορυφαία πρόθεση της αρχαίας τραγωδίας είναι να αποτρέψει πλήρως την ίδια την ανθρώπινη τραγωδία! Η απαρχή της ωραίας αυτής πρόθεσης φαίνεται καθαρά στην Αντιγόνη του Σοφοκλή, και από τα λόγια που ο ποιητής βάζει στο στόμα ενός νέου ανθρώπου, του Αίμονα, στην εναγώνια προσπάθειά του να αποτρέψει την εκτέλεση της γυναίκας που αγαπάει. Απευθυνόμενος προς τον πατέρα του Κρέοντα, τελειώνει τη σοφά δομημένη υπεράσπιση της Αντιγόνης με τους στίχους:
γνώμη γὰρ εἴ τις κἀπ᾽ ἐμοῦ νεωτέρου πρόσεστι, φήμ᾽ ἔγωγε πρεσβεύειν πολὺ/φῦναί τιν᾽ ἄνδρα πάντ᾽ ἐπιστήμης πλέων·/εἰ δ᾽ οὖν, φιλεῖ γὰρ τοῦτο μὴ ταύτῃ ῥέπειν,/καὶ τῶν λεγόντων εὖ καλὸν τὸ μανθάνειν.

(... γιατί αν είμαι/άξιος κι εγώ, αν και νεότερος, να πω/κάτι σωστό, λέω πως πολύ πιο πάνω/απ᾽ όλα αξίζει να ᾽χει γεννηθεί/κανείς μ᾽ όλη του κόσμου τη σοφία· («πάνσοφος εν πάσι» Lidell-Scott)/μα αφού δεν συνηθίζεται ένα τέτοιο πράμα/να συμβαίνει, καλό είναι και να θέλει να μαθαίνει ο άνθρωπος από εκείνους που σωστά μιλούν).

Στο σημείο αυτό για πρώτη ενδεχομένως φορά στην ιστορία της ανθρώπινης σκέψης κάνει την εμφάνισή της η άποψη ότι η με πληρότητα γνώση, που μέσα της ενυπάρχει και η διαρκώς βελτιούμενη επιστημονική γνώση, μπορεί να αποτρέψει την τραγωδία και τις πράξεις απανθρωπιάς.

Η Ευφυΐα.

Ο όρος «ευφυΐα» παραμένει κάτι το ασαφές, που προσδιορίζεται απλώς ως ένα σύνολο ανθρωπίνων ιδιοτήτων: «λογικής κατανόησης, μάθησης, συλλογισμού, δημιουργικότητας, κριτικής σκέψης, επίλυσης προβλημάτων, συναισθηματικής γνώσης...» Αλλ'αυτό που αποκαλούμε ευφυΐα διαδραματίζει τον καθοριστικό ρόλο της ύπαρξης της ζωής στον πλανήτη. Δεν θα μιλήσομε ούτε για τη συμπαντική ευφυΐα, ούτε για την ευφυΐα των έμβιων όντων. Θα παρατηρήσομε μερικά ζητήματα και ερωτήματα που έχουν άμεση σχέση με ό,τι αποκαλούμε ανθρώπινη ευφυΐα.
Επιστρέφομε έτσι στο πιο πάνω κορυφαίο προς κατανόηση ζήτημα που είναι το αν η ανθρώπινη ευφυΐα είναι σε θέση να κατανοήσει το πώς διαμορφώνεται η πραγματικότητα στις μέρες μας, καθώς κι αυτή που είναι άμεσα ορατή για το προσεχές μέλλον• και τελικά αν υπάρχουν δυνάμεις που υπερασπίζονται αποτελεσματικά την ανθρώπινη ζωή και ύπαρξη, ή κι αν μπορεί να υπάρξουν παρόμοιες δυνάμεις και ποιες μπορεί να είναι συγκεκριμένα αυτές οι δυνάμεις.
Θα μπορούσε ίσως, με μια εντελώς γενικευτική διάθεση, να ορίσομε την ανθρώπινη ευφυΐα, ως την ικανότητα λογικής κατανόησης μιας πραγματικότητας και δημιουργίας γνώσης που πρέπει να εφαρμόζεται για την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων της ανθρώπινης ζωής και τους περαιτέρω «επ' αγαθώ» σχεδιασμούς. Αυτή η ευφυΐα διαμορφώθηκε στη διαδρομή χιλιάδων ή και εκατομμυρίων χρόνων και ενυπάρχει στα γονίδια του ανθρώπου αποτυπωμένη εναργώς και πάντοτε διαμορφούμενη.

Το ερώτημα τίθεται, επειδή στα 6000 χρόνια πολιτισμού δημιουργήθηκαν καταστάσεις, που ούτως ή άλλως υπήρξαν ανυπόφορα τραγικές και δημιούργησαν τόση δυστυχία στους ανθρώπους ώστε – δικαίως – να τίθεται εν αμφιβόλω η επάρκεια της ανθρώπινης ευφυΐας. Μπορούμε να διαπιστώσομε και παρά τα μεγάλα επιτεύγματα της τέχνης, της επιστήμης και της τεχνολογίας ότι αυτή η ευφυΐα υπήρξε πράγματι ανεπαρκής ως δημιουργός «πολιτικής τέχνης» και λιγότερο ανεπαρκής ως δημιουργός «έντεχνης σοφίας». Παραμένει λοιπόν το ερώτημα αν, στην εν εξελίξει – και μάλιστα με ταχύτατο ρυθμό – σημερινή πραγματικότητα, η ανθρώπινη ευφυΐα έχει τη δυνατότητα να αποτρέψει τα υπάρχοντα και τα επερχόμενα δεινά. Εκ παραλλήλου, αν μπορεί να δημιουργήσει την τόσο αναγκαία για την ανθρώπινη παρουσία αισιόδοξη προοπτική, με ποια ουσιώδη στοιχεία και με ποιες πράξεις, δημιουργούς της βάσιμης για την όλη μας ύπαρξη και επιβίωση ελπίδας. Ο Πλάτων στην ιδανική Πολιτεία του επιχειρεί μια πολύ κοπιώδη προσέγγιση του μεγάλου ζητήματος της Δικαιοσύνης. Και ο Χριστιανισμός έφερε και ξανάφερε στο προσκήνιο, ως καθοριστική, την έννοια της δικαιοσύνης: «Δικαιοσύνην μάθετε, οι ενοικούντες επί της γης» (Ησαΐας, 26, 9).
«Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην...» (4ος μακαρισμός από την Επί του όρους ομιλία του Ιησού, Ματθαίου 5,6).
«Ποίαν δικαιοσύνην; Την καθόλου αρετήν ή την μερικήν ταύτην, την εναντίας τη πλεονεξία κειμένην» (Ιωάννης Χρυσόστομος)
«Μη κρίνετε κατ'όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε» (Ιωάννου, 7, 24). (Ευχαριστώ τον αγαπητό μου φίλο, Οδυσσέα Μανωλίτση, θεολόγο και φιλόλογο, για τις παραπάνω παραπομπές).

Η επάρκεια ή η ανεπάρκεια της ανθρώπινης ευφυΐας παραμένει όντως ένα μεγάλο και ανεξιχνίαστο ακόμη ζήτημα. Ο καθένας μας θεωρεί την ευφυΐα του δεδομένη για να καταπιαστεί με ό,τι καταπιάνεται, να σχεδιάσει ό,τι σχεδιάζει και πράττει. Αλλά –για παράδειγμα- από τους Άγγλους διαφωτιστές φιλοσόφους και τα συγγράμματά τους μέχρι και τα πολλαπλώς δρώντα πρόσωπα της σύγχρονής μας σκέψης και πράξης δε φαίνεται κανένας που να αμφιβάλλει για την προσωπική του δυνατότητα. Σε κανένα σύγγραμμα δεν διαγιγνώσκεται αυτή η αμφιβολία. Οι πάντες θεωρούν –και θεωρούμε- την ευφυΐα τους δεδομένη για να χειριστούν αυτά τα μεγάλα ή όχι ζητήματα της καθημερινής μας ζωής. Είναι όμως η επάρκεια αυτής της ευφυΐας δεδομένη; Και παρ'όλα αυτά όμως η κοινή αίσθηση είναι ότι πρέπει να αντιμετωπίσομε τις δυσμενείς καταστάσεις και ότι πρέπει να προχωρήσομε.

Το πρώτο ερώτημα που εγείρεται είναι, αν η ανθρώπινη ευφυΐα επαρκεί για να αντιμετωπίσει τα συγκεκριμένα δεινά της εποχής μας, όπως ο διαρκώς μεταλλασσόμενος Covid-19, -και, παράλληλα, η εγειρόμενη απειλή μεγάλης πολεμικής σύρραξης-, οι διαρκώς – και κατά «μυστηριώδη» πλέον τρόπο – εντεινόμενες θύελλες και καταιγίδες και η όλη – εξαιτίας των παραπάνω φαινομένων – δημιουργούμενη αστάθεια και ανισορροπία στην οικονομία, και σε όλες τις ζωτικές λειτουργίες, που επιτελούν οι άνθρωποι για την υπεράσπιση της ζωής.

Το επίσης κορυφαίο ερώτημα των ημερών μας είναι αν, ό,τι συντίθεται ως επικίνδυνη ή και άκρως επικίνδυνη πραγματικότητα για τις μέρες μας, αποτελεί κάτι το εντελώς πρωτόγνωρο, που η ανθρωπότητα δεν είχε να αντιμετωπίσει σε κανέναν από τους προηγούμενους αιώνες του πολιτισμού της;
Οι ειδικοί που μελετούν τα συναφή φαινόμενα, θεωρούν ότι πρόκειται για κάτι το εντελώς πρωτόγνωρο και αξεπέραστα επικίνδυνο, που η ανθρωπότητα δεν είχε να αντιμετωπίσει σε καμία από τις προηγούμενες φάσεις της ιστορίας. Άλλωστε κάτι παρόμοιο εκφράζει και ο Πικρός εξωγήινος, που απευθυνόμενος προς τους ανθρώπους, προειδοποιεί: «Αν δεν ενηλικιωθείτε σε σοφία οι μέρες που έρχονται για σας, θα είναι μοναδικές της αλήθειας, της πραγματικής, εγκληματικής σας φύσης. Μόνο στο πιο άδικο και απαγριωμένο σημείο του σύμπαντος, που είναι ο πλανήτης Γη, φλυαρούν τόσο για τον πολιτισμό τους!» (Σπύρος Βρεττός, Πικρός εξωγήινος, εκδ. Βακχικόν, Αθήνα 2018, σ. 58).

Αν το πράγμα έχει έτσι – και το πιθανότερο είναι το πράγμα να έχει έτσι και μόνο – τότε είναι ωραίο, αν μπορούμε να σταθμίσουμε τις δυνατότητες άμυνας και διάσωσης, που έχει η ανθρωπότητα αυτή τη στιγμή.
Ως προς την «πολιτική τέχνη», σημειώσαμε και πιο πάνω ότι καθώς αυτή εξακολουθεί να εκπορεύεται, για 6000 χρόνια – και παραπάνω ενδεχομένως –, από την «επαρχιακή σκέψη» (σκέψη που εκπροσωπεί το συμφέρον ορισμένων διαρκώς αλληλοσυγκρουόμενων ομάδων και χωρών), δεν φαίνεται ότι η «επαρχιακή σκέψη» και η πολιτική τέχνη έχουν τη δυνατότητα να αποτρέψουν αυτό που συμβαίνει κι αυτό που, ως νομοτέλεια πλέον, έρχεται.

Ακόμα και από μια βιαστική επισκόπηση της ως τις μέρες μας ιστορικής εμπειρίας, γίνεται φανερό, ότι η «επαρχιακή σκέψη» εμπεριέχει αφ' εαυτής την έννοια της κατάρρευσης. Οι ωστικές της δυνάμεις φτάνουν κάποια στιγμή σε μία κορύφωση, η όλη κατάσταση κάποια στιγμή επιπεδοποιείται για ένα χρονικό διάστημα και επέρχεται η κάμψη και η παρακμή. Το γεγονός της κατάρρευσης δεν είναι ακριβώς κάτι ανάλογο με αυτό που συμβαίνει με τους ζωικούς οργανισμούς: Γεννιούνται, αναπτύσσονται και κατόπιν παρακμάζουν και γερνούν... Ο ιστορικός Άρνολντ Τόυνμπη διαφωνεί στο σημείο αυτό ριζικά με τον Σπέγκλερ και τις απόψεις που διατύπωσε το 1922, για μια νομοτελειακή κατάρρευση των πολιτισμών. Ο Τόυνμπη αφήνει μια δυνατότητα ανθρώπινης παρέμβασης, θετικής πάντοτε. Στο σημείο αυτό, αν και προηγείται περίπου 70 χρόνια της σπουδαίας διεπιστημονικής μελέτης της NASA (Πρόγραμμα HANDY), που επίσης εκφράζει και μια αισιόδοξη δυνατότητα παρέμβασης για την αποτροπή μιας κατάρρευσης, στο σημείο αυτό που μας αφορά εξαιρετικά και σήμερα, όντως η προσοχή μας μπορεί και οφείλει να στραφεί προς την έννοια της αποτροπής αυτού που ζούμε και αυτού που νομοτελειακά έρχεται.

Δύο αισιόδοξα σημεία αποτροπής από την ιστορία του Ψυχρού Πολέμου (1945-1991), και σε μία χρονική περίοδο αδυσώπητης αντιπαράθεσης ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης, αποτελούν η «Κρίση των πυραύλων της Κούβας» (Cuban Missile Crisis), από 14 έως 28 Οκτωβρίου 1962 και η «Συνθήκη για τις πυρηνικές δυνάμεις μεσαίας εμβέλειας», 8 Δεκεμβρίου 1987.

Το πρώτο ιστορικό γεγονός, η Κρίση δηλαδή των πυραύλων της Κούβας, που προήλθε από την ανάπτυξη σοβιετικών βαλλιστικών πυραύλων με πυρηνικές κεφαλές στο έδαφος της Κούβας, ως απάντηση στην εγκατάσταση αμερικανικών πυρηνικών πυραύλων στο έδαφος της Μεγάλης Βρετανίας, της Ιταλίας και κυρίως της Τουρκίας. Αλλά τόσο ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζων Φιτζέραλντ Κένεντυ όσο και ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Υπουργών της ΕΣΣΔ, Νικήτα Χρουτσώφ, επέδειξαν την αναγκαία σοφία μιας σωτήριας συνεννόησης για την αποτροπή ενός παγκόσμιου πυρηνικού πολέμου, με την άκρως ενεργό παρουσία ενός πολύ προικισμένου Βιρμανού διπλωμάτη και τότε Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Ου Θαντ (U. Thant Sithu) και του Πόμπερτ Κέννεντυ, ως του κυριότερου συμβούλου του Προέδρου Τζων Κέννεντυ. Ο Νικήτα Χρουτσώφ, συμβουλευόμενος διαρκώς και όλους τους εμπλεκόμενους σοβιετικούς παράγοντες, επρότεινε αμοιβαία αποχώρηση της ΕΣΣΔ από την Κούβα και των ΗΠΑ από Ασία και Ευρώπη. Η εγκατάσταση των σοβιετικών πυραύλων στην Κούβα θα σταματούσε και οι πύραυλοι που είχαν εγκατασταθεί θα επέστρεφαν στην ΕΣΣΔ. Ο Κέννεντυ δεσμεύτηκε πως οι ΗΠΑ δεν θα εισέβαλαν στην Κούβα, και μυστικά αποδέχτηκε την απομάκρυνση των αμερικανικών πυραύλων από την Τουρκία. Ήταν μια σωτήρια πράξη-και σπουδαία παρακαταθήκη για το μέλλον- από τέσσερις ανθρώπους, που είχαν πλήρη συναίσθηση του βάρους της ιστορίας εκείνης της περιόδου και της προσωπικής τους ευθύνης ώστε να αποφασίσουν με γνώμονα την αναγκαία «διευρυμένη σκέψη», που απεργάζεται το συμφέρον όλης της ανθρωπότητας. Η ανθρωπότητα, μετά τη συμφωνία, μπορούσε να ανασάνει λιγότερο εναγώνια. (Βλ. Wikipedia, και για μια συνολικότερη εικόνα, Allison Graham, Philip Zelikow, Η κρίση της Κούβας. και Robert F.Kennedy, Δεκατρείς μέρες-Η κρίση των πυραύλων της Κούβας, Λιναίος, 1971). Οι επιστολές που αντάλλαξαν ο Τζων Κέννεντι και ο Νικήτα Χρουτσώφ κατά τη διάρκεια των δεκατριών ημερών αυτής της μεγάλης κρίσης, και που συμπεριλαμβάνονται στο παραπάνω βιβλίο, αποτελούν πηγή πολιτικής σύνεσης και σοφίας για όλη την υπό διαμόρφωση σημερινή μας πραγματικότητα.

Το δεύτερο ιστορικό γεγονός υπήρξε η Συνθήκη INF (Intermediate –Range Nuclear Forces), που υπογράφηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1987 από τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ρόναλντ Ρήγκαν και τον Πρόεδρο της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσώφ. Βάσει της εφαρμογής αυτής της συμφωνίας το 1991, καταστράφηκε μια ολόκληρη κατηγορία συμβατικών και πυρηνικών οπλικών συστημάτων. Το όλο ζήτημα των πυρηνικών όπλων μεσαίου βεληνεκούς είχε τεράστια σημασία επειδή οι εκατέρωθεν εξοπλισμοί είχαν αναχθεί στο σημείο του να «προσφέρουν» τη δυνατότητα του πρώτου χτυπήματος. Πράγμα που σημαίνει ότι όποιος προλάβαινε να χτυπήσει πρώτος θα αφαιρούσε παντελώς τη δυνατότητα του άλλου για οποιαδήποτε αντίδραση. Επρόκειτο πράγματι για μία τρομερά δελεαστική πρόταση της ιστορίας προς άμυαλους ανθρώπους. Αλλ'ευτυχώς και οι τρεις πρωταγωνιστές αποδείχτηκαν εχέφρονες. Επρόκειτο για ουσιώδεις πράξεις αποτροπής αφόρητων δεινών και υπεράσπισης της ζωής.

Αυτό που μπορούμε να προσδιορίσουμε ως αισιόδοξη δυνατότητα αποτρεπτικής δράσης στις μέρες μας είναι ότι: η ανθρωπότητα, στα πιο προηγμένα σημεία του πολιτισμού της, δηλαδή της «έντεχνης σοφίας», αναπτύσσει διαρκώς την ονομαζόμενη «τεχνητή νοημοσύνη». Και η τεχνητή ευφυΐα προσδιορίζεται με τις ανθρώπινες ιδιότητες μάθησης, προσαρμοστικότητας, εξαγωγής συμπερασμάτων, επίλυσης προβλημάτων... Ο Τζων Μακάρθυ μιλάει για την «επιστήμη και μεθοδολογία της δημιουργίας νοημόνων μηχανών».

Η τεχνητή νοημοσύνη αναπαράγοντας τις γνωστικές λειτουργίες ενός ανθρώπου μπορεί να παράξει νέα γνώση, σχεδιασμούς και νέα δημιουργικότητα, που κάποτε θα ξεπερνούν κατά πολύ την ανθρώπινη ευφυΐα και, ως εκ τούτου, και την ανθρώπινη ηθική ποιότητα. Στο βιβλίο μου «Απίστευτο μηχάνημα», ο δημιουργός του - ένας γνώστης βαθύς πολλών πεδίων της ως εδώ επιστημονικής ανθρώπινης γνώσης – του προσδίνει ως πρώτη σπουδαία δυνατότητα να μπορεί το Μηχάνημα να μετρήσει επακριβώς την υπάρχουσα ανθρώπινη ευφυΐα, ατομική και συλλογική, ώστε να διαπιστώσει αν αυτή επαρκεί για τη διάσωση του ανθρωπίνου όντος μέσα στις σημερινές πραγματικές συνθήκες ζωής. Αγαθή πρόθεση του κατασκευαστή, όπως και του Μηχανήματος, είναι εφόσον η ανθρώπινη ευφυΐα βρεθεί ελλιπής να συμπληρώσει τα κενά της ανθρώπινης ευφυΐας, το Μηχάνημα (η τεχνητή δηλαδή νοημοσύνη), ώστε ο άνθρωπος να επιβιώσει και να χαράξει πλέον ευτυχείς δρόμους ζωής.

Δυστυχώς όμως κάποιοι άνθρωποι, «δρώντα και αυτοί υποκείμενα της ιστορίας» δολοφονούν τον δημιουργό του Μηχανήματος, το κλέβουν και θέλουν να το χρησιμοποιήσουν μόνο και μόνο για την ανακάλυψη, αν υπάρχει, του μεγαλοφυούς ανθρώπου, που θα βάλει σε κίνδυνο την δική τους ύπαρξη ώστε να τον εξοντώσουν αμέσως. Αλλά το Μηχάνημα ούτε διαφθείρεται, ούτε εξαγοράζεται από τους ανθρώπους αυτούς. Απεναντίας κατορθώνει να φέρει εις πέρας την αποστολή για την οποία το δημιούργησε ο ευγενικός άνθρωπος – δημιουργός του. (Απίστευτο μηχάνημα, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2009).
Αλλ'ήδη η τεχνητή νοημοσύνη δεν φαίνεται να συμπεριλαμβάνει καθόλου τομείς όπως η παγκόσμια συνδιαλλαγή και η παγκόσμια συνεργασία για την αντιμετώπιση των μεγάλων δεινών που πλήττουν και θα πλήξουν την ανθρωπότητα. Αντίθετα, τίθεται η Τ.Ν. στην υπηρεσία της Επαρχιακής Σκέψης και του ανταγωνισμού των επιμέρους χωρών και ενώσεων χωρών του πλανήτη. Όσο αξιόπιστη Τ.Ν. κι αν παράξει μία χώρα ή ένας συνασπισμός χωρών δεν σημαίνει ότι θα παραμείνει αυτή σε μία πρωτοπορία. Γιατί πολύ γρήγορα σε ίδιο σημείο προόδου ως προς την Τ.Ν. θα φτάσουν και οι άλλες χώρες και οι συνασπισμοί χωρών του πλανήτη. Το όλο ζήτημα θα φανεί και θα προκύψει όταν η Τ.Ν. θα υποκαταστήσει τον άνθρωπο στην παραγωγική διαδικασία. Αλλά μέχρι τότε, το κυριότερο ζήτημα που προκύπτει είναι η επιβίωσή μας. Και η Τ.Ν. σ'αυτή ακριβώς την ιστορική συγκυρία που και η ίδια καθιστά περισσότερο ενεργό και εμφανή την παρουσία της έχει να μας προσφέρει πολλά σε συνεργασία και συμπόρευση με την ανθρώπινη ευφυΐα.

Είναι η πρώτη φορά που αυτό το είδος νοημοσύνης κάνει την ενεργό παρουσία του στο ανθρώπινο ιστορικό γίγνεσθαι. Αν και η τεχνητή ευφυΐα της εποχής μας παραμένει πολύ κατώτερη εκείνης του Ηφαίστου και των ρομποτικών του κατασκευών, αφού οι θεραπαινίδες – ρομπότ που εξυπηρετούν τους θεούς στα μεγάλα δείπνα που τους παραχωρεί ο Ήφαιστος στο εργαστήριό του, έχουν δική τους θέληση και σ' αυτές ενυπάρχει νους και λογική και φωνή και δύναμη. Τρίποδα τραπέζια πηγαινοέρχονταν στις συγκεντρώσεις των θεών για να μεταφέρουν σ' αυτούς αμέσως τα ποτά τους και τα φαγητά τους. Ο Τάλως, μπρούτζινο ρομπότ τεχνητό και αυτόβουλο που ο Ήφαιστος έχει κατασκευάσει για τον ετεροθαλή αδερφό του τον Μίνωα, βασιλιά της Κρήτης, επιτελεί ταυτοχρόνως περιφερόμενος στο μεγάλο νησί καθήκοντα δικαστή και μαζί πολεμικού υπερασπιστή. Παρόλο που η σύγχρονή μας ρομποτική ούτε καν μπορεί ακόμη να πλησιάσει εκείνη του Ηφαίστου και των ανθρωπόμορφων ρομπότ που αυτός κατασκευάζει, είναι τουλάχιστον εφικτό να ελπίζουμε σε μία πρωτοεμφανιζόμενη επίσης, μορφή διαλεκτικής μεταξύ ανθρώπινης ευφυΐας και της τεχνητής ευφυΐας των μηχανών. Οι ειδικοί επιστήμονες – και οι ασκούντες την πολιτική τέχνη – μπορούν έτσι να ιδούν καθαρότερα αυτό που έρχεται και με ποια τεχνική σοφία – τεχνολογικές δυνατότητες, αλλά και με ποια «πολιτική τέχνη» - πολιτικές αποφάσεις, και με ποιας μορφής παγκόσμια συνεργασία, μπορεί αυτό να αναχαιτισθεί.

Από τον Πλάτωνα μέχρι τον Μαρξ και από τον Κομφούκιο μέχρι τον Γκάντι, έχουν συντελεστεί τεράστιες πνευματικές διεργασίες στον πλανήτη.
Αλλά κάτι που μπορεί να εκφράσομε ως βεβαιότητα για τις μέρες μας, είναι ότι: Καμία χώρα ή συνασπισμός χωρών και κανένα άτομο ως ατομικότητα δεν μπορεί να αποτρέψει την επερχόμενη μεγάλη κατάρρευση, που θα είναι μια πολύμορφη σύνθεση ανυπέρβλητα μεγάλης δύναμης. που θα προκαλέσει κατάρρευση του ανθρώπινου παράγοντα, της παγκόσμιας οικονομίας και του εν γένει αστικού και φυσικού περιβάλλοντος του πλανήτη. Η αντιμετώπιση του Covid-19, παρόλο που τα εμβόλια τέθηκαν σε χρήση σε σύντομο χρονικό διάστημα, και παρόλο που με τα φάρμακα δεν έχομε ακόμη δει τα αποτελέσματα της παρουσίας τους, η αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων γίνεται εναγωνίως. Και καλό θα ήταν στα μέτρα στήριξης να συμπεριλαμβάνονται και οι οικογένειες που απορφανίζονται εξαιτίας του Covid-19, από τον έναν εργαζόμενο γονέα ή και τους δύο και παιδιά μένουν κυριολεκτικά «στον δρόμο».

Η «επαρχιακή σκέψη» εμπεριέχει και μία φοβερή, μακροχρόνια διεργασία, που θα μπορούσε να την αποδώσομε σωστά, ενδεχομένως, με την αρχαία φράση «καθίστημι άξιος θανάτου», που σημαίνει ότι καθιστώ τον εαυτό μου μακροχρόνια άξιο θανάτου ή ότι κάποιοι άλλοι με καθιστούν μακροχρόνια άξιο θανάτου, καθιστώντας εκ παραλλήλου και τον εαυτό τους αντάξιο για το ίδιο τίμημα.
Αλλά παρά την παραπάνω δυσοίωνη πρόβλεψη, καθώς το 2021 φεύγει, και ως απολογισμός – και ως αναγκαιότητα, εναπομένει ακόμα η δυνατότητα της δόμησης ενός νέου μοντέλου αισιόδοξης προοπτικής για τον άνθρωπο και τη ζωή γενικότερα: Συμπαρομαρτούντων, της επιστήμης και του παγκόσμιου πλούτου (μοναδικού για την ως εδώ ιστορία της ανθρωπότητας, όπου η διαλεκτική της παγκόσμιας διάσωσης και η ένωση των πολιτειών του κόσμου συνυπάρχουν και καθοδηγούν. Το όλον έργο είναι πολύ βαρύτερο «απ' όσο οι πλάτες των ολίγων» (ελίτ), μπορούν να σηκώσουν. Αλλ' αν συνυπάρξουν και οι πολλοί (μάζες), τότε το θαύμα μπορεί ν' αρχίσει να επιτελείται.

Μπορεί η ανθρώπινη φλυαρία 6000 χρόνων του πολιτισμού να εξακολουθεί να μας τέρπει εξόχως. Αλλά η ανθρώπινη ιστορία δεν μπορεί πλέον να συνεχίσει να εκτυλίσσεται κάτω από τις κατευθύνσεις της «επαρχιακής σκέψης», παρόλο που συνεχίζει να εκτυλίσσεται ακριβώς έτσι μέχρι αυτή τη στιγμή. Η επαπειλούμενη συντέλεια έχει καταστεί εξαιρετικά πιθανή για λόγους που λίγο ή πολύ όλοι οι άνθρωποι γνωρίζουν. Και παρόλο που εκατομμύρια άνθρωποι, με διάφορες ιδιότητες και επαγγέλματα, ηρωικά υπερασπίζονται τη ζωή κάθε μέρα-όπως και οι άνθρωποι περασμένων κρίσιμων περιόδων της ιστορίας- σε όλο τον πλανήτη, με προεξάρχοντες αυτή τη στιγμή, τους ανεξάντλητα κοπιώντες φορείς υπεράσπισης της υγείας των ανθρώπων.

Πάντως, στο βιβλίο μου «Αγωνία Επιβίωσης», παρόλο που πριν από 30 χρόνια όλες οι εικόνες μιας επερχόμενης καταστροφής δίνονται στην πιο απλή και στην πιο σύνθετή τους εκδοχή, όπως ακριβώς συμβαίνει στις μέρες μας, εν τούτοις καμία τελική συντέλεια δεν απεικονίζεται. Αλλ'απεναντίας, στη μακρά διάρκεια της ιστορίας φαίνεται πως επιτυγχάνεται από τους ανθρώπους τόσο η «Ένωση των Πολιτειών του Κόσμου», σύμφωνα με την αγόρευση του Ισοκράτη στο Μεγάλο Συνέδριο της Κόλασης, με θέμα τη σωτηρία του πλανήτη Γη! Υλοποιείται φαίνεται, και η «Διαλεκτική της Παγκόσμιας Διάσωσης». Η περαιτέρω ζωή για τους ανθρώπους του πλανήτη φαίνεται ότι καθίσταται πολύ-πολύ περισσότερο «ανθρώπινη», δημιουργικά αισιόδοξη και ευτυχισμένη. Οι νεότερες γενιές ανθρώπων φαίνεται ότι έχουν ανακαλύψει νέους δρόμους υπεράσπισης της ζωής τους, πέρ'από τους στενούς ορίζοντες της «επαρχιακής σκέψης», που είναι ως να επιβουλεύεται διαρκώς τη ζωή τους. Ακόμα κι όταν μια νέα περίοδος παγετώνων απειλεί να σβήσει τη ζωή στον πλανήτη, στο βάθος πολύ μακρινών χρόνων, η γήινη τεχνολογία πετυχαίνει να την ανακόψει και να την αποτρέψει.

«Αμαυρωμένος, λειψός ήλιος, σε μια γρήγορη εναλλαγή εικόνων, φάνηκε στο παγερό βάθος τ'ουρανού. Ήταν ο ήλιος που έσβηνε κι όλο έσβηνε, τρεμόπαιγμα του ατελεύτητου, μακρινού θανάτου. Τα λιγοστά λουλούδια έτειναν να παγώσουν. Και τα μικρά ζώα έτειναν να παγώσουν, και οι άνθρωποι έτειναν να παγώσουν. Τα γυμνά δέντρα, μέσα στην αιωρούμενη παγωνιά, έπαιρναν το σταχτί χρώμα του θανάτου.
Κάτω βαθιά στη γης όμως, αντηχούσαν οι ασταμάτητοι θόρυβοι απ'τα υπόγεια εργαστήρια των νάνων. Έδιναν εκεί την τελευταία τους μεγάλη μάχη, για την αμετακίνητη νίκη... Μα η παγωνιά όλο και μεγάλωνε κι οι πνοές της ζωής όδευαν προς το έσχατο τέλος.
Αίφνης μια έκρηξη από τα βάθη της γης: μέσ'από καπνούς και φωτιά, μια σφαίρα κόκκινη φάνηκε ν'ανυψώνεται κατά τον ουρανό .Και προχωρώντας απόμεινε στο προκαθορισμένο ύψος, διαγράφοντας την πρώτη της ισόρροπη κίνηση, τροχιά για την αιωνιότητα.

Το σκοτάδι πήρε και διαλυόταν αργά. Και τα μικρά λουλούδια ανύψωσαν τα κεφαλάκια τους, και τα πουλιά τίναξαν τις φτερούγες τους και μουδιασμένα στην αρχή, πέταξαν στα κοντινά δέντρα κι οι άνθρωποι, δειλά, εγκατέλειπαν τα σκοτεινά τους καταφύγια. Μακρινοί ήχοι χαρμόσυνης, πρωτάκουστης μουσικής, αντήχησαν. Αλλά μάλλον του μέτρου και της αρμονίας ήχοι».
Έχει περάσει απροσδιόριστος χρόνος ευτυχίας στον πλανήτη Γη. «Αλληλοσυμπληρούμενες εικόνες ζωής φώτισαν πλατιά το μακρινό μέλλον, ως να 'χε επιτέλους, επιτευχθεί μες στους ευτυχισμένους αιώνες το ζωτικό πλεόνασμα της σωτήριας ευφυΐας!, παρατήρησε και πάλι η φωνή του αφηγητή, που δεν αποκλείεται να ήταν ρομπότ».

Αλλά κάποτε, όπως λένε οι άνθρωποι, σ'ένα σημείο του «υπαρκτού» τελειώνουν όλα, σ'ένα άλλο σημείο αρχίζουν όλα...
«Έφευγαν και οι τελευταίοι, ζωντανοί, πριν ή ο θάνατος καταλύσει τον Ήλιο, αποχαιρετώντας για πάντα τον πλανήτη Γη, πλανήτη της υπέρτατης χαράς και της υπέρτατης θλίψης προς τις ατελεύτητες κατοικίες του Διαστήματος...» (Αγωνία Επιβίωσης, 5η έκδοση, εκδ. Γρηγόρη, 2019, σ. 150-151).
Το παραπάνω θα μπορούσε να εκληφθεί και ως η πλέον αισιόδοξη πρόβλεψη για το μέλλον της ανθρωπότητας.
Και για να μην ξεχνάμε ότι-παρόλο που η περίοδος των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, έχει περάσει-, κάποιες καμπάνες πρέπει να εξακολουθήσουν να χτυπούν, υπάρχει ένα απόσπασμα από το 1984 του Τζορτζ Όργουελ: «Όση ώρα μιλούσα οι μισοξεχασμένοι στίχοι δεν έφευγαν από το μυαλό του Ουίλσον: Πορτοκάλια και λεμόνια λεν' οι καμπάνες του Σαιντ Κλέμεντ. Μου χρωστάς τρία φαρδίνια λεν' οι καμπάνες του Σαιντ Μάρτιν! Ήταν περίεργο, αλλά όταν το έλεγες είχες την ψευδαίσθηση ότι άκουγες πραγματικά καμπάνες, τις καμπάνες ενός χαμένου Λονδίνου, που εξακολουθούσε να υπάρχει κάπου, μεταμορφωμένο και ξεχασμένο. Από το ένα φανταστικό καμπαναριό ως το άλλο, του φάνηκε πως άκουγε να σημαίνουν όλες οι καμπάνες μαζί. Κι όμως, απ' όσο μπορούσε να θυμηθεί στην πραγματική του ζωή δεν είχε ακούσει ποτέ να χτυπούν καμπάνες εκκλησιάς». (Τζωρτζ Όργουελ, 1984, μτφρ. Ν. Μπάρτη, Κάκτος, 1978, σ.101).

Η απόσταση από το Λονδίνο του οργουελιανού 1984 μέχρι την Σκιάθο του Παπαδιαμάντη του τέλους του 19ου αιώνα είναι στην πραγματικότητα μεγάλη. Αλλ' όμως κι από μια τυχαία επιλογή, όπως το περιπετειώδες διήγημα του Παπαδιαμάντη «Στο Χριστό στο Κάστρο» και από μια ελάχιστη επιλογή κειμένου αναδύεται μια εγγύτητα συναισθήματος: «...Έλαμψε δε τότε ο ναός όλος, και ήστραψεν επάνω εις τον θόλον ο Παντοκράτωρ με την μεγάλην επιβλητικήν μορφήν και ηκτινοβόλησε το επίχρυσον και λεπτουργημένον με μυρίας γλυφάς τέμπλον με τας περικαλλείς της αρίστης βυζαντινής τέχνης εικόνας του, με την μεγάλην εικόνα της Γεννήσεως...». Για να συμπληρωθεί η πρώτη εντύπωση και με το ελάχιστο παρακάτω απόσπασμα: «Ουχ ήττον οι άξεστοι εκείνοι άνθρωποι, εκ της αυθορμήτου εκείνης φιλανθρωπίας, ήτις είναι οιωνοί φυσική ορμή ως συμπάθεια της σαρκός προς την σάρκα, και είναι το πρώτον και τελευταίον αίσθημα το συγκινούν την καρδίαν μετά την πρώτην έκπληξιν και πριν προφθάσασα πνεύση η παγερά πνοή της φιλαυτίας και αδιαφορίας, οι άνθρωποι, λέγω, εκείνοι έλαβον τους δαυλούς των και έτρεξαν έξω της πύλης και της γεφύρας, και ήρχισαν να τρέχωσι τον κατήφορον. Οι λοιποί, μείναντες επάνω δυσκολούντο ν' ανανεώσιν ολονέν την φλόγα, μη παύοντες να ρίπτωσι ξηρά κλαδιά εις το πυρ».

Η έννοια της υπεράσπισης της ζωής είναι, προφανώς, η πλέον ουσιώδης έννοια που οφείλουν να κατανοήσουν οι άνθρωποι στην πληρότητά της αυτήν την ιστορική στιγμή• και η υπεράσπιση της ζωής απαιτεί την όλη σοφία και ευαισθησία του ανθρωπίνου όντος. Ευτυχώς που αυτή η τόσο αναγκαία κίνηση της υπεράσπισης παραμένει ακόμη μέσα στα όρια των ανθρωπίνων δυνατοτήτων.
Σπύρος Βρεττός
Συγγραφέας-Διδάκτορας Φιλολογίας

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline