Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Διεθνής έρευνα για τους εφήβους 44 χωρών, δείχνει καλά-ποιοτικά στοιχεία για τους Ελληνες συνομηλίκους. Εκτός από δύο στοιχεία. Αντιπάθεια στη λειτουργία των σχολείων και εξάρτηση από «σφηνάκια» και ποτό. Κύριο

Τομείς ασφαλείας τους οι οικογενειακοί αλλά και κοινωνικοί δεσμοί.

Μάλλον βρισκόμαστε σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο από,πλευράς εφηβικής νεολαίας, όπως μας βρίσκουν οι ξένοι μάλιστα. Αξιολογούν την υγεία τους ως πάρα πολύ καλή σε μεγαλύτερο ποσοστό από τους συνομηλίκους τους σε χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής (50% έναντι 37%), αλλά το 44% αναφέρει συχνά πολλαπλά ψυχοσωματικά συμπτώματα. Οι Ελληνες έφηβοι συνεχίζουν να λαμβάνουν υποστήριξη και ασφάλεια από τον κοινωνικό ιστό και το οικογενειακό τους περιβάλλον, ωστόσο σε σύγκριση με τους εφήβους στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής, που συμμετείχαν σε έρευνα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, αντιμετωπίζουν σε μεγαλύτερο ποσοστό το σχολείο με αρνητικά συναισθήματα. Είτε σε Λύκεια είτε σε Γυμνάσια . Δεν ακολουθούν σε υψηλά ποσοστά υγιεινό τρόπο ζωής, όπως η κατανάλωση πρωινού, φρούτων και η σωματική άσκηση, συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο υπέρβαρων και παχύσαρκων εφήβων και αναφέρουν το υψηλότερο ποσοστό δοκιμής αλκοολούχων ποτών. Και με λιγότερες δυνατότητες υγιεινής ζωής και καθημερινής γυμναστικής.

Αυτά είναι ορισμένα από τα συμπεράσματα της διακρατικής έρευνας για τις συμπεριφορές που συνδέονται με την υγεία των εφήβων (HBSC/WHO), η οποία συγκρίνει διαχρονικά πολλές παραμέτρους τη εφηβικής υγείας και κοινωνικής συμπεριφοράς μαθητών 11, 13 και 15 ετών σε χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Στην τελευταία έρευνα, του 2018, συμμετείχαν συνολικά 227.441 μαθητές από 45 χώρες (3.845 από την Ελλάδα). Η σύγκριση των αποτελεσμάτων της έρευνας στην Ελλάδα και τις υπόλοιπες χώρες που συμμετείχαν κατέδειξε τουλάχιστον δύο πεδία αισιοδοξίας για τους Ελληνες εφήβους αλλά και αρκετά σημεία προβληματισμού.

Στα θετικά είναι ότι οι έφηβοι στην Ελλάδα αναφέρουν σε υψηλότερο ποσοστό (78% έναντι 72% του μέσου όρου του προγράμματος) ότι νιώθουν μεγάλη υποστήριξη από την οικογένειά τους, ενώ στην Ελλάδα αναφέρεται το 7ο υψηλότερο ποσοστό σε ό,τι αφορά την υποστήριξη που λαμβάνουν οι έφηβοι από τους φίλους (70% έναντι 60% του μέσου όρου) με τους οποίους προτιμούν να επικοινωνούν πρόσωπο με πρόσωπο. Μόλις το 8% δείχνει προτίμηση σε επικοινωνία μέσω Διαδικτύου, έναντι 14% που είναι ο μέσος όρος του προγράμματος.

Στον αντίποδα, μόλις το 15% των εφήβων στην Ελλάδα αναφέρει ότι τους αρέσει πολύ το σχολείο, έναντι του 28% του μέσου όρου του προγράμματος, ενώ υποστήριξη από τους συμμαθητές δηλώνει ότι λαμβάνει μόλις το 41% (έναντι 59% του προγράμματος) και από τους δασκάλους/καθηγητές το 50% (έναντι του 56% του προγράμματος). Οι έφηβοι στη χώρα μας λαμβάνουν πρωινό καθημερινά τις ημέρες του σχολείου σε ποσοστό 48% έναντι 58% του μέσου όρου του συνόλου των συμμετεχόντων και καταναλώνουν φρούτα λιγότερο σε σχέση με τους συνομηλίκους τους (31% έναντι 40%). Το 25% των Ελλήνων εφήβων είναι υπέρβαρο ή παχύσαρκο (έναντι 21% του μέσου όρου), ποσοστό που τους κατατάσσει στην 6η υψηλότερη θέση μεταξύ των 45 χωρών που συμμετείχαν στο πρόγραμμα. Δυστυχώς ένα άλλο θλιβερό ρεκόρ είναι ότι , η Ελλάδα κατέχει την 1η θέση στην κατανάλωση αλκοόλ των εφήβων έστω και μία φορά στη ζωή τους με τους 15χρονους να το αναφέρουν σε ποσοστό 85% (συγκριτικά με 59% του μέσου όρου των εφήβων αυτής της ηλικίας). Αντίθετα, πολύ περιορισμένη είναι η χρήση

Ναρκωτικών από τις ηλικίες αυτές στην Ελλάδα. Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας η ομότιμη καθηγήτρια του ΕΚΠΑ και επικεφαλής του τομέα Επιδημιολογικών και Ψυχοκοινωνικών Ερευνών του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας, Αννα Κοκκέβη, χαρακτήρισε ενθαρρυντικό το γεγονός ότι ο κοινωνικός ιστός στη χώρα συνεχίζει να προσφέρει στους νέους ένα αίσθημα ασφάλειας, τόνισε ωστόσο ότι είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό ότι το σχολείο παραμένει ένα περιβάλλον «το οποίο αντιμετωπίζεται από τους περισσότερους εφήβους με αρνητικά συναισθήματα και δυσπιστία».

Πολυμέσα