Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024  09:23:58

«Λιγότερος ύπνος, λιγότερη ζωή...», είναι πιστοποιημένο. Παγκόσμια Ημέρα Ύπνου: Κατά 2 ώρες μειώθηκε η μέση διάρκεια ύπνου στο δυτικό κόσμο. Φαινόμενο ανησυχητικό με πολλές συνέπειες. Κύριο

Το συνηθισμένο ξενύχτι τα τελευταία χρόνια, λόγω τηλεόρασης, εργασίας στο σπίτι, χωρίς ωράρια πρωινά γενικώς, εξόδων τα βράδια, τσάρκας με παρέες είναι φαινόμενο σύνηθες πλέον. Ιδιαίτερα για τις νέες ηλικίες, το οποίο έχει συνέπειες σε χρόνια νοσήματα και πρόωρους θανάτους.

«O σύντομος ύπνος οδηγεί σε σύντομη ζωή». Η ιδέα ότι μπορεί να κόψουμε χρόνο ύπνου για να τον αφιερώσουμε σε άλλες δραστηριότητες, είτε εργασιακές, είτε αναψυχής, είναι μια πολύ-πολύ επικίνδυνη ιδέα. Ακόμα ότι το διαρκές, επιπόλαιο, μη αναγκαίο είναι κάτι χωρίς συνέπειες.

Η ευημερία μας , η υγεία μας και πολλές πλευρές της κοινωνικής μας ζωής πλήττονται από την έλλειψη επαρκούς ύπνου, αναφέρει η Επιστημονική Ομάδα «Μελέτη Διαταραχών Αναπνοής στον Ύπνο», της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ύπνου, 17 Μαρτίου.

Τα τελευταία 50 χρόνια, η μέση διάρκεια ύπνου στο δυτικό κόσμο έχει μειωθεί κατά δύο ώρες περίπου και ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων κοιμάται πλέον λιγότερο από επτά ώρες που θεωρείται το ελάχιστο για να μην υπάρξουν προβλήματα υγείας από την στέρηση ύπνου.

Σοβαροί κίνδυνοι

Υπογραμμίζεται ότι ο ύπνος, μαζί με τη λήψη τροφής, νερού και την αναπνοή είναι βασικές ανάγκες του οργανισμού μας και η μακροχρόνια στέρηση του είναι ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου για ένα ευρύ φάσμα παθήσεων, που περιλαμβάνει τα καρδιαγγειακά νοσήματα, τον καρκίνο, την άνοια και τον Σακχαρώδη Διαβήτη.

Σημειώνεται ότι ο ανεπαρκής ύπνος αυξάνει την όρεξη, με αποτέλεσμα την αύξηση του σωματικού βάρους. Η έλλειψη ύπνου μπορεί να οδηγήσει, εκτός των άλλων, σε υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας με αποτέλεσμα μείωση της απόδοσή μας στην εργασία ή στις σπουδές και σοβαρά τροχαία ατυχήματα.

Ο καλός ύπνος είναι επίσης απαραίτητος για την σωστή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Οι πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την σειρά των ανοσολογικών αντιδράσεων μεταφέρονται στον οργανισμό κατά τη διάρκεια του ύπνου, αναφέρει η Επιστημονική Ομάδα «Μελέτη Διαταραχών Αναπνοής στον Ύπνο» της ΕΠΕ.

Αποφρακτική υπνική άπνοια

Μια πολύ συχνή διαταραχή που καταστρέφει τον ύπνο είναι η αποφρακτική υπνική άπνοια. Σε ορισμένους ανθρώπους το ροχαλητό συνοδεύεται από πλήρεις διακοπές της αναπνοής που διαρκούν από μερικά δευτερόλεπτα μέχρι πάνω από ένα λεπτό. Κατά τη διάρκεια των διακοπών αυτών σταματάει το ροχαλητό και ξαναρχίζει πιο έντονο, όταν το άτομο ξαναρχίζει να αναπνέει. Οι διακοπές αυτές της αναπνοής ονομάζονται άπνοιες και αν ένα άτομο εμφανίζει αρκετές άπνοιες θεωρείται ότι πάσχει από το σύνδρομο της άπνοιας στον ύπνο.

Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα της άπνοιας στον ύπνο είναι το χρόνιο ροχαλητό με παρουσία διακοπών της αναπνοής (απνοιών) στον ύπνο, η νυχτερινή συχνουρία, οι πρωινοί πονοκέφαλοι, η υπνηλία και η κόπωση κατά τη διάρκεια της ημέρας.
2ς.Ο καλός νυχτερινός ύπνος «κλειδί» για μεγαλύτερη απόκριση στα εμβόλια

Βεβαιωμένο, αναμφισβήτητο ότι ο ύπνος αποτελεί «φάρμακο» για την ψυχική και τη σωματική υγεία. Δεν ήταν όμως γνωστό ως τώρα ότι ένας καλός και επαρκής νυχτερινός ύπνος μπορεί να αποτελέσει τον καλύτερο «ενισχυτικό» παράγοντα για μεγαλύτερη απόκριση στα εμβόλια. Αυτό ακριβώς έδειξε μια νέα μετα-ανάλυση προηγούμενων μελετών που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Current Biology». Με βάση τη μελέτη άτομα που κοιμούνταν λιγότερες από 6 ώρες κάθε βράδυ παρήγαγαν πολύ λιγότερα αντισώματα μετά τον εμβολιασμό τους σε σύγκριση με όσους κοιμούνταν επαρκώς κάθε νύχτα – κοινώς 7-9 ώρες. Η μείωση της παραγωγής αντισωμάτων ήταν μάλιστα τέτοια που αντιστοιχούσε σε δύο μήνες μείωσης των τίτλων αντισωμάτων.

Μεγαλύτερη διάρκεια της προστασίας των εμβολίων

«Ο καλός ύπνος όχι μόνο ενισχύει αλλά επίσης επιμηκύνει τη διάρκεια της προστασίας των εμβολίων» ανέφερε η κύρια συγγραφέας της μελέτης Ιβ Φαν Κάουτερ, ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου η οποία μαζί με την πρώτη συγγραφέα Καρίν Σπίγκελ από το Εθνικό Ινστιτούτο για την Υγεία και την Ιατρική της Γαλλίας είχαν δημοσιεύσει μια μελέτη-ορόσημο σχετικά με την επίδραση του ύπνου στην αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού το 2002.

Η μετα-ανάλυση

Οταν εμφανίστηκε πριν από τρία και πλέον έτη η πανδημία της COVID-19 και ο μαζικός εμβολιασμός εναντίον της έγινε παγκόσμια προτεραιότητα, η Φαν Κάουτερ και η Σπίγκελ αποφάσισαν να εξετάσουν
την υπάρχουσα γνώση σχετικά με την επίδραση της διάρκειας του ύπνου στην απόκριση του ανθρώπινου οργανισμού στα εμβόλια. Στο πλαίσιο αυτό συνέκριναν και επανανέλυσαν τα αποτελέσματα επτά μελετών που αφορούσαν εμβολιασμό για τη γρίπη καθώς και για τις ηπατίτιδες Α και Β.
Στην ανάλυσή τους οι ερευνήτριες συνέκριναν την αντισωματική απόκριση ατόμων που κοιμούνταν τις 7-9 συνιστώμενες για τους ενηλίκους ώρες με εκείνη ατόμων που κοιμούνταν ανεπαρκώς, δηλαδή λιγότερες από 6 ώρες κάθε νύχτα. Συνέκριναν επίσης την επίδραση του ύπνου στην αντισωματική απόκριση στα εμβόλια μεταξύ των δύο φύλων καθώς και μεταξύ νεότερων ενηλίκων και ατόμων άνω των 65 ετών.

Οι περιορισμοί στις μελέτες για τα δύο φύλα

Συνολικά εντόπισαν ισχυρές ενδείξεις σχετικά με το ότι λιγότερες από έξι ώρες ύπνου κάθε νύχτα μειώνουν την ανοσολογική απόκριση στον εμβολιασμό. Οταν ανέλυσαν τα στοιχεία για τα δύο φύλα, τα αποτελέσματα φάνηκε να είναι στατιστικώς σημαντικά μόνο για τους άνδρες ενώ σε ό,τι αφορούσε τις γυναίκες η επίδραση της διάρκειας του ύπνου στην παραγωγή αντισωμάτων εμφάνιζε μεγάλες διαφορές. Σύμφωνα με τις συγγραφείς της μελέτης αυτή η διαφορά οφείλεται πιθανότατα στις μεγάλες διακυμάνσεις που εμφανίζουν σε εκείνες τα επίπεδα των ορμονών του φύλου. «Γνωρίζουμε από ανοσολογικές μελέτες ότι οι ορμόνες του φύλου επηρεάζουν το ανοσοποιητικό σύστημα» σημείωσε η δρ Σπίγκελ και εξήγησε: «Στις γυναίκες η ανοσία επηρεάζεται από τον εμμηνορροϊκό κύκλο, από τη χρήση αντισυλληπτικών, από την εμμηνόπαυση. Δυστυχώς όμως καμία από τις μελέτες που αναλύσαμε δεν περιείχε δεδομένα σχετικά με τα επίπεδα των ορμονών του φύλου».

Μεγαλύτερη η αρνητική επίδραση του ανεπαρκούς ύπνου στους νεότερους
Η μετα-ανάλυση έδειξε επίσης ότι η αρνητική επίδραση του ανεπαρκούς ύπνου ήταν μεγαλύτερη στα άτομα 18-60 ετών σε σύγκριση με τα άτομα άνω των 65 ετών. Αυτό, σύμφωνα με τις ερευνήτριες, είναι αναμενόμενο καθώς γενικώς τα μεγαλύτερα σε ηλικία άτομα τείνουν να κοιμούνται λιγότερο.

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline