Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024  08:45:49

Γιάννης Πανούσης: Τα δικαιώματα των κατηγορούμενων

«Το πρόβλημα της ταχύτητας στην απονομή της Δικαιοσύνης στη χώρα μας δεν είναι ούτε νέο ούτε άγνωστο. Για να είμαστε δίκαιοι το συγκεκριμένο θέμα δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό πρόβλημα. Το βρίσκουμε και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Τι συμβαίνει, όμως, στη χώρα μας; Η ένταση του φαινομένου και ο αριθμός των περιπτώσεων κάνουν -και εμφανίζεται στην αιτιολογική έκθεση- το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου να μιλά πλέον για συστημικό πρόβλημα.

Γνωρίζουμε, επίσης, ότι δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και άλλα σοβαρά αίτια που οδηγούν σε αυτές τις καθυστερήσεις την απονομή της δικαιοσύνης. Πέραν, δηλαδή, του συστημικού προβλήματος, οι νομοθετικές ρυθμίσεις είναι πολλές φορές ασαφείς, η υποδομή είναι σχετικά φτωχή, υπάρχει υποστελέχωση των δικαστηρίων και ο εκσυγχρονισμός -η ηλεκτρονική, παραδείγματος χάριν, διακίνηση των δικογράφων- έχει μείνει σχετικά πίσω.

Με αυτά τα δεδομένα είναι ανθρωπίνως αδύνατον οι δικαστές να ανταποκριθούν έγκαιρα στη διεκπεραίωση των εκκρεμών υποθέσεων.
Πρέπει, λοιπόν, να δούμε το συγκεκριμένο αυτό πρόβλημα σε όλες τις διαστάσεις του και βέβαια να σκεφτούμε ότι έχει προστεθεί μία αυστηροποίηση των φορολογικών διαδικασιών, έχει, δηλαδή, υπερπολλαπλασιαστεί ο αριθμός των εκκρεμουσών δικών στα δικαστήρια, έχει αυξηθεί ο όγκος στην εργασία των δικαστών.

Κύριε Υπουργέ, οι Άγγλοι λένε ότι δεν αρκεί η διαδικασία να είναι δίκαιη, πρέπει επίσης να φαίνεται ότι είναι δίκαιη. Άρα, χρειαζόμαστε και εξωτερικές προϋποθέσεις μίας δίκαιης δίκης.

Πρώτη εξωτερική προϋπόθεση είναι η ίδια η δημοσιότητα της ποινικής δίκης. Θυμίζω το ν. 3090/2002 που απαγόρευσε την οποιαδήποτε μαγνητοφώνηση, βιντεοσκόπηση ή απευθείας μετάδοση της δίκης, παρ' όλο που το άρθρο 93 του Συντάγματος προβλέπει τη δημοσιότητα της δίκης και με νέους όρους. Δεν μιλάμε για δημοσιότητα της δίκης μόνο με τη φυσική παρουσία κάποιων προσώπων.

Σήμερα πλέον, όταν μιλάμε για δημοσιότητα της δίκης, κατά τη γνώμη μου εννοούμε και την παρουσία τηλεοπτικών μέσωΜια δεύτερη εξωτερική προϋπόθεση της δίκαιης δίκης είναι το ανεξάρτητο δικαστήριο, που σημαίνει ότι υπάρχει ελεύθερη διαμόρφωση της πεποίθησης, ότι δεν είναι υπόλογος ο δικαστής στην εκτελεστική εξουσία, βάσει του τρόπου διορισμού, της θητείας. Άρα, εγγυήσεις από έξωθεν πιέσεις. Αυτό σημαίνει αμερόληπτο δικαστήριο, θεσμικές εγγυήσεις εμπιστοσύνης, όχι ρατσιστικές αντιλήψεις, όχι επιρροή από προκαταλήψεις. Και βέβαια σημαίνει και εύλογη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας.

Κατά τη γνώμη μου, αυτές είναι οι εγγυήσεις και όχι η απλή αναφορά στην υπέρτατη αρχή της δίκαιης δίκης.
Από την άλλη μεριά, από το άρθρο 6, παράγραφος 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προκύπτει ότι έχουμε ένα γενικό δικαίωμα του κατηγορουμένου να δικαστεί δίκαια, αλλά έχουμε και επιμέρους δικαιώματα, το να δικαστεί παραδείγματος χάριν από νόμιμο, ανεξάρτητο, αμερόληπτο δικαστήριο.

Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δέχεται ότι η απαρίθμηση των επιμέρους δικαιωμάτων δεν είναι εξαντλητική. Ακόμα και αν τα παραπάνω, δηλαδή, έχουν τηρηθεί, αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι η διαδικασία στο σύνολό της υπήρξε δίκαιη, όπως, παραδείγματος χάριν, το δικαίωμα στη μη αυτοενοχοποίηση.

Άλλωστε η χρήση πολλών, διαφορετικών και παρόμοιων όρων, όπως «fair hearing», «fair trial», «fair manner», αφήνει αμφιβολίες για το αν περιλαμβάνεται ή όχι στα δικαιώματα του κατηγορουμένου το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, δεδομένου ότι κατ' επανάληψη στα νομικά κείμενα έχουμε τα δικαιώματα του κατηγορουμένου από τη μια πλευρά και ξέχωρα τη δίκαιη δίκη.

Πρόκειται δηλαδή –το συζητήσαμε και με τον Υπουργό αυτό στην Επιτροπή- για μια δικαιϊκή αρχή ή για ένα ατομικό δικαίωμα; Είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί εδώ ποια διαφορά υπάρχει ανάμεσα σε μια θεμελιώδη αρχή της δίκης, την οποία μπορεί να επικαλεστεί οποιοσδήποτε από τους παράγοντες της δίκης και σε ένα αυξημένα προστατευόμενο δικαίωμα του κατηγορουμένου, το περιεχόμενο του οποίου προσδιορίζεται με γνώμονα τα δικά του συμφέροντα υπεράσπισης.

Όλα ενδεχομένως ξεκινάνε, όπως λέει ο καθηγητής Καρράς, από το έλλειμμα του προσδιορισμού του όρου «δίκαιη δίκη». Υπάρχει μια θεωρία ότι ξεκινάει από το fair play. Θα επανέλθω σε αυτό μετά. «Fair play» σημαίνει το σύνολο των κανόνων ενός αγωνίσματος.
Πρέπει, λοιπόν, να τηρούνται όλοι οι κανόνες για να έχουμε μια δίκαιη δίκη και όχι κάποιος συγκεκριμένος κανόνας.

Όταν δεν τηρούνται, σύμφωνα με το 174 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, θα έχουμε ακυρότητες και ο κατηγορούμενος θα προβάλει τις ακυρότητες ακόμα και της προπαρασκευαστικής διαδικασίας. Και αν είναι σοβαρές, όπως η μη εμπρόθεσμη κλήτευση, το δικαστήριο μπορεί να αναβάλει τη συζήτηση, αν κρίνεται ότι από την ακυρότητα είναι δυνατόν να έχει προξενηθεί βλάβη στην υπεράσπιση του κατηγορουμένου.

Άρα, μας ενδιαφέρει να δούμε ότι ενώ ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας δεν προβλέπει κάποιο γενικό δικαίωμα του κατηγορουμένου να δικαστεί δικαίως, δεν υπάρχει κάποιο άρθρο, αλλά προκύπτει μέσα από το σύνολο των εγγυήσεων των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου -σε νομοθετικό τουλάχιστον επίπεδο- και κατ' αντιδιαστολή με το άρθρο 171, παράγραφος 1δ' της πλήρους απόλυτης ακυρότητας σε περίπτωση παραβίασης των δικαιωμάτων αυτών.

Πρέπει όμως να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Το άρθρο 6, παράγραφος 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, το δικαίωμα, δηλαδή, να δικαστεί κάποιος εντός λογικής προθεσμίας, δεν αναφέρεται ούτε σε ταχεία ούτε σε ταχύτατη δίκη. Δεν μιλάει για δίκες εξπρές. Ο νομοθέτης δεν δικαιούται να κάνει δίκες εξπρές, αναφερόμενος είτε στα media είτε σε πολιτικές εκτιμήσεις και έτσι χρησιμοποιεί τη λογική προθεσμία για πολιτικούς στόχους.

Άρα, λοιπόν, δεν μπορούμε να φέρουμε σε σύγκρουση το δικαίωμα εκδίκασης υποθέσεων εντός λογικής προθεσμίας και το δικαίωμα υπεράσπισης. Δεν μπορούμε να τα φέρουμε σε τριβή. Δεν μπορεί να θυσιαστεί το ένα δικαίωμα σε βάρος του άλλου. Αν θέλετε την άποψή μου, το δικαίωμα υπεράσπισης είναι πιο σοβαρό από ό,τι είναι το δικαίωμα του εύλογου χρόνου.

Αυτό, βέβαια, έχει να κάνει και με τον τρόπο που λειτουργούν οι συνήγοροι, με τις διάφορες διακοπές, αναβολές, ανωτέρα βία. Ακόμα, όμως, κι αν έχει πολλές αναβολές, το δικαστήριο πρέπει να αναβάλει ακόμα μια φορά όταν χρειάζεται να έχει νέες αποδείξεις. Οι νέες αποδείξεις είναι ο βάσιμος λόγος για τις αναβολές. Δεν μπορείς να πεις ότι πάμε σε μια ταχύτατη δίκη, αλλά δεν βλέπουμε τα ζητήματα ουσίας που προκύπτουν από τις νέες αποδείξεις.

Άρα, λοιπόν, πρέπει να έχουμε έναν ενδελεχή έλεγχο του τρόπου διεξαγωγής της δίκης σε συσχετισμό με το είδος και τις περιστάσεις κάθε υπόθεσης, γιατί προφανώς η δικαιοσύνη δεν μπορεί να είναι αργή. Όταν είναι αργή, είναι λαθεμένη. Δεν μπορεί, όμως, να είναι και γρήγορη, διότι ακόμα και όταν είναι γρήγορη, όταν είναι ταχεία, πάλι μπορεί να είναι λαθεμένη.

Άρα, η εύλογη προθεσμία θα είναι βραδεία ή θα είναι ταχεία ad hoc, ανάλογα με την περίπτωση.
Το ερώτημα που θέτει το νομοσχέδιο είναι το εξής: Αφού παραβιάστηκε το δικαίωμα του κατηγορουμένου να δικαστεί εντός λογικής προθεσμίας, ποιο είναι το κατάλληλο μέτρο της άρσης ή της άμβλυνσης των συνεπειών της παραβίασης του μέτρου αυτού; Προφανώς δεν μπορούμε να ξανακάνουμε τη δίκη. Σε διάφορες χώρες αυτό εξαρτάται. Το γερμανικό ακυρωτικό έχει πει, «Οριστική παύση, κατάργηση της ποινικής διαδικασίας με άρση όλων των συνεπειών της καταδίκης». Εξαφανίζει, δηλαδή, την απόφαση. Άλλοι λένε ότι αυτό είναι υπερβολικό, να πάμε σε μία μείωση της ποινής, διότι η διάρκεια της δίκης -εννιά χρόνια και στην Ελλάδα- δεν μπορεί να έχει άλλη αποκατάσταση βλάβης που έχει επιδικαστεί, παρά μόνο τη μείωση της ποινής.

Είναι λογικό αυτή η υπέρβαση της λογικής προθεσμίας υπέρ του κατηγορουμένου να συνεκτιμάται στην επιμέτρηση της ποινής, γιατί μόνο έτσι μπορούν να αμβλυνθούν κάποιες συνέπειες, δηλαδή η υπερβολική διάρκεια της δίκης να στοιχειοθετεί αυτοτελή λόγο μείωσης του μέτρου της ποινής.

Όμως προσοχή, διότι αν έχουμε έναν αυτοτελή λόγο μείωσης της ποινής ή ακόμη αποκατάσταση χρηματικού χαρακτήρα ή ακόμη και ηθικής βλάβης, θα πρέπει αυτόν τον ειδικό αυτοτελή ισχυρισμό να τον καταθέσει στο δικαστήριο αυτός ο οποίος τον επικαλείται.
Επίσης, πρέπει να δούμε αν μπορούμε να συσσωρεύσουμε ως αίτημα του κατηγορουμένου και τη μείωση της ποινής και τη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και διάφορα διαφυγόντα κέρδη, όπως έχει εμφανιστεί σε δικαστήρια στην περίπτωση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Από την άλλη μεριά, είναι τελείως διαφορετικό θέμα πώς βιώνει την έννοια του χρόνου κάποιος ο οποίος είναι προσωρινά κρατούμενος και κάποιος άλλος που απλά βρίσκεται σε κάποια εκδίκαση πολιτικού δικαστηρίου, που η καθυστέρηση μπορεί να του προκαλέσει απλώς διαφυγόντα κέρδη ή ζημίες.

Το θέμα, λοιπόν, της μειωμένης ποινής θέλει λίγο συζήτηση. Η καθιέρωση μειωμένης ποινής ως μέτρου επαρκούς αποκατάστασης για την υπέρβαση του ευλόγου χρόνου εκδίκασης τι σημαίνει;

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ (Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ): Στην επιμέτρηση της ποινής πήγε, κύριε καθηγητά.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ: Το είδα και συμφωνήσαμε. Πήγε στην επιμέτρηση. Απλώς να δούμε το σκεπτικό.
Συμφωνήσαμε με τον Υπουργό στην Επιτροπή ότι μοιάζει σαν να αυτοτιμωρείται το κράτος. Το κράτος, λοιπόν, αυτοτιμωρείται που δεν μπόρεσε για αντικειμενικούς λόγους -δεν λέω ότι φταίνε οι δικαστές- να εκδικάσει εντός του ευλόγου χρόνου και σαν αντιστάθμισα της δικής του λειτουργικής ανεπάρκειας και ανεξάρτητα από την ουσία της εκδικαζόμενης απόφασης δίνει ένα ευεργέτημα στον καταδικαζόμενο που έρχεται από το πουθενά. Βέβαια, επειδή κάναμε μία σοβαρή συζήτηση για τα άρθρα 83, 84 και 79 του Ποινικού Κώδικα νομίζω ότι η προτεινόμενη λύση είναι η καλύτερη.

Εξίσου κάναμε μία συζήτηση για το ποιος κρίνει. Υπήρξαν πολύ σωστές τροπολογίες. Πάντα, όμως, κρατάω μία επιφύλαξη αν θα πρέπει να κρίνει ένα ανώτερο δικαστήριο, καθώς το ίδιο το δικαστήριο, το οποίο καθυστέρησε και δημιούργησε το πρόβλημα -με άλλους, προφανώς, δικαστές- θα εκδικάσει μία ιστορία, δηλαδή θα αυτοτιμωρηθεί.

Θα επιμείνω λίγο στην έννοια και το περιεχόμενο του εύλογου χρόνου. Σας είπα ότι, πρώτον, χρειάζεται, με βάση την αεροπαγίτικη απόφαση 1454/1997, αυτοτελής ισχυρισμός. Με βάση μία άλλη αεροπαγίτικη απόφαση, την 1638/2002, χρειάζεται μία σκέψη για το εάν τελικά αυτός ο εύλογος χρόνος έχει επηρεάσει την αρνητική κρίση του δικαστηρίου. Πολλοί λένε, «Όχι δεν θα βάλουμε ένα νέο κριτήριο». Όμως, θα πρέπει να το σκεφτούμε. Δηλαδή, αρκεί ο εύλογος χρόνος, η παρέλευση ενός ευλόγου χρόνου ή όπως θα τον ορίσουμε ή όπως θα εκληφθεί από το δικαστήριο, από μόνος του ή πρέπει να έχει επηρεάσει αυτή η παράταση της προθεσμίας;

Στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχουμε το άρθρο 5 και το άρθρο 6. Το άρθρο 5 που αφορά την προδικασία της ποινικής δίκης λέει, «δώστε χρόνο, δώστε πολύ χρόνο να προετοιμάσει το κατηγορούμενος την υπεράσπισή του». Το άρθρο 6 λέει, «εύλογο χρόνο».
Άρα, λοιπόν, βλέπουμε ότι αυτή η προκαθορισμένη χρονική σειρά των δικονομικών πράξεων δεν αφορά μόνο την πραγματική διαδοχή της μίας με την άλλη, αλλά πρέπει να δούμε το σύνολο του χρόνου.

Αυτό συζητήσαμε και με τον κ. Κοντονή, ότι ενδιαφέρει το σύνολο του χρόνου μιας δίκης. Μπορεί σε πρώτο βαθμό να ήταν εντός ευλόγου χρόνου, σε δεύτερο να μην ήταν εντός ευλόγου χρόνου και το σύνολο να είναι πολύ μεγαλύτερο.

Άρα, λοιπόν, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση δεν ήθελε να πει σύντομη, συνοπτική, γρήγορη, χωρίς χρονοτριβή, βραχεία, ταχεία. Τίποτε από αυτά δεν ήθελε να πει. Είπε εύλογη. Το «εύλογη» σημαίνει ότι σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τις συγκεκριμένες περιστάσεις κάθε ατομικής περίπτωσης, ad hoc, θα κρίνεται και δεν θα κρίνεται γενικά.»
(Ο καθηγητής της Εγκληματολογίας Γιάννης Πανούσης είναι βουλευτής της ΔΗΜΑΡ).

 

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline