Αλλά φαίνεται ότι η κάθε χώρα, εκτός από κάποια άλλα, έχει και την τρομοκρατία που της αξίζει. Κάτι κοιλαράδες ήταν οι αρχηγοί και τα πρωτοπαλίκαρά της κάτι μικροαστοί του κερατά που σκότωναν βιαστικά όποιον περνούσε από το «σημείο» επειδή θα τους παντόφλιαζε η συμβία τους αν δεν έφευγαν εγκαίρως για διακοπές, κάτι τύποι που έπαιζαν ντέφια και τουμπερλέκια σε βίντεο κλιπ και έκαναν συνεδριάσεις σε σουβλατζίδικα και τσιπουράδικα. Βεβαίως, όσο φαιδροί κι αν ήταν, δεν έπαυαν να είναι δολοφόνοι. Η φαιδρότητα «συμμαχεί» πολύ συχνά με τις συγκυρίες, μια συνθήκη που μπορεί να παράγει αποτελεσματικότητα. Και αυτό ίσχυε για περισσότερα από είκοσι χρόνια.
Το σκεφτόμουν με αφορμή τις αποκαλύψεις για το πώς δρούσε, υπό την μπαγκέτα γνωστών και μη συριζαίων, το σκοτεινό Διαδίκτυο. Ενας μηχανισμός που στήθηκε όχι μόνο στα χρόνια αλλά και στο πνεύμα των Αγανακτισμένων (μούντζες, κρεμάλες, συνθήματα για προδότες, μηνύματα για ντου στη Βουλή) και συνεχίστηκε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αλλά και όταν πέρασε στην αντιπολίτευση. Μια στρατιά τρολ που δολοφονούσαν χαρακτήρες, κατασκεύαζαν κατηγορητήρια, εξαπέλυαν επιθέσεις, συντονίζονταν ώστε το επινοημένο να το πλασάρουν ως αυθόρμητη οργή λαού, διακινούσαν τόνους λάσπης που εξαπέλυαν προς πάσα κατεύθυνση, διέδιδαν fake news, στοχοποιούσαν δημοσιογράφους και όποιον δεν χόρευε στον σκοπό τους, έσταζαν φαρμάκι και χολή. Αυτό θεωρούσαν αντιπολίτευση από τότε που άρχισαν να μη χρειάζονται πια κιάλια για να τη βλέπουν έστω και στο βάθος του ορίζοντα.
Για όσους έφαγαν – ξώφαλτσα ή απολύτως στοχευμένα – τα πυρά αυτής της ιδιότυπης κομματικής συμμορίας, το «τέρας» έμοιαζε ανίκητο. Και με πολλά κεφάλια. Μεταμφιεσμένα ώστε να ξεγελούν. (Ο τραγουδοποιός Στάθης Δρογώσης αποκάλυψε ότι ο άνθρωπος που είχε αναλάβει, διαδικτυακά, την εξόντωσή του ήταν ο «φίλος» που τον παρηγορούσε για την ανθρωποφαγία που υφίστατο). Ποιος έχει πει όμως ότι μπορείς να τους ξεγελάς όλους για λίγο καιρό, λίγους όλον τον καιρό, αλλά όχι όλους όλον τον καιρό; Ναι, ο Αβραάμ Λίνκολν. Κυρίως όμως η πραγματικότητα.
Στον ΣΥΡΙΖΑ μαλλιοτραβήχτηκαν όπως ήταν αναμενόμενο. Οι ευκαιριακοί φίλοι έγιναν ιδεολογικοί (λέμε τώρα) εχθροί. Ανοιξαν τα στόματα και (όπως, σχεδόν πάντα, συμβαίνει, ακόμη και σε ερωτικές σχέσεις, όταν οι μέχρι πρότινος «νυν» γίνονται «τέως») είναι σαν να άνοιξαν τα καπάκια υπονόμου. Ο Πάνος Σκουρλέτης κατήγγειλε τον σκοτεινό ρόλο της «υπόγας» και άπαντες (πρώην και νυν) άρχισαν να δηλητηριάζονται από τις αναθυμιάσεις των υπονόμων που αποτελούσαν έως τώρα τη συγκολλητική τους ουσία. Και συγχρόνως ξεκίνησε η αποκάλυψη των ονομάτων που κρύβονταν πίσω από τους ψεύτικους λογαριασμούς στα σόσιαλ μίντια. Ανθρωπάκια οι περισσότεροι. Και με την τρέχουσα έννοια και με αυτή που δίνει στη λέξη ο Στρατής Τσίρκας στις «Ακυβέρνητες πολιτείες» του. Αυτό όμως δεν τα καθιστά λιγότερο επικίνδυνα. Απλά φαίνεται ότι η κάθε χώρα, εκτός από την τρομοκρατία, έχει και τα τρολ που της αξίζουν. Και ότι τα άσχημα και κακοφτιαγμένα πουλόβερ άσχημα ξηλώνονται.
Ρουφιανιά;
Ωραία λοιπόν, να αναλάβουν οι πολίτες να πατάξουν τη φοροδιαφυγή μέσω πληρωμένου καρφώματος. Από 100 έως 3.000 ευρώ η αμοιβή για τη σχετική καταγγελία. Μοιάζει με ρουφιανιά κυρίως λόγω προσυνεννοουμένης αμοιβής. Πρωτίστως όμως δείχνει ότι το κράτος πετάει το μπαλάκι στο κοινό αναθέτοντάς του μια δουλειά – την πάταξη της φοροδιαφυγής – που όταν την κάνουν οι λειτουργοί είναι απολύτως καθαρή, ενώ όταν την παίρνουν στα χέρια τους οι πολίτες αρχίζει και βρωμίζει. Είναι όμως απλό να παταχθεί η φοροδιαφυγή; Νομίζω πως όχι, αφού είναι αποτέλεσμα ενός ιδιότυπου κοινωνικού συμβολαίου που υπογράφηκε με τον λαό μετά τη Μεταπολίτευση. «Εσείς οι πολίτες θα κάνετε ό,τι θέλετε αλλά θα αφήσετε και εμάς τους πολιτικούς να κάνουμε ό,τι θέλουμε».