Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Χρήστος Καραγιαννίδης: Σκληρές αλήθειες για τους Έλληνες εφοπλιστές

.....Επειδή πολύ συχνά γίνεται λόγος για τον σπουδαίο κοινωνικό ρόλο που επιτελούν οι εφοπλιστές στην Ελλάδα κρατώντας τα πλοία τους με ελληνικές σημαίες, ίσως θα ήταν χρήσιμο να αναφέρουμε ορισμένα στοιχεία για την εφοπλιστική δραστηριότητα σε συνθήκες οικονομικής ύφεσης και κοινωνικής κρίσης.

 

Ήδη από το 2011 ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αναδείξει το θέμα των πενήντα δύο σκανδαλωδών φοροαπαλλαγών που απολαμβάνουν οι εφοπλιστές στην Ελλάδα.

Είναι, λοιπόν, σαφές ότι οι Έλληνες εφοπλιστές έχουν ένα εκατομμύριο λόγους παραπάνω από την υποτιθέμενη αγάπη τους για την πατρίδα να διατηρούν μέρος του στόλου τους με την ελληνική σημαία.

Επιπλέον, όντας επικεφαλής της Παγκόσμιας Εφοπλιστικής Ένωσης μπορούν να ασκούν πιέσεις για την αποφυγή ζημιογόνων περιβαλλοντικών οδηγιών, να διεκδικούν μειώσεις στις οικονομικές επιπτώσεις των μολύνσεων από ατυχήματα, να ζητούν και να πετυχαίνουν φορολογικές και οικονομικές διευκολύνσεις. Φυσικά, πρωτίστως κρατούν τις σημαίες ευκαιρίας, όπως η ελληνική, που τους απαλλάσσουν από δυσάρεστα καθήκοντα, όπως πληρωμές στο ΝΑΤ, ποινικές ρήτρες, ρήτρες και ανεπιθύμητους ελέγχους.

Σ' αυτό το σημείο νομίζω ότι έχει επίσης ενδιαφέρον να αναφέρουμε ορισμένες από τις διεξόδους που συχνά βρίσκει ο εφοπλιστικός κόσμος για να αντεπεξέλθει στις φορολογικές πιέσεις.

Πρώτα απ' όλα, είναι οι φοροαπαλλαγές που προείπα για τα πλοία και τις εταιρείες τους που επαναλαμβάνονται σε κάθε κατάθεση του Εθνικού Προϋπολογισμού. Οι απαλλαγές αυτές, μάλιστα, ισχύουν ακόμα και για τα παιδιά και για τα εγγόνια τους. Με τα υπερκέρδη που αποκομίζουν και απολαμβάνοντας γενναίες κρατικές επιδοτήσεις, αγοράζουν μεγάλες εκτάσεις ελληνικής γης για τουριστική και εμπορική εκμετάλλευση.

Πολλά απ' αυτά τα κέρδη τα επενδύουν σε ζημιογόνα ΜΜΕ, ειδικά την τελευταία δεκαετία, με εξασφαλισμένο αποτέλεσμα την ευνοϊκή τους μεταχείριση από τους δημοσιογράφους που απασχολούν, τη δικαιολόγηση μεγάλων ποσών, αλλά κυρίως την άμεση επιρροή τους στο πολιτικό σύστημα. Επίσης, δανειοδοτούνται με τεράστια ποσά από ελληνικές τράπεζες και ταυτόχρονα επενδύουν τα κέρδη τους σε ξένες.

Μάλιστα, επειδή επιμένουν σχετικά με τη συνεισφορά στην ελληνική οικονομία, καθώς και για την ανιδιοτελή υποτίθεται επιλογή τους να κρατούν τα πλοία τους εδώ, πρέπει να θυμηθούμε ξανά τα στοιχεία που έδωσε το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, σύμφωνα με το οποίο 175 δισεκατομμύρια ευρώ αποτελούν τα αφορολόγητα κέρδη των Ελλήνων πλοιοκτητών τα τελευταία δέκα χρόνια. Το Bloomberg δεν είναι όργανο του ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να ξέρετε. Είναι αμερικάνικο ειδησεογραφικό πρακτορείο.

Εκτός από αυτά τα 175 αφορολόγητα δισεκατομμύρια, οι εκτιμήσεις του Bloomberg κάνουν λόγο για επτακόσιους εξήντα δύο Έλληνες εφοπλιστές οι οποίοι δεν έχουν καταβάλει ούτε 1 ευρώ φόρο για τα κέρδη τους, εκμεταλλευόμενοι νόμο που ενσωματώθηκε στο Σύνταγμα το 1967. Και προφανώς δεν είναι τυχαία η ημερομηνία. Ας θυμηθούμε μάλιστα, ότι το 1972 η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών είχε ανακηρύξει ως επίτιμο Πρόεδρο το δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο.

Χαρακτηριστική είναι η αναφορά που έκανε ο Θοδωρής Δρίτσας στη συζήτηση του Προϋπολογισμού του 2012 για τα έσοδα της ΔΟΥ Πειραιά, τα οποία δεν ξεπερνούν τα έσοδα μιας συνοικιακής ΔΟΥ. Τότε ο Θοδωρής Δρίτσας είχε πει χαρακτηριστικά: «Η ΔΟΥ Πλοίων στον Πειραιά το έτος 2000 βεβαίωσε από ναυτιλιακή δραστηριότητα περίπου 307 εκατομμύρια ευρώ. Εισέπραξε 200 εκατομμύρια ευρώ. Δεν μπόρεσε να εισπράξει τα υπόλοιπα 107 εκατομμύρια ευρώ για διάφορους λόγους, τους οποίους πολύ καλά γνωρίζουν οι κυβερνώντες».

Επομένως, αν λάβουμε υπόψη τόσο τη φιλικά διακείμενη προς αυτούς διακυβέρνηση -ας μην ξεχνάμε ότι ο Αντώνης Σαμαράς ήδη από την προεκλογική περίοδο υπερασπίζεται με επιμονή τους Έλληνες εφοπλιστές- καθώς και το πλαίσιο φοροαπαλλακτικής ασυδοσίας που τους εξασφαλίζεται, τότε μάλλον καταλαβαίνουμε ότι οι απειλές τους να εγκαταλείψουν τις ελληνικές σημαίες είναι μάλλον προσχηματικές και αποβλέπουν αποκλειστικά στη δημιουργία εντυπώσεων.

Σε ό,τι αφορά τη θέση των εφοπλιστών στην Ελλάδα, σε μία συγκυρία οικονομικής κρίσης είναι, κατά τη γνώμη μου, επίσης χρήσιμο να μελετήσουμε τα στοιχεία που αφορούν τις επενδύσεις των Ελλήνων εφοπλιστών για το 2013 στη ναυπήγηση και στην αγορά πλοίων.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι επενδύσεις έχουν αυξηθεί κατά 54%, σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο, για τις παραγγελίες για τη ναυπήγηση νέων πλοίων, φτάνοντας στο 7,14% του συνόλου των παραγγελιών παγκοσμίως. Σύμφωνα με την Golden Destiny, έχουν ήδη υπογράψει συμβόλαιο το πρώτο δίμηνο του 2013 για τη ναυπήγηση είκοσι πλοίων αξίας 2,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αξίζει να σημειωθεί ότι το περσινό αντίστοιχο διάστημα οι παραγγελίες αφορούσαν δεκατρία πλοία αξίας 773 εκατομμυρίων δολαρίων. Και φυσικά τα ναυπηγεία προτίμησης των «πατριωτών» εφοπλιστών είναι Ιαπωνία, Κορέα και Κίνα.

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε, λοιπόν, ότι το υπό συζήτηση νομοσχέδιο διέπεται στο σύνολό του από μία βαθύτατη φιλοεφοπλιστική και αντεργατική αντίληψη. Οι διατάξεις που κατατίθενται για ψήφιση αποβλέπουν στη συμπίεση της ναυτικής εργασίας, ενσωματώνοντας ευθέως πάγιο αίτημα των ακτοπλοϊκών εταιρειών.

Πρόκειται για ένα σχέδιο νόμου το οποίο στην πραγματικότητα επιχειρεί να «θεσμοποιήσει» την επισφαλή και προσωρινή ναυτική εργασία, καταργώντας την υποχρέωση της δεκάμηνης ναυτολόγησης και «καθηλώνοντας» στην ανεργία αρκετές κατηγορίες εργαζομένων στη ναυτιλία κατά τους χειμερινούς μήνες.

Αντίστοιχα μειώνεται από επτά σε τέσσερις μήνες ο χρόνος της υποχρεωτικής ναυτολόγησης για τα ταχύπλοα σκάφη, γεγονός το οποίο θα έχει πολύ αρνητικές συνέπειες για την απασχόληση των πληρωμάτων των μικρών πλοίων.
Επιπλέον καταργούνται οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας για τα κατώτερα πληρώματα στην ποντοπόρο ναυτιλία και οι εργαζόμενοι υποχρεώνονται στην υπογραφή ατομικών συμβάσεων.

Σε όλα τα προηγούμενα προστίθενται και οι πολύ αρνητικές επιπτώσεις που θα προκαλέσουν οι προωθούμενες διατάξεις στην ασφάλεια του επιβατικού κοινού, καθώς οι δυνάμεις του μειωμένου δυναμικού των πλοίων δεν επαρκούν για την εξυπηρέτηση των επιβατών, αλλά και για την παροχή βοήθειας σε περίπτωση ναυτικού ατυχήματος.

Δεδομένων όλων των παραπάνω, μοιάζει ακατανόητο γιατί σε μια περίοδο σκληρής λιτότητας, διάλυσης της κοινωνικής πολιτικής και υπονόμευσης του δικαιώματος της ισότιμης πρόσβασης στη δωρεάν υγεία και παιδεία, να παρέχονται προκλητικές ελαφρύνσεις στον εφοπλιστικό κόσμο.

(Το κύριο μέρος της αγόρευσης-κατηγορώ στη Βουλή του βουλευτή Δράμας του ΣΥΡΙΖΑ Χρήστου Καραγιαννίδη, με προτιμήσεις και προς τις αναρχίζουσες ιδέες, στη συζήτηση του νομοσχεδίου για την επανασύσταση του υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου.)

 

Σχετικά Άρθρα

Πολυμέσα