Εκτύπωση αυτής της σελίδας

«Η κατάσταση στη Θεσσαλονίκη μπορεί να ξεφύγει από κάθε έλεγχο»

Τα μέτρα στην Πέμπτη εβδομάδα περιορισμών δεν απέδωσαν, το αντίθετο μάλιστα, Υπάρχει κίνδυνος υποτροπής. Όπως σημείωσε ο πρύτανης του ΑΠΘ και επιστημονικός υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, Νίκος Παπαϊωάννου, η κατάσταση για τη Θεσσαλονίκη είναι πολύ οριακή.


«Ανησυχούμε ιδιαίτερα για τα αποτελέσματα των τελευταίων μετρήσεων στα λύματα, καθώς δείχνουν πως έχει σταματήσει η βελτίωση της επιδημιολογικής εικόνας σε σημείο επικίνδυνο. Έχοντας στον νου τη διεθνή εμπειρία, με βάση και τις μετρήσεις εξορθολογισμού στα λύματα που κάνουμε για τις Βρυξέλλες, το Άμστερνταμ και το Παρίσι, μπορούμε να πούμε πως η κατάσταση είναι πολύ οριακή για την πόλη, καθώς μπορεί πολύ εύκολα η τάση στη μέτρηση του ιικού φορτίου να γυρίσει και πάλι αυξητικά και μάλιστα με εκθετικό ρυθμό» ανέφερε ο κ. Παπαϊωάννου μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, τονίζοντας πως «επειδή το σημείο εκκίνησης αυτή τη φορά είναι υψηλό μπορεί η κατάσταση να ξεφύγει από κάθε έλεγχο».

«Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο όπου η αξιοπιστία στις μετρήσεις είναι καθοριστική. Ο υπολογιστικός εξορθολογισμός που εφαρμόζει η ομάδα του ΑΠΘ στις μετρήσεις, με βάση 24 περιβαλλοντικά ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά των λυμάτων, αυξάνει κατά μια τάξη μεγέθους την ακρίβεια στον προσδιορισμό του ιικού φορτίου. Αυτό καθιστά τις μετρήσεις μας αξιόπιστο εργαλείο διάγνωσης της διασποράς του ιού και πολύτιμη βοήθεια στη λήψη αποφάσεων. Αυτές τις κρίσιμες ώρες το περιθώριο λάθους πρέπει να είναι το μικρότερο δυνατό», εξήγησε ο καθηγητής Χημείας και μέλος της διεπιστημονικής ομάδας, καθηγητής Θόδωρος Καραπάντσιος.

Στο διάγραμμα οι ημέρες των δειγματοληψιών, που καταγράφονται με κόκκινο χρώμα αντιστοιχούν σε περισσότερα από 500 κρούσματα – όπως ανακοινώθηκαν τις αντίστοιχες ημέρες από τον ΕΟΔΥ – οι μέρες που καταγράφονται με πορτοκαλί σε 100-400 κρούσματα και οι μέρες που καταγράφονται με πράσινο σε λιγότερα από 100 κρούσματα.

Παράλληλα, η διεπιστημονική ομάδα του ΑΠΘ αναζήτησε τεκμηριωμένες απαντήσεις, στο ερώτημα γιατί η κατάσταση στη Θεσσαλονίκη δε βελτιώνεται, σε σύγκριση με άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις.

«Το πολύ υψηλό ιικό φορτίο είναι η κυριότερη αιτία για τους αργούς ρυθμούς αποκλιμάκωσης από τη στιγμή που ελήφθησαν τα μέτρα. Όσο πιο υψηλό το ιικό φορτίο, τόσο περισσότερο χρόνο χρειάζονται τα μέτρα για να αποδώσουν. Αυτό είναι σαφές και επιπλέον θα πρέπει να λάβουμε υπόψη και το δεδομένο ότι τα μέτρα που εφαρμόστηκαν από τον Νοέμβριο, δεν ήταν εξ αρχής αντίστοιχα εκείνων της περασμένης Άνοιξης.

Είναι επίσης εμφανής στην κίνηση που υπάρχει στους δρόμους, μία μεγαλύτερη χαλαρότητα των πολιτών, σε σχέση με τον περασμένο Απρίλιο, που εξηγείται μεν από την κόπωση που έχει επέλθει, όμως σε καμία περίπτωση δε δικαιολογείται, τη στιγμή που υπάρχει ασφυκτική πίεση στα νοσοκομεία της πόλης και το πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση μπορεί πλέον να το αντιληφθεί ο καθένας μας, που σίγουρα πια γνωρίζει για κάποιον που νόσησε, κάποιον που απεβίωσε από επιπλοκές του ιού», επισήμανε ο πρύτανης του ΑΠΘ, δίνοντας μία ερμηνεία για την επιδημιολογική εικόνα της πόλης.

«Όταν αποφασίστηκε η αναστολή των περισσότερων δραστηριοτήτων και τα μέλη των οικογενειών βρέθηκαν όλα μαζί κλεισμένα στα σπίτια, αυτό δημιούργησε και νέες εστίες, καθώς υπήρχαν ήδη πάρα πολλοί ασυμπτωματικοί φορείς στην κοινότητα και μέσα στον ίδιο χώρο δημιουργήθηκαν νέες επιμολύνσεις» πρόσθεσε ο κ. Παπαϊωάννου, συμπληρώνοντας πως «ένα ακόμη ζήτημα που ίσως δεν αντιμετωπίστηκε επαρκώς αφορά χώρους εν δυνάμει υπερμετάδοσης του ιού και κυρίως τα λεωφορεία και τις λαϊκές αγορές».

Ίσως θα μπορούσαν να ληφθούν περαιτέρω μέτρα εκεί, υπάρχουν λύσεις που έχουν εφαρμοστεί επιτυχώς σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, λύσεις που θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε άμεσα, όπως για παράδειγμα η προσωρινή ένταξη τουριστικών λεωφορείων στον στόλο του ΟΑΣΘ για την ασφαλή μετακίνηση των πολιτών, όπως το μεγαλύτερο άπλωμα των πάγκων στις λαϊκές αγορές κλπ», συμπλήρωσε ο πρύτανης του ΑΠΘ.

Πολυμέσα