Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Novartis: Να καταθέσουν με τα πραγματικά τους ονόματα οι «Κελέση» και «Σαράφης» ζητά η αντιεισαγγελέας του Α.Π

Να καταθέσουν με τα πραγματικά τους στοιχεία ενώπιον της ανακρίτριας του Ειδικού Δικαστηρίου στην υπόθεση Παπαγγελόπουλου, οι δύο προστατευόμενοι μάρτυρες στην υπόθεση της Νοβάρτις ζητά η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασιλική Θεοδώρου.


Να καταθέσουν με τα πραγματικά τους στοιχεία ενώπιον της ανακρίτριας του Ειδικού Δικαστηρίου στη δικογραφία με κεντρικό πρόσωπο τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, οι δύο προστατευόμενοι μάρτυρες στην υπόθεση της Νοβάρτις ζητά η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασιλική Θεοδώρου.

Η ανώτατη εισαγγελική λειτουργός υπέβαλε σήμερα προς το δικαστικό συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου την πολυσέλιδη και εμπεριστατωμένη πρότασή της , η οποία αν γίνει δεκτή από τους συναδέλφους της τότε αυτό σημαίνει πως οι δύο μάρτυρες που εξετάστηκαν με τις κωδικές ονομασίες Μάξιμος Σαράφης και Αικατερίνη Κελέση στο πλαίσιο της έρευνας για την κύρια υπόθεση της Νοβαρτις, θα πρέπει να προέλθουν και να εξεταστούν χωρίς «κουκούλες», αλλά με τα πραγματικά της ταυτότητάς τους στο πλαίσιο της αναζτήσης της ουσιαστικής αλήθειας.

Η ανώτατη εισαγγελική λειτουργός, η οποία σήμερα αποχωρεί από τη δικαιοσύνη, λόγω συμπληρώσεως ορίου ηλικίας, στην πολυσέλιδη πρότασή της αναπτύσσει λεπτομερώς μία σειρά από επιχειρήματα για να θεμελιώσει την κρίση της και να εξηγήσει γιατί δεν πρέπει, με βάση το νόμο και τη δικονομία, οι εν λόγω μάρτυρες να εξεταστούν υπό καθεστώς προστασίας από την ανακρίτρια του Ειδικού Δικαστηρίου, όπως έγινε στην κυρία υπόθεση της Νοβάρτις.

Κατά την κρίση της εισαγγελέως Βασιλικής Θεοδώρου, αυτό πρέπει να γίνει διότι μεταξύ των δύο υποθέσεων (κύρια υπόθεση Νοβαρτις και ερευνώμενη υπόθεση με κεντρικό πρόσωπο τον πρώην υπουργό Δημ.Παπαγγελοπουλο δεν υπάρχει καμία συνάφεια, ούτε σε νομικό ούτε σε ουσιαστικό επίπεδο. Αναφέρει μάλιστα ότι τα περί ουσιαστικής συνάφειας των δύο αυτών υποθέσεων αποτελούν «εφεύρημα και αυθαίρετη νομική κατασκευή».

«Καθίσταται πρόδηλο, τονίζεται στην εισαγγελική πρόταση, ότι οι δύο αυτές δικογραφίες είναι άσχετες μεταξύ τους ως εκ τούτου η προστασία που απολαμβάνουν οι δύο μάρτυρες στη δικογραφία που σχηματίστηκε για την κύρια υπόθεση Νοβαρτις δεν μπορεί να ισχύσει και για την υπόθεση που ερευνάται από την ανακρίτρια του Ειδικού Δικαστηρίου με βάση τη δίωξη που άσκησε η Ολομέλεια της Βουλής».

Και συνεχίζει η εισαγγελέας, «δεν μπορεί η υπό προστασία μάρτυρες να είναι στο διηνεκές και για οποιαδήποτε άλλη υπόθεση υπό καθεστώς απαραβίαστης προστασίας, γιατί έτσι θα απαξιωθεί ο θεσμός των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος».

Σε άλλο σημείο της πρότασης της η κυρία Θεοδώρου επισημαίνει ότι «σε ένα κράτος δικαίου, αν αναμφίβολα πρέπει να προστατεύεται το δημόσιο συμφέρον και να αποτρέπεται η λεηλασία του δημόσιου χρήματος, εξίσου πρέπει να έχει το δικαίωμα και τη δυνατότητα ο κάθε πολίτης και πολύ περισσότερο τα δημόσια πρόσωπα να προστατεύσουν την τιμή και την υπόληψή και την αξιοπρέπεια τους από την «ανθρωποφαγία». Άλλωστε η προστασία των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος δεν μπορεί να φθάνει μέχρι του σημείου να δυσχεραίνεται η ανεύρεση της ουσιαστικής αλήθειας και επέρχεται σημαντικός περιορισμός βασικών αρχών».

Σημαντικό είναι, ότι κατά την κρίση της Εισαγγελέως, οι δύο αυτοί προστατευόμενοι μάρτυρες δεν έπρεπε να έχουν καταθέσει ως προστατευόμενοι μάρτυρες ούτε στην κύρια υπόθεση της Νοβάρτις για τους εξής λόγους.

Διότι δεν κατέθεσαν κάτι το ουσιώδες, ούτε πιθανολογήθηκε κίνδυνος εκφοβισμού η αντεκδίκησης σε βάρος τους από τα δέκα πολιτικά πρόσωπα, επίσης ότι οι εν λόγω μάρτυρες είχαν εξεταστεί στις ΗΠΑ και ως εκ τούτου απέβλεπαν σε ίδιο όφελος και δεν μπορούσαν να μπούν σε καθεστώς και ως εκ τούτου σημειώνεται στην πρόταση «τόσο αυτοί που ζητούσαν να τεθούν υπό προστασίας όσο και η Εισαγγελέας Διαφθοράς θα έπρεπε να αιτιολογούν σε ποιά στοιχεία θεμελιώνουν τον κίνδυνο των μαρτύρων, όπως π.χ διότι οι καταγγελλόμενοι είναι κακοποιοί, έχουν καταδικαστεί για εγκληματικές πράξεις βίας η είναι μέλη εγκληματικής η τρομοκρατικής οργάνωσης. Όμως επειδή δεν μπορούσαν να επικαλεστούν κάτι από όλα αυτά, γιατί οι καταγγελλόμενοι ήταν πολιτικά πρόσωπα ( υπουργοί, πρώην πρωθυπουργοί, διοικητής Τράπεζας Ελλάδος) ανέγραψαν, οι αιτούντες μάρτυρες να τεθούν υπό προστασία και οι εισαγγελείς ανέφεραν μόνον τα στοιχεία του νόμου.

Τον τελευταίο λόγο για το κρίσιμο αυτό ζήτημα που θα καθορίσει και τον τρόπο εξέτασης των δύο συγκεκριμένων μαρτύρων έχει το δικαστικό συμβούλιο, το οποίο αναμένεται να αποφανθεί με βούλευμά του.

Πολυμέσα