Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Π.Κ. Ιωακείμιδης: Τι θα γίνει στη συνάντηση Μητσοτάκη με Ερντογάν

Η συνάντηση του Πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Βίλνιους της Λιθουανίας επιβεβαιώθηκε.

Θα είναι η πρώτη πρόσωπο με πρόσωπο των δύο ανδρών ύστερα από αυτή του Μαρτίου 2022 και το περίφημο «Μητσοτάκης γιοκ» που ακολούθησε από τον πρόεδρο Ερντογάν.

Η τωρινή συνάντηση θα πραγματοποιηθεί σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες. Οι δύο ηγέτες έχουν μόλις επανεκλεγεί με ισχυρές πλειοψηφίες, το κλίμα ανάμεσα στις δύο χώρες έχει βελτιωθεί σημαντικά μετά τους καταστροφικούς σεισμούς στην Αν. Τουρκία και την εκδήλωση της ελληνικής αλληλεγγύης.

Παράλληλα το άμεσο γεωπολιτικό περιβάλλον έχει αλλάξει δραματικά ως συνέπεια του πολέμου στην Ουκρανία, των προσπαθειών της Τουρκίας να κλείσει ανοιχτά μέτωπα με σειρά χωρών (Αίγυπτος, Ισραήλ, Συρία, χώρες Κόλπου, Αρμενία, κ.ά.) αλλά και να εξομαλύνει τις σχέσεις της με ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ενωση, χωρίς όμως να εγκαταλείπει και το στρατηγικό της όραμα για αυτόνομο ρόλο ως sui generis χώρα της Δύσης, περιφερειακή δύναμη. Το επίσης σημαντικό είναι ότι ο πρόεδρος Ερντογάν, χωρίς να έχει εγκαταλείψει καθόλου τις πάγιες θέσεις και επιδιώξεις του, διακηρύσσει την ανάγκη για μια νέα αρχή με στόχο την επίτευξη συνεργατικών, φιλικών ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Ενώ η δεδηλωμένη στόχευση του Κ. Μητσοτάκη για προσέγγιση με την Τουρκία ανατανακλάται και στη σύνθεση της κυβέρνησής του (με ένα ιδιαίτερα ικανό team στο ΥΠΕΞ στη «λογική Μητσοτάκη»). Προς αλλαγή υποδείγματος;
Επομένως η συνάντηση των δύο ηγετών γίνεται σε καλό timing, στην έναρξη της νέας πολιτικής περιόδου ισχυρών κυβερνήσεων στις δύο χώρες.

Στη στιγμή δηλαδή που μπορούν να ληφθούν ορισμένες δύσκολες και ίσως αντι-δημοφιλείς αποφάσεις. Ο Πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης είναι τώρα πολιτικά κυρίαρχος για να λάβει οποιαδήποτε απόφαση επιλέξει (παρά τις οποιεδήποτε ακροδεξιές κραυγές). Βέβαια η εξωτερική πολιτική και τα ελληνοτουρκικά δεν είναι στην πρώτη γραμμή ενδιαφέροντος της κοινωνίας, για όσο όμως παραμένουν «εν υπνώσει» και σε κατάσταση ελέγχου. Εάν όμως τα πράγματα «στραβώσουν» για οποιονδήποτε λόγο, τότε η όλη κοινωνική-πολιτική δυναμική αλλάζει.

Αυτονόητη επομένως είναι η προσοχή. Ποια θα πρέπει επομένως να είναι η επιδιωκτέα κατάληξη της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν πέρα από την αυτονόητη σημασία που έχει αυτό καθαυτό το γεγονός της συνάντησης; Τρία πράγματα:

Πρώτον, πλήρης αποκατάσταση των διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των δύο ηγετών και ανάμεσα στις δύο χώρες σε όλα τα επίπεδα, πολιτικό, διπλωματικό, τεχνοκρατικό, σε διμερές, πολυμερές πλαίσιο κ.λπ.

Δεύτερον, ενεργοποίηση/εντατικοποίηση των διαλόγων χαμηλής πολιτικής όπως μεταξύ των γεν. γραμματέων ΥΠΕΞ, μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) και βεβαίως του διαλόγου πάνω στη θετική ατζέντα και συνεργασίας στα θέματα μετανάστευσης.

Τρίτον, σε ό,τι αφορά τα «πυρηνικά θέματα» των ελληνοτουρκικών είναι προφανές ότι δεν μπορεί να ληφθεί καμιά ουσιαστική απόφαση. Μπορεί και πρέπει όμως να συμφωνηθεί/ανοίξει η διαδικασία βήμα βήμα προσέγγισής τους (οδικός χάρτης, διερευνητικές επαφές, ειδικό διαπραγματευτικό πλαίσιο, σχήμα επαφών κ.λπ.) με διατήρηση του μορατόριουμ αποχής από παραβατικές ενέργειες. Ως έσχατος στόχος θα πρέπει να παραμείνει η επίλυση των προβλημάτων στη βάση του διεθνούς δικαίου/παραπομπή Χάγη και όχι, ως δεύτερη καλύτερη επιλογή, η επίτευξη ενός modus vivendi στο «συμφωνούμε ότι διαφωνούμε» (μη λύση ως λύση).

Η ελληνική πλευρά έχει ορισμένα ισχυρά διαπραγματευτικά όπλα απέναντι στην Τουρκία, δεδομένης και της δύσκολης οικονομικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται η τελευταία. Μεταξύ άλλων τη θέση της στην Ευρωπαϊκή Ενωση που μπορεί και πρέπει να αξιοποιήσει ευρηματικά και δυναμικά.

Ο καθηγητής Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος ΥΠΕΞ, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ και Research Associate LSE. Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του «Ελλάδα: Ορίζοντας 2030. Οι προκλήσεις Τουρκίας και Ευρώπης».

Πολυμέσα