Οι εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας με την ανησυχητική αναζωπύρωση των κρουσμάτων κορωνοϊού σε πολλές χώρες της Ευρώπης και στις ΗΠΑ και η δεδηλωμένη πρόθεση της Fed να συνεχίσει τη χαλαρή νομισματική πολιτική για να στηρίξει τη ρευστότητα της οικονομίας πίεσαν πτωτικά το δολάριο και στήριξαν την αγορά πετρελαίου (που αποτιμάται, ως γνωστόν, σε δολάρια). Οι τιμές και του Brent στην αγορά του Λονδίνου και του αργού στην αγορά της Νέας Υόρκης διατηρήθηκαν πάνω από τα 40 δολάρια το βαρέλι βρίσκοντας αναπάντεχη στήριξη και από την πτώση των αμερικανικών αποθεμάτων πετρελαίου την προ-τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου, που ανακοινώθηκε.
Η βαθιά οικονομική ύφεση, ωστόσο, και ο κίνδυνος να αποφασίσουν οι κυβερνήσεις νέους περιορισμούς της οικονομικής δραστηριότητας δεν αφήνουν περιθώρια για ουσιαστική ανάκαμψη της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου. Και δεν είναι λίγοι οι ειδικοί που πιστεύουν ότι η πετρελαϊκή ζήτηση έφθασε ήδη στο αποκορύφωμά της το 2019. Και ότι η συγκυρία της πανδημίας σε συνδυασμό με την ταχεία στροφή πολλών βιομηχανικών κλάδων (με πρώτη την αυτοκινητοβιομηχανία) σε καθαρότερες μορφές ενέργειας, έχουν ήδη σηματοδοτήσει την αρχή του τέλους της εποχής του πετρελαίου.
Οπως η εποχή του λίθου τερματίστηκε πριν από 5.000 χρόνια δίχως να εξαφανιστούν οι πέτρες από τον πλανήτη, έτσι και η εποχή του πετρελαίου θα τερματιστεί δίχως να στερέψουν οι πετρελαιοπηγές. Την πεποίθηση αυτή έχουν και αρκετοί αξιωματούχοι του OPEC, του οργανισμού που δημιουργήθηκε το 1960 και κατάφερε, τη δεκαετία του 1970, να μετατρέψει το πετρέλαιο σε διπλωματικό όπλο προς όφελος του αραβικού κόσμου και να προκαλέσει δύο παγκόσμιες πετρελαϊκές κρίσεις και υφέσεις.
«Ο κόσμος προχωρεί προς μια νέα πραγματικότητα και προσπαθεί να βάλει το μυαλό του να δουλέψει για να αναπτύξει εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Η προπαγάνδα προς την κατεύθυνση αυτή μοιάζει ακαταμάχητη. Μετά την πανδημική κρίση η ζήτηση και η κατανάλωση πετρελαίου ίσως δεν ανακάμψουν ποτέ πλήρως», δήλωσε στο Reuters αξιωματούχος του OPEC που ζήτησε να μην κατονομαστεί. Επτά νυν και πρώην αξιωματούχοι του οργανισμού μίλησαν στο βρετανικό πρακτορείο, οι περισσότεροι ανωνύμως. Ολοι παραδέχθηκαν ότι η κρίση του Covid-19 και η πρόσκαιρη πτώση της τιμής του αργού κάτω από τα 16 δολάρια το βαρέλι τον περασμένο Απρίλιο έριξαν τα 13 μέλη του καρτέλ σε βαθιά περίσκεψη για το μέλλον της αγοράς.
Πριν από 12 χρόνια η τιμή του αργού είχε ξεπεράσει τα 145 δολάρια το βαρέλι. Αλλά οι δύο μεγάλες οικονομικές κρίσεις, η χρηματοοικονομική του 2008 και η υγειονομική του 2020 σε συνδυασμό με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τη δαιμονοποίηση των υδρογονανθράκων στις αναπτυγμένες χώρες φαίνεται πως αλλάζουν άρδην τα δεδομένα. «Οι πλούσιοι λαοί αλλάζουν συνήθειες και είναι οι λαοί αυτοί που δημιουργούν τα πρότυπα συμπεριφοράς στον αναπτυσσόμενο κόσμο», δήλωσε ένας αξιωματούχος στον ρεπόρτερ του Reuters Αλεξ Λόουλερ.
Στην πραγματικότητα είναι μια διαδικασία που ξεκίνησε εδώ και δεκαετίες. Το 1994 το 40% της ενέργειας στον πλανήτη παραγόταν από την καύση πετρελαίου. Το 2019, παρά την εκτίναξη της πετρελαϊκής ζήτησης σε επίπεδα-ρεκόρ, το ποσοστό αυτό έπεσε στο 33%. «Μιλάμε για μια μόνιμη καταστροφή της ζήτησης, που λόγω των συγκυριών πιθανότατα θα επιταχυνθεί», διαπιστώνουν οι ίδιοι οι πετρελαϊκοί παράγοντες.