Πέπη Ραγκούση: Σε παραλίες σκουπιδοτόπων

Καλοκαιρινή «πολυτέλεια» μιας άλλης εποχής. {LF}Να κάθεσαι σε ένα καφενεδάκι στην Υδρα, δίπλα στη Μελίνα και τον Ντασέν.


Η Ελλάδα των διακοπών και του τουρισμού

Πρώτα απ' όλα θα διαβάσετε όλον τον στίχο από την «Πρωτομαγιά» διότι πρόκειται για ένα από τα πιο αγαπημένα μου τραγούδια του Διονύση Σαββόπουλου αλλά, στην προκειμένη περίπτωση, όχι μόνο γι' αυτό. Πάμε λοιπόν: «Σε παραλίες σκουπιδοτόπων με κασετόφωνα κι εγώ / μια πολιτεία σωριασμένη έχω σκοπό / όλα είναι τόσο τρομαγμένα μα τ'αγαπάω ο φτωχός / δώσ'μου τα λόγια επιτέλους να μην είμαι μοναχός».

Θεωρώ ότι θα μπορούσε να είναι το σάουντρακ του Σαββατοκύριακου. Διότι πολύ μας «απασχόλησε» το θέμα παραλία. Ο νεαρός στη Ρόδο που σέρβιρε στις πλωτές ξαπλώστρες μπαίνοντας στο νερό μέχρι τον λαιμό, τα πρώτα πρόστιμα των 1.000 ευρώ που έπεσαν για τις ρακέτες στην ακρογιαλιά, οι διαμαρτυρίες για τον γυμνισμό που απαγορεύθηκε κάπου στη Γαύδο. Ολη η Ελλάδα σε τρεις εικόνες εντελώς αντιφατικές αλλά που, στην ουσία, χαρτογραφούν το ίδιο πράγμα. Χαζεύω, για παράδειγμα, τις φωτογραφίες από τη Ρόδο. Μια παραλία και μια θάλασσα πακτωμένη στον κόσμο όπου ζεσταίνεται ο διπλανός σου και ιδρώνεις εσύ από τη σαρδελοποίηση. Ναι αλλά έχει ξαπλώστρες από το ξύλο το καλό, το τικ και ομπρέλες πλεκτές τύπου κουρτινάκι. Και στο έμπα της θάλασσας, στο πιο βρώμικο σημείο, εκεί που, κατά μέσον όρο, «ξαλαφρώνουν», ανά λεπτό, τουλάχιστον είκοσι πέντε νοματαίοι, κάτι κατασκευές (παρόμοιες έχω δει στα διβάρια της λίμνης του Μεσολογγίου και σε ιχθυοκαλλιέργειες) που υποτίθεται είναι το αντίστοιχο «πρώτο τραπέζι πίστα» στα μπουζούκια.

Σε αυτό το «πρώτο τραπέζι πίστα» λοιπόν κάποιοι άνθρωποι που έχουν «τα καλοκαίρια τους μικρά κι ατέλειωτους χειμώνες» (στίχος του Μιχάλη Μπουρμπούλη είναι αυτός) θέλουν να ζήσουν το δικό τους vanity fair, τη γιορτή της ματαιοδοξίας τους δηλαδή. Να νιώσουν ότι είναι φραγκάτοι (έχω κρυφακούσει τέτοιες παρέες, έτσι αποκαλούν τους πλούσιους), να φαντασιωθούν ότι είναι στην παρέα τους ο Τζορτζ Κλούνεϊ, άντε ο Αντώνης Ρέμος, και μια από τις δύο ή και οι δύο αδελφές Χαντίντ. Πρόκειται για τη φτηνότερη πρόσβαση στην πολυτέλεια ή, μάλλον, στην επίφασή της, για να μην πω στο ξέφτι της. Να νιώσουν ότι είναι προνομιούχοι, μακριά (πέντε – έξι μέτρα δηλαδή) από το αγριεμένο πλήθος, την πλέμπα της άμμου. Ε, κι όταν νιώθεις έτσι, φραγκάτος για μιάμιση ώρα, δεν καταδέχεσαι να κουβαλήσεις εσύ το κλαμπ σάντουιτς με ζαμπόν ωμοπλάτη και το ξεθυμασμένο αναψυκτικό με στέβια. Γιατί πόσο θα σου στοιχίσει αυτό; Είκοσι, τριάντα ευρώ παραπάνω; Αντε πενήντα. Μικρό ποσόν για μια ψευδαίσθηση Μυκόνου ή Ντουμπάι.

Και σου λέει το παλικαράκι να εκμεταλλευτεί τη ματαιοδοξία τους, να τσιμπήσει μεγαλύτερο πουρμπουάρ. Και έτσι βγήκαν αυτές οι περίφημες φωτογραφίες που μας έκαναν να μιλάμε για εργασιακό Μεσαίωνα και περί αξιοπρέπειας. Δεν ξέρω όμως για ποιον τίθεται θέμα αξιοπρέπειας. Για το παλικάρι που σερβίρει μέσα στη θάλασσα, για την επιχείρηση που «πουλάει» ευκαιρίες ματαιοδοξίας ή για τους πελάτες που παριστάνουν τους αριστοκράτες. Αλλά, ξέχασα, δεν παριστάνουν τους αριστοκράτες. Τους νεόπλουτους παριστάνουν. Διότι ένας πραγματικός αριστοκράτης, ένας νομπλ, θα έπαιρνε μόνος του το σάντουιτς. Δεν είναι τυχαίο ότι τους πραγματικούς αριστοκράτες τους λένε «ευγενείς» και τους τίτλους τους, «τίτλους ευγενείας».
Τάκα τούκα

Διαμαρτυρόμαστε λοιπόν για τον νεαρό που σερβίρει μέσα στο νερό και από την άλλη επιχαίρουμε για τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν στις παραλίες που απαγορεύθηκαν οι ρακέτες. Τι έγινε ρε παιδιά; Μας ενοχλούν οι εξέδρες στη θάλασσα, οι ακριβές ξαπλώστρες, τα mohito on the beach αλλά μας ενοχλούν και οι ρακέτες; Τι παραλίες θέλουμε; Free και χύμα αλλά και με ρακέτες, όπως τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 (τότε είχαμε και τα κασετόφωνα – γουρούνες) ή υπερκοστολογημένες ομπρέλες με κουρτινάκια; Ή μήπως, τελικά, θέλουμε μια παραλία ο καθένας για την πάρτη του;

Εχω την εντύπωση ότι δεν ξέρουμε ακριβώς τι θέλουμε. Μέσα στα «όλα είναι τόσο τρομαγμένα» είμαστε κι εμείς που προσπαθούμε να «ξεπλύνουμε» σε λίγες μέρες καλοκαιρού έναν ολόκληρο χειμώνα. Γι' αυτό ας αφουγκραστούμε την τελευταία στροφή του στίχου. «Δώσ' μου τα λόγια επιτέλους να μην είμαι μοναχός».

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline