Τον διατύπωσαν αλληγορικά, με ελαφρώς διαφορετική φρασεολογία ο καθένας, ο φιλόσοφος Αβραάμ Κάπλαν (1964) και ο ψυχολόγος Αβραάμ Μάσλοου (1966): «Είναι δελεαστικό, αν το μόνο εργαλείο που έχεις είναι ένα σφυρί, να αντιμετωπίζεις τα πάντα σαν να είναι καρφί» (η διατύπωση είναι του Μάσλοου).
Στην περίπτωση του Ισραήλ, το «σφυρί» είναι η πανίσχυρη στρατιωτική μηχανή του. Το «καρφί» είναι η πολεμική σχέση του Ισραήλ με τους αντιπάλους του στη Μέση Ανατολή. Αν έχεις έναν πανίσχυρο στρατό, με αξιοσημείωτες επιτυχίες, είναι δελεαστικό να θεωρείς τη σχέση σου με τους αντιπάλους, κυρίως, πολεμική.
Η υπερ-εξάρτηση από ένα εργαλείο είναι δυνητικώς επιζήμια, καθότι στερεί από τον χρήστη του ευρύτητα σκέψης και απομειώνει τη στρατηγική ευφυΐα του. Οντας στρατιωτικά ισχυρό και έχοντας τη διαρκή στρατιωτική υποστήριξη των ΗΠΑ, το Ισραήλ, με λίγες εξαιρέσεις, ιστορικά αντιμετωπίζει με πρωτίστως στρατοκρατικούς όρους τον πυρήνα του προβλήματος στη Μέση Ανατολή – την προβληματική σχέση του με τους Παλαιστινίους και τις αραβικές χώρες. Δεν θωρακίζεται μόνον αμυντικά, αλλά ενεργεί και βίαια, ελπίζοντας ότι θα επιβληθεί με τη στρατιωτική ισχύ.
Υπήρξαν φάσεις που το στρατιωτικό στοιχείο εύλογα κυριάρχησε στη συμπεριφορά του: όταν οι γείτονές σου σε απειλούν ευθέως στρατιωτικά (1948, 1967, 1973, 2023), θα αντιπαρατεθείς στρατιωτικά. Εδώ και περίπου τριάντα χρόνια, ωστόσο, η κατάσταση έχει αρχίσει να διαφοροποιείται: αρκετές αραβικές χώρες και η Παλαιστινιακή Αρχή αποδέχονται, κατ' αρχήν, έστω διστακτικά, το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ, ζητώντας του, συγχρόνως, να αποδεχθεί τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους (το ζήτησε, εν πολλοίς, και η Συνέλευση του ΟΗΕ τον περασμένο Μάιο).
Οταν ένα εξαιρετικό εργαλείο πέφτει στα χέρια φανατικών ιδεολόγων και/ή καιροσκόπων εξουσιομανών, θα χρησιμοποιηθεί αντιστοίχως. Η περίπτωση του πρωθυπουργού Νετανιάχου και της ακροδεξιάς απόχρωσης κυβέρνησής του είναι χαρακτηριστική. Διεξάγοντας έναν, κατ' αρχάς, δικαιολογημένο αλλά, τελικά, κτηνώδη πόλεμο στη Γάζα, με έντονη την οσμή γενοκτονίας, τι έχουν κατά νουν, πέρα από την εκδίκηση; Πώς θα διαχειριστούν την επόμενη ημέρα στη Γάζα; Τι θα κάνουν με την κατεχόμενη Δυτική Οχθη, εκτός από το να ενθαρρύνουν ή να ανέχονται τη βία των εποίκων και τις δολοφονίες αμάχων Παλαιστινίων (σχεδόν 700 οι νεκροί, μετά τις 7/1/23); Σκοτώνοντας εμβληματικά στελέχη της Χαμάς και της Χεζμπολάχ, σε αλλοδαπό έδαφος, σε τι αποσκοπούν; Με λίγα λόγια, ποια είναι η στρατηγική του Ισραήλ; Τι πολιτικό σκοπό υπηρετούν οι στρατιωτικές δράσεις του;
Δεν είναι φανερό, εκτός από την επιδίωξη «ολικής νίκης» (δηλώσεις Νετανιάχου). Η «ολική νίκη», όμως, αν δεν πάρει τη μορφή ναζιστικού τύπου «τελικής λύσης», όπως έχουν προτείνει διάφοροι ακροδεξιοί στο Ισραήλ, είναι μια στρατοκρατική φαντασίωση. Πώς μπορεί μια δημοκρατία να επικρατήσει «ολικά» επί των επτά εκατομμυρίων Παλαιστινίων που ζουν στο εσωτερικό της χώρας (1,8 εκατ.) και σε ελεγχόμενα από το Ισραήλ εδάφη (5,2 εκατ.); Πόσο ρεαλιστική είναι η «ολική» νίκη έναντι των ισχυρών ισλαμιστών αντιπάλων του –Χεζμπολάχ και Ιράν– χωρίς μαζική εξόντωση και/ή κατάκτηση των εδαφών τους; Το εμμονικά ακολουθούμενο δόγμα «βία στη βία» παράγει περισσότερη βία – η ειδεχθής τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς πριν από ένα χρόνο και η γενοκτονική συμπεριφορά του Ισραήλ έκτοτε το επιβεβαιώνουν.
Το πρόβλημα στη Μέση Ανατολή θα διαιωνίζεται όσο θα κυριαρχούν τα «κόμματα του Θεού». Στο Ισραήλ έχει επικρατήσει η θρησκευτική Δεξιά, υπό την ηγεσία ενός εξουσιομανούς και υπόδικου για διαφθορά πρωθυπουργού. Το γεγονός και μόνον ότι ο υπουργός Ασφαλείας (ο Ιταμαρ Μπεν Γκβιρ) είναι ένας καταδικασμένος έποικος, θαυμαστής τρομοκρατών, ο οποίος συστηματικά επιδεικνύει ρατσιστική συμπεριφορά έναντι των Παλαιστινίων, εικονογραφεί το πολιτικό αδιέξοδο της χώρας.
Για τη θρησκευτική Δεξιά, τα σύνορα του Ισραήλ έχουν καθοριστεί από τη Βίβλο, όχι από συνθήκες και τη γεωπολιτική πραγματικότητα. Η αντίπαλη ισλαμιστική πλευρά (Χεζμπολάχ σημαίνει «κόμμα του Θεού» στα αραβικά), ακολουθώντας τη δική της μυθολογία, αντιστρέφει τους όρους, επιζητώντας να εξαλείψει, παντοιοτρόπως, το «σιωνιστικό κράτος». Στο μέτρο που αμφότεροι οι ακραίοι ορίζουν τη σύγκρουση ως παίγνιο μηδενικού αθροίσματος, η πολεμική ένταση και κλιμάκωση είναι αναπόφευκτη. Οι «φρόνιμοι», όπως ο πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ
Εχούντ Ολμέρτ, γνωρίζουν τι πρέπει να γίνει. Η στρατηγική του Ισραήλ, συμβουλεύουν, πρέπει να είναι η απομόνωση του σιιτικού Ιράν και των συμμάχων του από τις σουνιτικές αραβικές χώρες. (Η απόκρουση των ιρανικών πυραύλων τον περασμένο Απρίλιο επιτεύχθηκε και χάρη στην αραβική συνδρομή στο Ισραήλ.) Η ενδυνάμωση της συνεργασίας με τις αραβικές χώρες (ιδιαίτερα τη Σαουδική Αραβία) προϋποθέτει διπλωματία και πολιτική στρατηγική – πρωτίστως, την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους από το Ισραήλ.
Για τη θρησκευτική Δεξιά, όμως, αυτό είναι ανάθεμα – αντιβαίνει στη Βίβλο! Ο Νετανιάχου ήταν ανέκαθεν αντίθετος, ενώ στον νέο ρόλο του πολεμικού εθνάρχη που επιφυλάσσει για τον εαυτό του, έχει συμφέρον να κλιμακώσει τη σύγκρουση. Αυτό κάνει. Τη συμπεριφορά του Ισραήλ δεν υπαγορεύει, δυστυχώς, η πραγματιστική πολιτική στρατηγική, αλλά ο «νόμος του στρατιωτικού εργαλείου» και τα κόμματα του Θεού. Τα χειρότερα έπονται.
*Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.