Αισιοδοξούμε, σχετικά εννοείται, διότι μας λένε ότι αργά αλλά σταθερά επανερχόμαστε στην κανονικότητα. Απόδειξη ότι οι οίκοι αξιολόγησης μας δίνουν καλό βαθμό. Απόδειξη επίσης ότι το κέντρο της Αθήνας διαλύεται τουλάχιστον άπαξ εβδομαδιαίως από διαμαρτυρόμενους παλαιοημερολογίτες συνδικαλιστές και αλληλέγγυους. Τα προϊόντα ανακύκλωσης που γέννησαν τα χάλκινα χρόνια όπως ο Βαρουφάκης εξακολουθούν να μας απασχολούν. Οπως μας απασχολεί η σημασία του «Οχι» ή της μπούρδας που τη λέμε διαμαρτυρία. Και βέβαια δεν τολμούμε να ομολογήσουμε ότι αυτό που μας φοβίζει περισσότερο δεν είναι ούτε το καθεστώς της ανομίας ούτε το σαράβαλο της δημόσιας διοίκησης – ένα παλιό όχημα που κινδυνεύει να διαλυθεί και γεμίζει τον αέρα με καυσαέριο. Αυτό που μας φοβίζει περισσότερο είναι ότι δεν ξέρουμε ποια είναι η θέση μας στον κόσμο μας. Και δεν εννοώ τη γεωπολιτική θέση. Εννοώ την «αρετή» μας, με την αρχαιοελληνική σημασία της λέξης, δηλαδή τις δυνατότητες του οργανισμού μας, τη δυναμική της ελληνικής κοινωνίας.
Ας μη γελιόμαστε. Είμαστε μια φοβισμένη κοινωνία διότι στην πραγματικότητα ξέρουμε καλύτερα απ' όλους την αδυναμία μας να παράγουμε πλούτο. Ή, με άλλα λόγια, την αδυναμία μας να παράγουμε νέτα σκέτα. Καταναλώνουμε, ακόμη και την Ακρόπολη, χωρίς να προσθέτουμε υπεραξία. Το μεγάλο μας οχυρό είναι η εθνική μας κλάψα. Απ' τα τραγούδια ώς την εμπορική κίνηση. Τα πρότυπα που αναδεικνύει η δημόσια ζωή επιβεβαιώνουν την αδυναμία μας. Η μετριοκρατία ξεπέφτει σε γελοιοκρατία. Η μόνη προοπτική είναι η επιστροφή όσων έφυγαν αυτά τα χρόνια. Εχοντας ζήσει στον κανονικό κόσμο, έχοντας απαλλαγεί από τους φόβους τους, μπορούν να γίνουν ο μοχλός που θα σπάσει την καταθλιπτική αδράνεια και την ανία μας.