Μεγαλωμένος και ο ίδιος μέσα στα ελατοχώραφα ανέλαβε να τα μεγαλώνει. Το έλατο ξεκινά με σπόρο σε φυτώρια που παραμένει μικρό φυτό για περίπου 3 χρόνια και μετά αρχίζει η μεταφύτευση. Περισσότερο από 10 ή 12 χρόνια τα περιποιούνται για να φτάσουν σε ένα μέγεθος που θα μπορούσαν να στολίσουν ένα σπίτι τα Χριστούγεννα.
«Δυστυχώς το φυσικό έλατο, ως είδος πολυτελείας, εξαφανίζεται σταδιακά. Εξαφανίζεται και ως έθιμο και ως επιλογή», λέει ο κ. Αντωνίου. «Η ζήτηση πέφτει διαρκώς. Κάθε χρόνο οι αγορές είτε συρρικνώνονται, είτε χάνονται.
Βλέπουμε μία τεράστια διαφορά τα 3-4 τελευταία χρόνια και μάλιστα φέτος κόπηκαν τα μισά έλατα από εκείνα που κόβαμε πριν από μία 4ετία αφού δεν φεύγουν στην αγορά».
Αυτές τις μέρες τα χωριά που είναι στις παρυφές του Βελουχίου έχουν αδειάσει. Οι περισσότεροι κάτοικοι έχουν μεταφερθεί στα αστικά κέντρα, προσπαθώντας να πουλήσουν τα έλατα. Γι' αυτούς αποτελεί, μαζί με το τσίπουρο, το μοναδικό εισόδημα για να τα βγάλουν πέρα.
Η ζήτηση για φυσικά έλατα πέφτει διαρκώς – Κάθε χρόνο οι αγορές είτε συρρικνώνονται είτε χάνονται
Αβάσταχτα τα έξοδα
«Τα έξοδα είναι τεράστια», σημειώνει ο Μίμης Αλεξίου από τη Μερκάδα που κληρονόμησε την καλλιέργεια και τη διάθεση των ελάτων από τον πατέρα του, τον Πέτρο Αλεξίου», ο οποίος όπως λέει, «εκείνα τα χρόνια άνοιξε τις αγορές».
«Ήταν αλλιώς παλιά. Έρχονταν έμποροι και ενδιαφερόμενοι να μας βρουν. Τώρα τρέχουμε να βρούμε αγορές», λέει ο ίδιος. Με την οικογένειά του διαμένουν πλέον στον Άλιμο στην Αθήνα, καθώς εκεί τα τελευταία 7 χρόνια έχουν κάνει το στέκι τους με χριστουγεννιάτικα δέντρα, έχοντας στολίσει κυριολεκτικά ένα τετράγωνο και περιμένουν να τα πουλήσουν.
Τα έξοδα για την υλοτομία και τη μεταφορά έχουν αυξηθεί υπέρμετρα, σύμφωνα με τους καλλιεργητές
Όπως χαρακτηριστικά λέει ο κ. Αλεξίου, «πριν από 40 χρόνια ο Δήμος Αλίμου μάς είχε ανακαλύψει στα χωριά μας και έστελνε φορτηγό κάθε Χριστούγεννα για να φορτώσει έλατα για τον διάκοσμο της πόλης». Αυτό τους οδήγησε το 2017 να δημιουργήσουν το δικό τους στέκι κάθε Χριστούγεννα στον Άλιμο για να διαθέτουν τα έλατα.
«Τίποτα δεν γίνεται από μόνο του. Το κάθε έλατο έχει κόπο, έχει προσπάθεια και έχει τεράστια έξοδα. Για να το φτάσεις από σπόρο και να γίνει δέντρο να το πουλήσεις για να ζήσει η οικογένεια έχει πολλά έξοδα. Πολλά μεροκάματα», σημειώνει ο Μίμης Αλεξίου, τονίζοντας παράλληλα ότι «τα έξοδα για την υλοτομία και τη μεταφορά έχουν αυξηθεί υπέρμετρα».
Οι ίδιοι βρίσκονται μέσα στα χωράφια από τα μέσα του Νοέμβρη όταν αρχίζουν να κόβουν τα έλατα, να τα περιποιούνται και αρχίζουν τις προετοιμασίες για τις μεγάλες πόλεις.
«Όλοι μας ζούμε το άγχος της επόμενης μέρας. Το προϊόν που σπέρνουμε και καλλιεργούμε για πολλά χρόνια δεν μπορεί πλέον να μας δώσει τα εισοδήματα για να περάσουμε το υπόλοιπο διάστημα», λέει από την πλευρά του ο Θανάσης Αντωνίου για να συμπληρώσει: «Τα χωριά μας κρατούσαν κάποιους δασεργάτες που για ένα μεγάλο μέρος του χρόνου ασχολούνται με την περιποίηση των κτημάτων. Κάθε μέρα 'χαϊδεύουν' τα έλατα από μικρά μέχρι και μεγάλα. Τώρα ψάχνονται για να μετακομίσουν».
«Από κάποια χωριά θα φύγουν και αυτοί που κατοικούν σήμερα. Δεν θα μείνει κανείς πλέον», προσθέτει.
Το έθιμο που συντηρούσε πολλές οικογένειες στα ορεινά χωριά της Φθιώτιδας, το έθιμο με το φυσικό έλατο στο χριστουγεννιάτικο σπίτι χάνεται σιγά-σιγά. Πολλά από τα έλατα που κόβονται αφού δεν πωλούνται καταλήγουν για ζωοτροφή στις κατσίκες. Συγχρόνως χάνεται μία δυνατότητα και μία επιλογή να υπάρχει εισόδημα για να παραμείνουν λίγοι άνθρωποι στα ορεινά χωριά. Μένει όμως το χριστουγεννιάτικο τραγούδι «Ω Έλατο... Ω Έλατο...» για να συγκινούνται οι νεότεροι.