Η Νέα Δημοκρατία στοχεύει σε νίκη με ποσοστό υψηλό, που να δικαιολογεί αισιοδοξία για αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές. Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής ο Κυριάκος Μητσοτάκης κόβει τις γέφυρες με το ΠΑΣΟΚ. Ακόμη και να «βγαίνουν τα κουκιά», δεν θα συναινέσει σε κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ. Γιατί να το κάνει άλλωστε, όταν τον διευκολύνει ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης με την επιμονή του να μην είναι πρωθυπουργός ο αρχηγός του πρώτου κόμματος;
Ο πήχυς τοποθετείται γύρω στο 35%, ποσοστό που σε συνδυασμό με την αποτελεσματική απονεύρωση του ακροδεξιού χώρου και την αποτροπή εισόδου και έβδομου κόμματος στη Βουλή, θα μπορούσε να επιτρέψει τον σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης τον Ιούλιο.
Ο Αλέξης Τσίπρας δηλώνει ότι μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι πρώτο κόμμα ελπίζοντας σε ανατροπή μετρήσεων και προβλέψεων. Στο μάλλον απίθανο σενάριο νίκης, στόχος είναι ο σχηματισμός κυβέρνησης συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, αλλά και εδώ προβάλλουν τα εμπόδια των αριθμών, αλλά και της θέσης Ανδρουλάκη ότι ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να είναι πρωθυπουργός.
Η αυτοδυναμία της Ν.Δ., το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, το αδιέξοδο του ΠΑΣΟΚ, το φλερτ της Ζωής.
Επιστρέφοντας στη σφαίρα του ρεαλισμού, στόχος καθίσταται μια διαχωρίσιμη ήττα με διαφορά πιο κοντά στο 3% παρά στο 6% που δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, και στις δεύτερες εκλογές ένα ποσοστό πάνω από το 31,5% του Ιουλίου του '19, ώστε να εδραιωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως κύριος πόλος στο ιδεολογικό φάσμα της Κεντροαριστεράς.
Αυτοεγκλωβισμένος βρίσκεται ο Νίκος Ανδρουλάκης. Ηγείται ενός κόμματος με αντικρουόμενες τάσεις και έχει μπροστά του ένα δύσκολο έργο, ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία. Εάν το 2015 ο κεντρώος χώρος έμενε εν πολλοίς ακάλυπτος, έχοντας από τη μια την καθαρόαιμη δεξιά Νέα Δημοκρατία υπό τον Αντώνη Σαμαρά και από την άλλη τον ριζοσπαστικό ΣΥΡΙΖΑ του σκισίματος των μνημονίων και της κατάργησης του ΕΝΦΙΑ με έναν νόμο, σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά.
Μητσοτάκης και Τσίπρας έχουν μετακινήσει τα κόμματά τους προς το Κέντρο, αφαιρώντας οξυγόνο από τον χώρο όπου φιλοδοξεί να αναγεννηθεί το ΠΑΣΟΚ. Και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτό το αμφίπλευρο ροκάνισμα από τα δύο κόμματα εξουσίας θα σταματήσει.
Τα υπόλοιπα τρία κοινοβουλευτικά κόμματα προσβλέπουν στην ψήφο δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας. Πέρα από το ελαφρώς ενισχυμένο ΚΚΕ, το ΜέΡΑ25 και η Ελληνική Λύση βρίσκονται λίγο πάνω από το όριο εισόδου στη Βουλή, με το οποίο αρχίζει να φλερτάρει και η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, η απήχηση της οποίας δεν περιορίζεται στην Αριστερά, καθώς η αντιμνημονιακή ρητορική της, η μάχη για το κατοχικό δάνειο, η αντίθεση στις Πρέσπες και γενικά ο πατριωτικός λόγος της βρίσκουν ανταπόκριση και στον χώρο της άκρας Δεξιάς.