Και βεβαίως θέλει να καταστήσει ευκρινέστατες τις διαφορές από το πνεύμα και τις επιλογές του Ντοναλντ Τραμπ που συνεχίζουν να κυριαρχούν στο αντίπαλο νεοσυντηρητικό ρεπουμπλικανικό στρατόπεδο.
Οι διακηρύξεις του αμερικανού προέδρου είναι σαφείς και συγκεκριμένες. Υπερασπίζεται ευθέως χωρίς επιφυλάξεις την επιβολή φόρου 15% στα υπερκέρδη των μεγάλων πολυεθνικών γιγάντων, που πρόσφατα ψήφισε η κυβέρνησή του, ως ελάχιστη συνεισφορά και επιστροφή στη χώρα και στην κοινωνία, οι οποίες τους προσέφεραν τη δυνατότητα και την ευκαιρία παγκόσμιας επικράτησης.
Αντιστοίχως επιμένει στο έργο ανάταξης όλων των υποδομών της χώρας, όπως και σε εκείνο της ανάκτησης των παραγωγικών ικανοτήτων της Αμερικής, όπως δηλώνει η ευθεία ενίσχυση των επιχειρήσεων που μεταφέρουν την παραγωγή μικροτσίπ στις ΗΠΑ. Και μαζί βεβαίως δεν αφήνει κανένα περιθώριο υπονόμευσης από τους Ρεπουμπλικανούς της πολιτικής δημόσιας υγείας που εισήγαγε ο Μπάρακ Ομπάμα, δεσμευόμενος ότι θα σταθεί στο πλευρό κάθε πολίτη.
Το σημαντικότερο ωστόσο είναι ότι εσχάτως ο αμερικανός πρόεδρος θέτει ως κεντρικό στόχο της πολιτικής του την αναγέννηση του δημόσιου σχολείου και συνολικά της δημόσιας εκπαίδευσης. Ο Τζο Μπάιντεν μεταδίδει σχεδόν καθημερινά πόσο κρίσιμη για το μέλλον της χώρας του είναι η προσχολική εκπαίδευση, δηλώνει ότι τα μικρά παιδιά επιβάλλεται να εισέρχονται σε καθεστώς εκπαιδευτικής διαδικασίας από την ηλικία των τριών ετών, ότι συνολικά η δημόσια εκπαίδευση είναι απαραίτητο να ανασυγκροτηθεί και να αναβαθμιστεί.
Ταυτόχρονα εκθειάζει το έργο των δασκάλων και των καθηγητών, οι οποίοι κατ' αυτόν κάνουν μια από τις δυσκολότερες δουλειές στις ΗΠΑ και γι' αυτό χρειάζεται να ανταμειφθούν αναλόγως, οι μισθοί τους να αυξηθούν σημαντικά, σύμφωνα με την κρισιμότητα του έργου που επιτελούν.
Κατά τα φαινόμενα, ο γηραιός αμερικανός πρόεδρος έχει τις πολιτικές και κοινωνικές εμπειρίες που του επιτρέπουν να κατανοήσει την αξία της εθνικής παραγωγής, όπως και ότι η εκπαίδευση συνιστά έναν βασικό μηχανισμό αναδιανομής και ίσως τον αποτελεσματικότερο μηχανισμό κοινωνικής κινητικότητας, ικανό να αναγεννήσει και αυτό ακόμη το κλονισμένο αμερικανικό όνειρο.
Ολη η πολιτική προπαρασκευή του Τζο Μπάιντεν αποκτά ξεχωριστή σημασία στις ελληνικές προεκλογικές συνθήκες, όπου δυστυχώς κυριαρχούν τα πάθη, τα μίση και αντιθέτως απουσιάζουν τα βασικά, τα θεμελιώδη, εκείνα που εν τέλει ορίζουν τη ζωή των πολιτών και κατ' επέκταση το μέλλον του τόπου.
Αλήθεια, γιατί θα ψηφίσουμε στις κάλπες που θα στηθούν σε λίγους μήνες αν προηγουμένως δεν συζητήσουμε συστηματικά και οργανωμένα για την αναγέννηση της εθνικής μας παραγωγής, για την υγεία του λαού ή για την εκπαίδευση των παιδιών μας;
Πώς θα ψηφίσουμε αν δεν γνωρίζουμε πώς θα χρηματοδοτηθεί η ανασύνταξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας όσο και η αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου; Πώς θα επιλέξουμε κυβερνήτη αν δεν γνωρίζουμε πώς οι ευκαιρίες ανάπτυξης θα διαχυθούν στην κοινωνία, ποιες αμοιβές θα εξασφαλίσουν την κοινωνική συνοχή και την απαιτούμενη κοινωνική ειρήνη και πώς ο παραγόμενος νέος πλούτος θα επανεπενδυθεί και έτσι έστω ένα τμήμα του θα επιστρέψει στην κοινωνία;
Επί του παρόντος η δημόσια προεκλογική συζήτηση παραμένει συνθηματολογική και αμιγώς προπαγανδιστική, οριζόμενη κατά βάση από κραυγές και φωνές που σκεπάζουν τις φωνές και τις κραυγές των άλλων.
Δεν μας ταιριάζει αυτού του τύπου η αντιπαράθεση. Υποτιμά τους πολίτες και νοθεύει την ψήφο.
Μια άλλη συζήτηση επιβάλλεται να διεξαχθεί. Και ο γερο-Μπάιντεν μας δείχνει τον δρόμο.