Μέσα σε γενική αναμονή και κοινωνική αγωνία συζητείται σήμερα το θέμα της νομιμοποίησης ή μη των εταιρειών διαχείρισης να προχωρούν – ως εντολοδόχοι των funds – σε πλειστηριασμούς, με σύσσωμο το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τους δανειολήπτες, αλλά και την κυβέρνηση, να αναμένουν με αγωνία την απόφαση.
Πιο αναλυτικά, το Ανώτατο Δικαστήριο στην πλήρη σύνθεσή του καλείται να αποφανθεί επί του κενού που έχει προκύψει μεταξύ δύο νόμων και συγκεκριμένα:
• του 4354/2015 για τα «κόκκινα» δάνεια, ο οποίος προβλέπει ειδική νομιμοποίηση στους servicers, ώστε να μπορούν να πραγματοποιούν διαδικαστικές πράξεις αντί του δικαιούχου της απαίτησης και
• του 3156/2003 που αφορά γενικά σε ρυθμίσεις δανείων και στο άρθρο 10 (παράγραφος 14) καθιστά σαφές ότι οι προβλεπόμενες εταιρείες ενεργούν πράξεις διαχειρίσεως για λογαριασμό των εταιρειών που έχουν τα δάνεια, χωρίς να αποδίδεται σε αυτές η συγκεκριμένη ιδιότητα του «μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου».
Με απλά λόγια, ο νόμος του 2015 επιτρέπει στους servicers να γίνονται διάδικοι, ενώ αυτός του 2003 όχι, γεγονός στο οποίο «πάτησαν» πολλοί δανειολήπτες – μέσω των νομικών εκπροσώπων τους – ζητώντας αναβολή των πλειστηριασμών.
«Μία απόφαση του Αρείου Πάγου κρίνει ότι οι servicers δεν νομιμοποιούνται να προχωρούν σε πλειστηριασμούς, ενώ πολλές άλλες προβαίνουν στο αντίθετο συμπέρασμα. Υπάρχουν και αρκετές νομολογίες του Αρείου Πάγου επί αυτών, αλλά και νομολογίες κατωτέρων δικαστηρίων. Έχει πέσει στην αντίληψή μου μία στο Εφετείο Λάρισας, στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα κ. ο. κ.», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταικούρας, πριν βάλει τέλος στα σενάρια περί νομοθετικής πρωτοβουλίας, παραπέμποντας το ζήτημα στην Ολομέλεια.
Όπως εξηγούν στο newmoney πηγές της αγοράς NPEs, ο χρόνος έκδοσης της απόφασης από τον Άρειο Πάγο θεωρείται κρίσιμος για τρεις κυρίως λόγους:
Α) Την ομαλή λειτουργία της «μηχανής» των πλειστηριασμών. Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μία σημαντική αύξηση του ποσοστού των ανακοπών, παρά το γεγονός ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η απάντηση των δικαστηρίων είναι αρνητική. Σύμφωνα με στοιχεία των servicers, οκτώ στις 10 αιτήσεις ανακοπής απορρίπτονται, με τις δύο που γίνονται αποδεκτές να εκδίδονται από δικαστήρια ως επί το πλείστον της περιφέρειας. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως όσο περισσότερο καθυστερεί ο Άρειος Πάγος να τοποθετηθεί επί της αμφισημίας, τόσο θα γιγαντώνεται το «κύμα» των ανακοπών, με ό, τι αυτό συνεπάγεται για την ομαλή λειτουργία της μηχανής των πλειστηριασμών.
Β) Την επίτευξη των στόχων των business plans. Αν και, όπως παραδέχονται οι παραπάνω πηγές, ο κίνδυνος κατάπτωσης των εγγυήσεων του Δημοσίου δεν είναι τόσο άμεσος, εντούτοις απειλούνται με εκτροχιασμό τα business plans του «Ηρακλή». Τα τιτλοποιημένα χαρτοφυλάκια, άλλωστε, περιλαμβάνουν αυστηρές προδιαγραφές εκτέλεσης για τις εταιρείες διαχείρισης και εξίσου αυστηρές κυρώσεις σε περίπτωση υποαπόδοσης, γεγονός που σημαίνει ότι για την ομαλή εκτέλεσή τους είναι απαραίτητη η εφαρμογή του συνόλου των μέσων που προβλέπονταν όταν συμφωνήθηκαν τα επίμαχα σχέδια, μεταξύ των οποίων και οι πλειστηριασμοί.
Γ) Την προσέλκυση επενδυτών. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η αλλαγή εκ των υστέρων των όρων μιας συμφωνίας (σ.σ. εν προκειμένω τις συναλλαγές πώλησης «κόκκινων» δανείων) δεν είναι και το καλύτερο μήνυμα που θέλει η Ελλάδα να εκπέμψει προς τους επενδυτές και δη, σε μία περίοδο, όπου έχει ξεκινήσει η προσπάθεια προσέλκυσής τους. Πέραν, δηλαδή, των απαιτήσεων που ενδεχομένως να εγείρουν όσοι έχουν ήδη επενδύσει στην επίμαχη αγορά και σε περίπτωση αρνητικής απόφασης του Αρείου Πάγου θα πληγούν, η καθυστέρηση επίλυσης του θέματος ενδέχεται να αποθαρρύνει και εκείνους που ενδεχομένως σκέφτονταν να τοποθετηθούν.