Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024  16:19:08

Ο «σκληρός ηθοποιός» Βασίλης Μπισμπίκης, εκλεκτός του life style..... ξανάγραψε και εκσυγχρόνισε το «Έγκλημα και Τιμωρία», εγχείρημα που χτυπήθηκε ως ανοσιούργημα καλλιτεχνικό. Κύριο

Συγκεκριμένα μετέφερε το αριστούργημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας στην μεταπολεμική Ελλάδα και στα μπορντέλα της Ομόνοιας, με το γνώριμο στυλ του Β. Μπισμπίκη και από άλλες «ανάλογες επιδόσεις» με έντονη, βία, ακρότητες κάθε είδους, ακραίο νατουραλισμό.

1. «Ο Ντοστογιέφσκι χάθηκε στην Ομόνοια...» Η αναλυτική θεατρική κριτική στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της περασμένης Κυριακής.

Το δράμα αναπτύσσεται γύρω από ορισμένα κρίσιμα σημεία του έργου, αλλά οι ντοστογιεφσκικοί ήρωες ασφυκτιούν μέσα στα σκηνικά τους υποκατάστατα, σε ένα παίξιμο υπέρμετρα θερμό, δραματικό και κωμικό.

Πληθωρική και εκκωφαντική, με σαφείς επιρροές από τη μόδα της νατουραλιστικής αισθητικής που επικρατεί στο ελληνικό θέατρο, είναι η παράσταση «Eγκλημα και τιμωρία: Αθήνα», που σκηνοθέτησε ο Βασίλης Μπισμπίκης, σκηνογράφησε ο Κένι Μακ Λέλαν και κινηματογράφησε επί σκηνής ο Φίλιππος Ζαμίδης. Το έργο ορίζεται ως «μεταγραφή» και «πρωτότυπη δραματουργία», δύο όροι που δεν συνδέονται διαλεκτικά μεταξύ τους και μάλλον αλληλοαποκλείονται.

Πρόκειται για ένα φιλόδοξο εγχείρημα, που κινήθηκε στις ίδιες σχεδόν ατμοσφαιρικές και ηθογραφικές συντεταγμένες με τη σκηνοθεσία του «Άνθρωποι και ποντίκια» (2019), με τη διαφορά ότι η εξαιρετική αυτή διασκευή του έργου του Στάινμπεκ σκηνοθετήθηκε από τον Μπισμπίκη σε ένα παλαιό μηχανουργείο στην περιοχή του Ρέντη, δίπλα σε hotspot μεταναστών, σε έναν χώρο απόλυτα εναρμονισμένο με τη σκηνική τροχιά της φθοράς και της πτώσης των δραματικών προσώπων.

Ο φωτογραφικός ρεαλισμός ως τρόπος ανάδειξης του κακού και νοσηρού στοιχείου που διαταράσσει την κοινωνική συνοχή, καθιερώνει σταδιακά στο ελληνικό θέατρο μια αναγνωρίσιμη τάση που ανακυκλώνει τα εξής: λούμπεν ήρωες, κοινωνικά ρετάλια, παράσιτα που βωμολοχούν ασύστολα και κραυγάζουν ενοχλητικά στα αυτιά των θεατών, πρόσωπα που αναζητούν την ηθική ισοτιμία τους σε ένα σύστημα ανισοτήτων, εξαθλίωσης και απίστευτης αδικίας.

Ο Βασίλης Μπισμπίκης και ο Γιάννης Μελιτόπουλος δημιουργούν ένα λαϊκό νουάρ, «μεταφέροντας» το «Eγκλημα και τιμωρία» από την Αγία Πετρούπολη του 1866 στην περιοχή γύρω από την Ομόνοια του 2023, η ζωντανή κινηματογράφηση της οποίας προσφέρει πλάνα από τις όψεις της πόλης που θυμίζουν έντονα συνοικία τριτοκοσμικής χώρας.

Το έργο του Ντοστογιέφσκι είναι σύνθετο και κινείται σε δύο άξονες: ο ένας αφορά την ενοχή του νεαρού φοιτητή της Νομικής που διαπράττει τον φόνο της γριάς τοκογλύφου και ταλαντεύεται ανάμεσα στην αίσθηση του δικαίου και του αδίκου. Νιώθει ενοχή για την πράξη του φόνου, αλλά θεωρεί ως ελαφρυντικό γι' αυτή την πράξη την ίδια την αναγκαιότητά της. Ο άλλος άξονας είναι η μετάνοια του αλκοολικού πατέρα Μαρμελάντοφ, που εξωθούσε στην πορνεία τη σύζυγο και την κόρη και συνειδητοποιεί λίγο πριν πεθάνει την ανάγκη να ζητήσει συγχώρεση από τον Θεό για το φοβερό έγκλημα που διέπραξε. Η ελληνική διασκευή έριξε το βάρος στον πρώτο άξονα και εστίασε στην περιπλάνηση του φοιτητή Μιχάλη στην εσωτερική δίνη της τύψης και στην εξωτερική περιπλάνησή του στους δρόμους της πόλης.

Θέατρο του σοκ

Το δράμα αναπτύσσεται γύρω από ορισμένα κρίσιμα σημεία της μυθιστορηματικής θεματικής, αλλά οι ντοστογιεφσκικοί ήρωες ασφυκτιούν μέσα στα σκηνικά τους υποκατάστατα, σε ένα παίξιμο υπέρμετρα θερμό, δραματικό και κωμικό, κινούμενα φαντάσματα της ντοστογιεφσκικής ατμόσφαιρας.

Ο σκηνοθέτης θέτει ως αυτοσκοπό την υλοποίηση ενός «θεάτρου του σοκ». Θεωρεί ότι μέσα από τη βία και το σοκ μπορεί να «ξύσει» «πράγματα» στην ψυχή και την καρδιά του θεατή. Δεν πιστεύει στο θέατρο του «καναπέ» ή της «σκέψης». Αν το «σοκ», η ωμότητα, οι σκηνές σεξουαλικής βίας, η κακοποίηση της γυναίκας, οι υβριστικές κραυγές και οι επαναλαμβανόμενες βωμολοχίες γίνονται αυτοσκοπός στη δραματουργική και σκηνοθετική οπτική, τότε το προσωπείο του Ντοστογιέφσκι είναι περιττό.

Οι συγγραφείς μπορούν να γράψουν ένα καινούργιο έργο με σκηνικό τα παρακμιακά ξενοδοχεία της Ομόνοιας, τους λούμπεν ήρωες, τα «πρεζάκια», τις εκδιδόμενες γυναίκες, τα στριπτίζ και τα τρανς άτομα, χωρίς το πρόσχημα της φιλοσοφικής θεώρησης του Ντοστογιέφσκι, ως προς το τρίγωνο έγκλημα – ενοχή – μετάνοια. Η απαλοιφή του θρησκευτικού στοιχείου από την οπτική του εγκλήματος αποτελεί επίσης μια αστοχία, καθώς δεν νοείται έγκλημα στον Ντοστογιέφσκι χωρίς τη χριστιανική ηθική απόδοση της τιμωρίας κάθε αμαρτήματος.
Όταν η ωμότητα, οι σκηνές σεξουαλικής βίας και οι βωμολοχίες είναι αυτοσκοπός, ο Ρώσος συγγραφέας γίνεται περιττός.

Ραπ, σκυλάδικο και όπερα

Πολλές σκηνές της παράστασης συνθέτουν ένα απίστευτο δραματουργικό συνονθύλευμα. Αναφέρω ενδεικτικά τον τσεχωφικό μονόλογο της Σόνιας με φόντο σκηνές πορνό, τη σκηνή της κηδείας του Μαρμελάντοφ, όπου η γυναίκα του Κατερίνα σπαράζει φορώντας το εσώρουχό του στο κεφάλι της και η ίδια ως καθαρίστρια χορεύει με παρτενέρ τη σφουγγαρίστρα και μουσική υπόκρουση την Κάρμεν, σκηνή που παραπέμπει έντονα στην τηλεοπτική διαφήμιση γνωστού απορρυπαντικού. Και όλη αυτή η σύγχυση συντελείται παράλληλα με ένα μουσικό ανακάτεμα ραπ, σκυλάδικου, όπερας και ήχους Θείας Λειτουργίας.
Ξεχωρίζω ωστόσο δύο σκηνές εξαιρετικής θεατρικότητας: την οπερατικής αισθητικής δολοφονία της γριάς τοκογλύφου και τον συγκινητικό χορό «Καλίνκα» της Σόνιας με τον νεκρό πατέρα της, Μαρμελάντοφ.

Ιδιαίτερα εναρμονισμένες με το κλίμα του λαϊκού νουάρ και την εκτέλεση ενός «μικρού εγκλήματος για χάρη εκατό καλών πράξεων» είναι οι ερμηνείες των εξαιρετικών ηθοποιών, όπως αυτές του Θοδωρή Σκυφτούλη, της Αννας Μάσχα, του Τσέζαρις Γκραουζίνις, της Μπέττυς Βακαλίδου, της Ερρικας Μπίγιου, της Ιώβης Φραγκάτου, της Νίκης Σερέτη και του Βασίλη Μπισμπίκη.

Η συνύπαρξη ετερόκλητων σκηνικών υλικών προκαλεί πράγματι το «σοκ», αλλά και την αποστροφή ενός θεατρικού κοινού, που δεν αντιδρά μόνο με το θυμικό αλλά ενεργοποιεί και τις διανοητικές του δεξιότητες, ιδίως αν γνωρίζει καλά το έργο του Ντοστογιέφσκι. Το βέβαιο είναι ότι αυτό το κοινό δεν αποπροσανατολίζεται εύκολα από τις εξεζητημένες τάσεις ενός ήδη παρωχημένου μεταμοντερνισμού.
H κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας του ΑΠΘ, καθηγήτρια στο τμήμα Ελληνικός Πολιτισμός του ΕΑΠ.

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline