Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2024  14:44:02

Ζοφερές οι προβλέψεις ότι ο καλπασμός στις τιμές των ακινήτων (αγορές-ενοίκια) δεν θα σταματήσει. Θα συνεχισθεί. Φόβοι για μια κατάρρευση στην οικονομία, όπως τόσες φορές στο παρελθόν. Κύριο

Οι προβληματισμοί για το φαινόμενο και οι αιτίες της διαρκούς αύξησης των τιμών όχι μόνο σε ακριβές περιοχές, αλλά και μικρομεσαίες και οι συνήθους λαϊκής κατοικίας.

Παρά τα περιορισμένα στεγαστικά δάνεια ως αιτίες οι ανάγκες ενοικίασης σε τουρίστες, ξένους επισκέπτες και συνταξιούχους, οι ευκαιρίες επενδύσεων, οι ομαδικές αγορές για μετασκευές και εμπόριο ακινήτων κλπ.

1.Όσα επιφανειακά και σε βάθος, και είναι ανησυχητικά ως προοπτική, δείχνουν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για την πορεία των τιμών των κατοικιών και των ενοικίων. Όχι μόνο στην Αττική και τις τουριστικές περιοχές αλλά σε πολλές, στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδος.

Κόντρα στις αβεβαιότητες στην εγχώρια και την παγκόσμια οικονομία, η αυξητική τάση στις τιμές των οικιστικών ακινήτων συνεχίζεται. Την ίδια ώρα ωστόσο για πολλά νοικοκυριά στην Ελλάδα το κόστος στέγασης έχει γίνει αβάσταχτο ακόμη και παρά το γεγονός ότι οι τιμές των σπιτιών και των ενοικίων δεν έχουν πιάσει το ιστορικό υψηλό που είχε καταγραφεί πριν τη δημοσιονομική κρίση.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τον ΟΤ οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) αυξήθηκαν το β΄ τρίμηνο του 2023 κατά 13,9% σε ετήσια βάση, έναντι αύξησης κατά 11,8% το 2022 επισημαίνεται στην έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος.

Πως κινούνται οι τιμές

Οι τιμές των νέων διαμερισμάτων (ηλικίας έως 5 ετών) το β΄ τρίμηνο 2023 αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 13,8%, ενώ οι τιμές των παλαιών διαμερισμάτων κατά 14,1%.
Με διάκριση κατά γεωγραφική περιοχή, ισχυροί ετήσιοι ρυθμοί αύξησης στις τιμές των διαμερισμάτων καταγράφηκαν στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας και πιο συγκεκριμένα στη Θεσσαλονίκη (16,4%) και σε άλλες μεγάλες πόλεις (14,6%), οι οποίοι υπερβαίνουν τον αντίστοιχο μέσο ρυθμό αύξησης για το σύνολο της χώρας.
Οι προσδοκίες για την ελληνική αγορά οικιστικών ακινήτων παραμένουν θετικές, παρά τις αβεβαιότητες στην εγχώρια και την παγκόσμια οικονομία, επισημαίνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος.

Οι λόγοι της ανόδου

Βραχυπρόθεσμα, εκτιμάται ότι το επενδυτικό ενδιαφέρον, κυρίως από το εξωτερικό, θα παραμένει έντονο ειδικά για συγκεκριμένες προνομιακές θέσεις στο λεκανοπέδιο της Αττικής και για περιοχές με τουριστικά χαρακτηριστικά.
Μεσοπρόθεσμα, πρωτοβουλίες σχετικές με τη στήριξη συγκεκριμένων κατηγοριών νοικοκυριών (π.χ. νέοι, ευάλωτες κοινωνικές ομάδες) μέσω του προγράμματος «Σπίτι μου» για την απόκτηση κατοικίας αναμένεται να συμβάλουν στην τόνωση της ζήτησης, ενώ αντίστοιχες πρωτοβουλίες για την ανακαίνιση παλαιών κατοικιών (π.χ. πρόγραμμα «Ανακαινίζω» – «Εξοικονομώ») αναμένεται να συμβάλουν στη βελτίωση του κτιριακού αποθέματος.

Ωστόσο, επισημαίνεται ότι η αγορά οικιστικών ακινήτων σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκονται ήδη σε πορεία σημαντικής διόρθωσης αναφορικά με τον αριθμό των συναλλαγών, τις τιμές και τις αποδόσεις.
Απέχουν ακόμη από το ιστορικό υψηλό

Επιπροσθέτως, αναφέρεται ότι οι τιμές των κατοικιών στην Ελλάδα απέχουν ακόμη από το ιστορικό υψηλό που είχε καταγραφεί πριν τη δημοσιονομική κρίση.

Με βάση το δείκτη τιμών διαμερισμάτων που καταρτίζει η Τράπεζα της Ελλάδος για το σύνολο της χώρας, η υψηλότερη τιμή του δείκτη παρατηρήθηκε το έτος 2008 (101,7) και στη συνέχεια ακολούθησε σταθερά καθοδική πορεία, για να καταγραφεί η χαμηλότερη τιμή το 2017 (59). Έκτοτε, ο δείκτης τιμών διαμερισμάτων καταγράφει σταθερά ανοδική πορεία, ανερχόμενος σε 90,6 το β΄ τρίμηνο 2023, υπολειπόμενος κατά 11,1% από την υψηλότερη τιμή που έχει λάβει.

Αντίστοιχη είναι και η εξέλιξη του επιπέδου των ενοικίων, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται σε 98,5 με βάση τα στοιχεία του γ΄ τριμήνου 2023, έναντι 94,8 το δ΄ τρίμηνο του 2022.
Ο δείκτης ενοικίων, σε αντίθεση με το δείκτη τιμών κατοικιών, παραμένει σημαντικά χαμηλότερα από την υψηλότερη τιμή που έχει λάβει ιστορικά (124,3, γ΄ τρίμηνο 2011).

Αβάσταχτο το κόστος στέγασης

Παρά την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, η Ελλάδα κατατάσσεται στη δυσμενέστερη θέση μεταξύ των χωρών της Ευρώπης σε ό,τι αφορά το κόστος στέγασης.
Πιο συγκεκριμένα, το κόστος στέγασης ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 34,2% για το 2022, έναντι 19,9% κατά μέσο όρο για την Ευρώπη των 27.

Ομοίως, ο δείκτης υπερβολικής επιβάρυνσης λόγω κόστους στέγασης λαμβάνει για την Ελλάδα την υψηλότερη τιμή μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ, καθώς για το έτος 2022 το 27% του πληθυσμού της χώρας επωμίστηκε κόστος στέγασης που αναλογούσε σε ποσοστό άνω του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του, όταν το αντίστοιχο ποσοστό πληθυσμού στη ζώνη του ευρώ διαμορφώθηκε σε 9,4%.
Η θέση της Ελλάδας στην κατάταξη επηρεάζεται από το χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline