"Το ταξίδι στην 'Αγκυρα και η συνάντηση με τον Πρόεδρο Ερντογάν πέτυχαν τον στόχο τους. Έγιναν θετικά βήματα και στα τρία πεδία της διαδικασίας προσέγγισης», επισημαίνει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Μακεδονία της Κυριακής». Αναφορικά με την προεκλογική ομιλία του Αλβανού πρωθυπουργού στο Γαλάτσι, τονίζει ότι «η κυβέρνηση δεν είχε κανέναν λόγο να την απαγορεύσει. Πολύ απλά γιατί η Ελληνική Δημοκρατία δεν έχει κάτι να φοβηθεί από μια τέτοια εκδήλωση». Όσον αφορά την ενέργεια της νέας προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας, τονίζει ότι «δεν παραβίασε, μόνο τη
Συμφωνία των Πρεσπών. Αλλά και τον Καταστατικό Χάρτη της πατρίδας της» και προσθέτει πως «η ευρωπαϊκή πορεία των Σκοπίων εξαρτάται από την ειλικρινή τήρηση των συμφωνηθέντων».
Τα σχετικά σημεία της συνέντευξης του πρωθυπουργού στην εφημερίδα «Μακεδονία της Κυριακής», έχουν ως εξής:
Κύριε Πρόεδρε, να ξεκινήσουμε με τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής. Τη Δευτέρα επιστρέψατε από το πρώτο σας ταξίδι στην 'Αγκυρα και την τέταρτη συνάντησή σας με τον Ταγίπ Ερντογάν. Ποιος είναι ο απολογισμός της επίσκεψης; Σε ποιο από τα τρία επίπεδα της διαδικασίας προσέγγισης των δύο χωρών, δηλαδή τον πολιτικό διάλογο, τη θετική ατζέντα και τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, έγιναν βήματα προόδου; Και η προσφυγή στη Χάγη για το θέμα της υφαλοκρηπίδας παραμένει μακριά στον ορίζοντα;
-Καταρχάς σας απαντώ ότι το ταξίδι στην 'Αγκυρα και η συνάντηση με τον Πρόεδρο Ερντογάν πέτυχαν τον στόχο τους. Έγιναν θετικά βήματα και στα τρία πεδία της διαδικασίας προσέγγισης. Αυτό νομίζω έγινε θετικά δεκτό και από την ελληνική κοινωνία, τις ημέρες που ακολούθησαν.
Όμως, πριν πάω στα επιμέρους, επιτρέψτε μου να επισημάνω κάτι που θεωρώ σημαντικό. Αν σκεφτεί κανείς όσα συμβαίνουν στη γειτονιά μας τον τελευταίο καιρό, αυτό που γίνεται ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία αποτελεί ένα θετικό παράδειγμα: δύο γειτονικές χώρες με σοβαρές διαφορές μεταξύ μας, ιστορικές και όχι μόνο, έχουμε καταφέρει ενώ διαφωνούμε, να συζητούμε. Και αντί να έχουμε διαρκώς το δάχτυλο στην σκανδάλη, να έχουμε το μυαλό μας τρόπους για να διαμορφώσουμε μία συνύπαρξη, ευνοϊκή και για τις δύο πλευρές. Είναι μία πραγματικότητα που πιστεύω θα ζήλευαν πολλοί λαοί στην Ευρώπη και στην περιοχή. Από την Ουκρανία και τα Βαλκάνια μέχρι, ασφαλώς, την Μέση Ανατολή.
Σε ό,τι αφορά, τώρα, στην συνάντηση μου με τον Πρόεδρο Ερντογάν, εκτιμώ ότι έδωσε συνέχεια σε αυτήν την πορεία προσέγγισης. Από τη μία πλευρά, ο πολιτικός διάλογος ακολουθεί τη δική του διπλωματική στρατηγική, έχοντας τους δικούς του ρυθμούς. Χωρίς πολλές δημόσιες δηλώσεις. Αλλά με βάση έναν Οδικό Χάρτη ο οποίος έχει συμφωνηθεί και λειτουργεί αργά και σταθερά.
Από την άλλη, τα αποτελέσματα της λεγόμενης θετικής ατζέντας γίνονται πιο ορατά: ανακοινώθηκε η επίσημη ίδρυση του Ελληνοτουρκικού Επιχειρηματικού Συμβουλίου το οποίο είχε συμφωνηθεί στην Αθήνα, τον περασμένο Δεκέμβριο. Και, μάλιστα, έχει σημασία ότι αυτό έγινε μετά τη διεξαγωγή στην Κωνσταντινούπολη ενός πολύ πετυχημένου επιχειρηματικού φόρουμ που κατέδειξε πόσο εφικτή είναι η διεύρυνση της συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας στους τομείς του εμπορίου και των επενδύσεων. Όπως δηλώσαμε και με τον Τούρκο Πρόεδρο, ο στόχος μας είναι οι διμερείς μας συναλλαγές σε βάθος 5ετίας να φτάσουν τα 10 δισεκατομμύρια δολάρια από 5,8 σήμερα.
Συμφωνήσαμε, επίσης, να έχουμε κοινές δράσεις στους χώρους της Υγείας και της Πολιτικής Προστασίας. Η γενιά μας είναι η πρώτη που βιώνει την Κλιματική Κρίση. Μας αφορούν, λοιπόν, όλους η άμυνα στις φυσικές καταστροφές και η αλληλεγγύη που πρέπει να υπάρχει ιδίως μεταξύ γειτόνων σε έκτακτες ανάγκες.
Φυσικά, συζητήσαμε και για το Μεταναστευτικό, όπου, πράγματι, υπάρχει πρόοδος, καθώς ο συντονισμός έχει φέρει ήδη περιορισμό των μεταναστευτικών ροών. Κάτι το οποίο, μαζί με τις διευκολύνσεις στις βίζες, ώστε Τούρκοι ταξιδιώτες να επισκέπτονται 10 ελληνικά νησιά για 7 μέρες, αποτελεί ένα θετικό κεκτημένο των τελευταίων μηνών.
Με άλλα λόγια, μιλώ για την οικοδόμηση μίας νέας «κανονικότητας» η οποία θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της καθημερινής πραγματικότητας. Αυτής που υπηρετεί τη βελτίωση της ζωής των δύο λαών στο παρόν. Που δεν παραγνωρίζει, ωστόσο, ότι η μόνη κεντρική διαφορά μας με τη γειτονική χώρα παραμένει: η χάραξη υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, δηλαδή, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Μέχρι να αντιμετωπιστεί, ωστόσο, αυτό το θέμα, με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας, οφείλουμε να απαντάμε και στο σήμερα. Με πρόοδο στα ζητήματα που λέγονται «χαμηλής πολιτικής», όμως έχουν υψηλή σημασία για τη ζωή των πολιτών στις δύο όχθες του Αιγαίου. Απ' την άποψη αυτή, θα συμφωνούσα με ένα τίτλο τουρκικής εφημερίδας την επομένη της επίσκεψης μου, που έγραφε ότι ήταν μια «πολύ ωραία μέρα στο Αιγαίο». Τέτοιες ωραίες μέρες είναι στο χέρι μας να τις μετατρέψουμε και σε μία ολόκληρη εποχή.
Ο Αλβανός πρωθυπουργός, ο κ. Έντι Ράμα πραγματοποίησε μια ασυνήθιστη προεκλογική ομιλία στο Γαλάτσι, σε μια περίοδο όπου οι ελληνοαλβανικές σχέσεις που δεν περνούν περίοδο ύφεσης και εξαιτίας της προφυλάκισης του Φρέντη Μπελέρη. Σας ανησυχεί η ένταση που καταγράφεται εδώ και καιρό στις σχέσεις μας με τη γειτονική χώρα; Και ποιο θα ήταν σήμερα το μήνυμά σας προς τον Έντι Ράμα;
-Η εδώ επίσκεψη του Έντι Ράμα ήταν ιδιωτική, όπως και οι αντίστοιχες προεκλογικές ομιλίες που έχει ήδη προγραμματίσει και σε άλλες χώρες, ενόψει των εκλογών στην Αλβανία. Η κυβέρνηση δεν είχε κανέναν λόγο να την απαγορεύσει. Πολύ απλά γιατί η Ελληνική Δημοκρατία δεν έχει κάτι να φοβηθεί από μια τέτοια εκδήλωση.
Η αυτονόητη αυτή διαπίστωση, βέβαια, δεν εμπόδισε τους γνωστούς λαϊκιστές και τους «πατριώτες του καναπέ» να μας κουνήσουν το δάχτυλο, ζητώντας μία τυφλή απαγόρευση, χωρίς ασφαλώς να εξηγούν πώς και γιατί.
Τα ζητήματα στις ελληνοαλβανικές και ευρωαλβανικές σχέσεις, βέβαια, παραμένουν. Και ο πρωθυπουργός της Αλβανίας δεν μπορεί να αντιπαρέλθει τις προϋποθέσεις για την προσχώρηση της χώρας του στην Ε.Ε. Με πρώτη την τήρηση του Κράτους Δικαίου, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θα είμαι σαφής: με την παράνομη προφυλάκιση του εκλεγμένου Δημάρχου Χιμάρας, και πλέον υποψηφίου Ευρωβουλευτή της ΝΔ, Φρέντη Μπελέρη, η Αλβανία καταπατά την αξία του Κράτους Δικαίου, καταργώντας το αυτονόητο δικαίωμά του να δικαστεί με βάση το τεκμήριο αθωότητας. Πρόκειται, συνεπώς, για ζήτημα όχι μόνο διμερές, αλλά κυρίως ευρωπαϊκό. Και καθώς η ενταξιακή πορεία της Αλβανίας εξαρτάται από τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ελληνικής Μειονότητας, περνά απαρέγκλιτα από τη χώρα μας. Όχι για να «συνετίσουμε» ή να «τιμωρήσουμε». Αλλά για να δούμε την Αλβανία να εντάσσεται ομαλά στον δρόμο των ευρωπαϊκών άξιών.
Όσον αφορά, τέλος, τη συμμετοχή του Φρέντη Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο της παράταξής μας, αν και δεν σχολιάζω μεμονωμένες υποψηφιότητες, θα πω μόνο ότι συμβολίζει τη στήριξή μας στη Δημοκρατία.
Την ίδια στιγμή η νέα ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας διαφοροποιείται στην εξωτερική πολιτική από την προηγούμενη. Με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το ότι η νέα Πρόεδρος αποκάλεσε τη χώρα της «Μακεδονία». Σας ανησυχούν όλα αυτά; Τι πρωτοβουλίες θα αναλάβετε ώστε να συνεχιστούν οι σχέσεις καλής γειτονίας με τη Βόρεια Μακεδονία.
-Η νέα Πρόεδρος της Βόρειας Μακεδονίας έκανε την παράνομη και προκλητική επιλογή να παραβεί το επίσημο κείμενο του όρκου της και να αποκαλέσει τη χώρα της με διαφορετικό όνομα από αυτό που ορίζει το ίδιο το Σύνταγμα του γειτονικού κράτους. Δεν παραβίασε, συνεπώς, μόνο τη Συμφωνία των Πρεσπών. Αλλά και τον Καταστατικό Χάρτη της πατρίδας της.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίες οι ακαριαίες αντιδράσεις της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ. Όπως αμέσως αντέδρασαν και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Από την πλευρά μας, καλούμε τη νέα πρόεδρο να αποφύγει παρόμοιες παράνομες και προκλητικές επιλογές, τις οποίες φυσικά δηλώνουμε κατηγορηματικά ότι δεν θα δεχτούμε. Είναι αυτονόητο ότι η ευρωπαϊκή πορεία των Σκοπίων εξαρτάται από την ειλικρινή τήρηση των συμφωνηθέντων. Η ηγεσία, λοιπόν, της Βόρειας Μακεδονίας, οφείλει να αντιληφθεί ότι μόνο να κερδίσει έχει από τη φιλία της με την Ελλάδα.
Όσον αφορά, τώρα, στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που ζητούν να επισπεύσουμε την κύρωση των Μνημονίων της Συμφωνίας των Πρεσπών, δεν χρειάζονται πολλά λόγια. Είναι απαράδεκτο ελληνικές δυνάμεις να εισηγούνται κάτι που δεν προτείνει, καν, η άλλη πλευρά! Γιατί δεν μπορεί η Αθήνα να προσφέρει κάτι το οποίο τα Σκόπια ήδη το προσβάλλουν δια της νέας Προέδρου της.
Υπενθυμίζω ότι το 2019 καταψηφίσαμε τη Συμφωνία, χωρίς ουδέποτε να πούμε πως θα την ακυρώσουμε. Πολύ απλά γιατί αυτό δεν γίνεται. Είχα, τότε, επισημάνει, από το βήμα της Βουλής, τις αστοχίες της και είχα προειδοποιήσει για τα προβλήματα που θα δημιουργούσαν. Επιμείναμε ως αντιπολίτευση, γνωρίζοντας ότι απ' τη στιγμή που θα ψηφιστεί η δεσμευτική για τη χώρα συμφωνία, δεν αλλάζει. Πλέον, ως κυβέρνηση, λοιπόν, οφείλουμε να σεβόμαστε την ελληνική υπογραφή σε μία διεθνή συνθήκη.
Να το ξεκαθαρίσω, συνεπώς, ξανά : προφανώς και τιμούμε τα συμφωνηθέντα σε μία διεθνή Συμφωνία. Αλλά η ψήφιση των επιμέρους μνημονίων της εξαρτάται και από την άλλη πλευρά. Και, κυρίως, από το πόσο συνεπής θα αποδειχθεί στις διεθνείς της υποχρεώσεις. Περιμένουμε, λοιπόν, να τηρήσει τα συμφωνηθέντα. Και εμείς, ως Κράτος που έχει συνέχεια και συνέπεια, θα κάνουμε αντιστοίχως τα προβλεπόμενα.