Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024  11:30:25

Δύο ευαίσθητα, ξεχωριστά κείμενα για την αείμνηστη Μαρίνα Καραγάτση στη «Καθημερινή» (Τ. Επτακοίλη) και στα ΝΕΑ (Πέπη Ραγκούση). Κύριο

«Βλέπεις το σπίτι με τα καφέ παντζούρια; Είναι το σπίτι μας».

Η σχέση ζωής της Μαρίνας Καραγάτση με την Ανδρο, όπως την είχε αφηγηθεί στην «Κ» το 2014.

Την Ανδρο, ιδιαίτερη πατρίδα της μητέρας της, ζωγράφου Νίκης Καραγάτση, την αντίκρισε για πρώτη φορά ένα απομεσήμερο του Ιουλίου του 1946, όταν το θρυλικό ατμόπλοιο «Μοσχάνθη» της εταιρείας Τόγια, προπολεμικής κατασκευής, έπειτα από ένα περιπετειώδες ταξίδι 18 ωρών (!) μπήκε στον κόλπο της Χώρας. Την αγάπησε αμέσως. Ηταν δέκα ετών κοριτσάκι τότε.

«Θυμάμαι τη μαμά μου στο κατάστρωμα να μου εκθειάζει το νησί: "Βλέπεις το σπίτι με τα καφέ παντζούρια πάνω από την αποβάθρα; Είναι το σπίτι μας. Το έχτισε ο προπάππος μας, ο καπετάν Κλεάνθης Πολέμης. Εκείνη η αμμουδιά είναι ο Νειμποριός. Εκεί θα πηγαίνουμε για μπάνιο. Και το βράδυ θα βολτάρεις με τις φίλες σου στην Αγορά"».

Ακριβώς έτσι κύλησαν τα παιδικά, εφηβικά και πρώιμα νεανικά καλοκαίρια της Μαρίνας Καραγάτση, μέχρι που τελείωσε το Γυμνάσιο. Επειτα, άλλοι τόποι την ξελόγιασαν και απαρνήθηκε την Ανδρο για περισσότερα από δέκα χρόνια.

Το 1967 επέστρεψε παντρεμένη με τον Νεοϋορκέζο ζωγράφο Φίλιππο Τάρλοου και με ένα μωρό στην αγκαλιά, τον Δημήτρη της. Για διακοπές στην αρχή. Ομως, το 1976, ο σύζυγός της την έπεισε να εγκατασταθούν μόνιμα στο νησί. Ηθελε να το ζωγραφίσει όσο ήταν ακόμη «αθώο». Δεν ήταν εύκολο. Η Μαρίνα αντιστάθηκε σθεναρά στα σχέδιά του. «Του έλεγα: εγώ Αθηναία γεννήθηκα και Αθηναία θα πεθάνω. Κι έπειτα, εσύ όλη μέρα θα ζωγραφίζεις. Εγώ τι θα απογίνω εκεί, μακριά από τους φίλους, τις γκαλερί, τα θέατρα, τα σινεμά; Κι ο Δημήτρης πώς θα αφήσει τη Σχολή Μωραΐτη για να βρεθεί σε ένα μίζερο επαρχιακό σχολείο;»

Τελικά, υποχώρησε. «Το είδα, ίσως, και ως μια απέλπιδα προσπάθεια να κρατηθεί ζωντανός ο γάμος μας που ήδη αντιμετώπιζε αρκετά προβλήματα», εξηγεί. Η μετακόμιση έγινε, λοιπόν, και το ανδριώτικο σπίτι της οικογένειας από παραθεριστικό μετατράπηκε σε χειμωνιάτικο κι από τυπικά αστικό σε κάπως πιο καλλιτεχνικό – με το απαραίτητο ατελιέ για τον Τάρλοου. Ο γάμος, πάντως, δεν έμελλε να σωθεί.

Ενα χρόνο μετά ο Αμερικανός ζωγράφος έφυγε. Η γυναίκα και ο γιος του αποφάσισαν να παρατείνουν τη διαμονή τους. Εκείνη, άλλωστε, στην προσπάθειά της να σπάσει κάπως η ανία των πρώτων μηνών στο νησί, είχε ήδη ανακαλύψει έναν νέο συναρπαστικό κόσμο. Με μια Canon αυτόματη στο σακίδιό της έπαιρνε τον μπλε Σκαραβαίο της, εξερευνούσε και φωτογράφιζε την «άλλη» Ανδρο.

Αυτόπτης μάρτυρας μιας... κοσμογονίας

Ένα μεγάλο μέρος από τις ασπρόμαυρες εικόνες της εκείνων των χρόνων περιλαμβάνονται στο λεύκωμα «Διαδρομές στην Ανδρο του '70» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αγρα. Δεν είναι λήψεις τουριστικές. Δεν αναζητούν το φολκλόρ. Κάθε άλλο. «Σύντομα συνειδητοποίησα ότι εκτός από την εύπορη, αστική Χώρα με την κλειστή ναυτική κοινωνία της υπήρχε και η απόμακρη, σιωπηλή Ανδρος: τα χωριά του Κορθιού με τα σταχτοπράσινα λιθόκτιστα σπίτια τους και τους "κεντημένους" περιστεριώνες. Τα ορεινά αρβανιτοχώρια όπου οι άνθρωποι καλλιεργούσαν ακόμα τη γη με πρωτόγονα αλέτρια και τα βόδια έσερναν υνί.

Τα Αϊπάτια, οι Χώνες, το Βουνί, οι Κατακαλαίοι, η Βόρη, το Βιτάλι, ο Αμόλοχος, η Αχλα. Ενας κόσμος σχεδόν ανέγγιχτος από κάθε αλλαγή για αιώνες που εκείνη την περίοδο εξαφανιζόταν με ραγδαία ταχύτητα», είχε πει η κόρη του συγγραφέα Μ. Καραγάτση στο «Κ» της Καθημερινής το 2014.

Καθισμένη σε μια πολυθρόνα, στο ευήλιο κολωνακιώτικο διαμέρισμά της, με τον γκρίζο γάτο της Ντόντιν (από τον Ρώσο σκηνοθέτη Λεβ Ντόντιν) στην αγκαλιά της, ξεφύλλισε το λεύκωμα και η ματιά της στεκόταν περισσότερο σε κάποιες εικόνες – ίσως και με πιο πολλή τρυφεράδα. «Αυτές είναι οι αδελφές Ζέρβα, η Κατερινιώ και η Μαρία, οι Ζέρβενες, όπως τις έλεγαν οι ντόπιοι. Τις έβλεπα κάθε Κυριακή στην εκκλησία, σε διπλανά στασίδια, με σχεδόν πανομοιότυπο ντύσιμο και τσιμπιδάκια στα άσπρα μαλλιά τους.

Αυτός είναι ο Νικολός Γλυνός στο καφενείο του, που επειδή είχε ναργιλέ, το προτιμούσε πάντα ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Να κι ο Λευτέρης Βαρθολομαίος με την εγγονή του. Εχουν φορτώσει στο γάιδαρο τη βαλίτσα τους και κατευθύνονται προς το λιμάνι. Βλέπεις τη βαλίτσα; Εχει και ροδάκια! Οι καιροί έχουν αρχίσει να αλλάζουν... Κι εδώ είναι οι γυναίκες από τα Αηδόνια, που πλένουν τα ρούχα τους στην κρήνη του χωριού».

Οι Ζέρβενες αδερφές Κατερινιώ και Μαρία, Χώρα, Ιούνιος 1977 Κρήνη, Αηδόνια, Νοέμβριος 1976Νικολός Γλυνός, καφετζής, Χώρα, Μάρτιος 1977

Πορτρέτα ανθρώπων δίπλα σε τοπία, «απάτητες» παραλίες, ξωκλήσια, τσαγκαράδικα, λιοτρίβια, μπακάλικα, ακόμα και το τελευταίο ξύλινο σαχνισί (προεξοχή κτηρίου στηριγμένη σε ξύλινα δοκάρια) στη Χώρα. Οι φωτογραφίες της κατέγραψαν το τέλος μιας ολόκληρης εποχής, πριν από τα κύματα των τουριστικών, την «ανάπτυξη», τις επιδοτήσεις, τα ευρωπαϊκά προγράμματα – και τις κοσμογονικές αλλαγές που επέφεραν.

Στο τέλος του καλοκαιριού του 1980, η Μαρίνα Καραγάτση αποχαιρέτησε την Ανδρο και επέστρεψε στην Αθήνα. Αυτό το «πείραμα ζωής» είχε κάνει τον κύκλο του. Ο Δημήτρης Τάρλοου γράφτηκε στη Γ' Γυμνασίου της Σχολής Μωραΐτη. Στην Ανδρο εκείνη εξακολούθησε να πηγαίνει, μόνο τα καλοκαίρια όμως. «Και σπάνια βγαίνω πια από το σπίτι», μου είχε πει σε εκείνη τη συνέντευξη. «Μόνο στη θάλασσα πηγαίνω. Να δω τι; Το Μπατσί, όπου το 1956 πέρασα ένα υπέροχο καλοκαίρι μαζί με τη μητέρα μου, τον Ανδρέα Εμπειρίκο, τη γυναίκα του και τον Ελύτη, δεν υπάρχει πια. Τότε είχε μόνο μια σειρά σπιτάκια και μια έρημη ακρογιαλιά.

Στο ξενοδοχείο Κρίνος, όπου έμενε ο Εμπειρίκος, τρώγαμε σπιτικό φαγητό. Σήμερα, όποτε περνώ από εκεί βλέπω μια μεγάλη, άναρχη, άσχημη πόλη...»
Η κηδεία της Μαρίνας Καραγάτση θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 19/6/2024 και ώρα 12:00 στον Ιερό Ναό Αγίων Θεοδώρων στο Α' Κοιμητήριο Αθηνών.

2.ΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΟ- ΒΙΩΜΑΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΕΠΗΣ ΡΑΓΚΟΥΣΗ ΧΘΕΣ ΣΤΑ ΝΕΑ

Το σημερινό μου στα ΝΕΑ για την Μαρίνα Καραγάτση, μια «ευλογία» στη ζωή μου. (Στη φωτογραφία με τον «κατσούλη» της στην αγκαλιά του Νίκου Καββαδία)
Μαρίνα, πράσινό μου αστέρι

Όταν, την περασμένη Παρασκευή, «ανέβασα» στα σόσιαλ μίντια την είδηση του θανάτου της Μαρίνας Καραγάτση και μία εφηβική φωτογραφία της στην Ανδρο, ένας φίλος σχολίασε «Η απλησίαστη ομορφιά της απλότητας». Θεωρώ ότι αυτό το σχόλιο «ξεκλειδώνει» με πολλούς τρόπους την προσωπικότητά της. Ναι όμορφη, με μια ομορφιά που δεν περιοριζόταν στη θωριά αλλά, σχεδόν αμέσως, μεταλλασσόταν σε αύρα ξεπερνώντας την φθορά του χρόνου. Δεν ήταν μόνο τα καταπράσινα μάτια της, ήταν το διαπεραστικό, ακαταμάχητο βλέμμα της. Δεν ήταν μόνο τα χαρακτηριστικά της που είχαν κάτι από τη μελαγχολική γοητεία του ιταλικού νεορεαλισμού, ήταν οι εκφράσεις της σαν «σκηνοθετημένες» λες από το φλογερό θυμικό της.

Η απλότητα ήταν επίσης ένα χαρακτηριστικό της. Απλότητα τόσο αδιαπραγμάτευτη και αναπάντεχη από έναν άνθρωπο σαν εκείνη που, πολλές φορές, έφτανε στον συνομιλητή της σαν κάτι περίπλοκο. Μια απλότητα που, τελικά, πολλαπλασίαζε αυτήν την ιδιαίτερη γυναίκα. Οσο για το «απλησίαστη», ναι, δεν ήταν άνθρωπος που καλλιεργούσε την οικειότητα αν δεν το ήθελε. Όταν το ήθελε όμως, ήταν σαν να άνοιγαν παράθυρα σε ένα κλειστό σπίτι. Αυτά που σε άφηνε να «δεις» και να «ακούσεις» μέσα από τις ρωγμές της δεν ήταν πληροφορίες έστω και συναρπαστικές. Ηταν ένας κόσμος ολόκληρος.

Ενας κόσμος όπου όχι μόνο σπουδαίες προσωπικότητες (ο πατέρας της, ο Ελύτης, ο Εμπειρίκος, ο Καββαδίας, ο Τσαρούχης, ο Εγγονόπουλος, ο Πολίτης, ο Λουντέμης και τόσοι άλλοι) γίνονταν «ρόλοι» στην ιστορία που σου διηγούταν αλλά και οι λεπτομέρειες, οι στιγμές της καθημερινότητας στις οποίες έριχνε το φως της αφήγησής της, γίνονταν πιο σημαντικές από το «μεγάλο γεγονός». Ακριβώς όπως στη σπουδαία λογοτεχνία.

Να σου λέει, για παράδειγμα, πώς ο πατέρας της, μέσα στην Κατοχή, ντύθηκε Γερμανός αξιωματικός και πήγε να ζητήσει τα ρέστα από έναν τσαγκάρη που είχε ξεγελάσει τη μάνα της, παίρνοντας μάλιστα μαζί του και τον Καββαδία (τον αγαπημένο της Κόλλια) για να παριστάνει τον διερμηνέα. Ή πώς ο Καββαδίας της είχε τάξει ότι θα της έφερνε από τα ταξίδια του μία μαϊμού, υπόσχεση που, προς μεγάλη της απογοήτευση, δεν τήρησε. Ή ότι ο Σοσός και ο Γκογκός, τα δύο γατάκια που η «Ελενάρα» (βασικό πρόσωπο στο «10» του Καραγάτση) βρήκε παρατημένα σε ένα οικόπεδο, ήταν, στην πραγματικότητα, τα παρατσούκλια του Ελύτη και του Εγγονόπουλου και τα χρησιμοποίησε για να τους πειράξει.

Ή ότι την επομένη του Αγίου Κωνσταντίνου που γιόρταζε ο θείος της και, επί χρόνια, πρόεδρος της Βουλής Τάκης Ροδόπουλος, στο σπίτι τους έφταναν εφτά με οχτώ μισές τούρτες. Ή ότι, αμέσως μετά την Κατοχή, όταν ο Τσαρούχης είχε κάνει μια έκθεση χωρίς όμως να έχει πουλήσει ούτε έναν πίνακα, είπε στον πατέρα της, για να σπάσει η γκίνια, να αγοράσει έναν με όσα ψιλά είχε εκείνη τη στιγμή στην τσέπη του.

...Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω

Η Μαρίνα είχε χιούμορ. Και, κυρίως, αυτοσαρκασμό που τσάκιζε κόκκαλα. Τα τελευταία χρόνια, ύστερα από μία ατυχή επέμβαση, δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το δεξί χέρι της. Όταν λοιπόν το μυθιστόρημά της «Το ευχαριστημένο» επρόκειτο να ανέβει στο «Πορεία» σε σκηνοθεσία του γιού της Δημήτρη Τάρλοου, στη συνέντευξη Τύπου, σχολιάζοντας την τελευταία φράση που λέει «...Τώρα που τέλειωσα το γράψιμο, θα πάω μια στιγμή να πλύνω τα χέρια μου κι έπειτα έρχομαι αμέσως», είπε : «Αν το ήξερα, θα έγραφα ότι πάω να πλύνω το χέρι μου».

Η Μαρίνα, σε όλες τις ηλικίες, ήταν η αιώνια έφηβος. Πεισματάρα, μαχητική, προσπαθούσε, πάντα με επιχειρήματα, να σε πείσει γι' αυτό που η ίδια πίστευε. Συνδύαζε την ορμή, ενίοτε και την οργή, μίας δεκαοχτάχρονης με τη σοφία μίας γυναίκας που είχε ζήσει όσα εκείνη.

Κυρίως όμως η Μαρίνα ήταν γενναιόδωρη. Μπορούσε να σου τηλεφωνήσει μέσα στα άγρια μεσάνυχτα για να σου διαβάσει έναν στίχο του Ρουμί (απήγγειλε εξαιρετικά) που ήξερα ότι θα σε συγκινούσε, να σου διηγηθεί ένα περιστατικό με τον πατέρα της που ήξερε ότι θα σε βοηθούσε σε κάτι που έγραφες, να σου διαβάσει ένα κείμενο όπου ο Καβάφης περιγράφει την «κίνηση» των χιτώνων στις στατικές αγιογραφίες γιατί, απλώς, έτσι ήθελε εκείνη την ώρα.

Τι ήταν τελικά η Μαρίνα Καραγάτση; Ενας πολύτιμος άνθρωπος.
(Πολλοί πιστεύουν ότι η «Μαρίνα των βράχων» του Ελύτη είναι γραμμένο για εκείνη. Το ποίημα όμως κυκλοφόρησε το 1939 όταν η Μαρίνα ήταν τριών ετών.

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline