Θέλει να περάσει και σύντομα, στην ενεργό πολιτική και να εγκαταλείψει τη θέση του δημάρχου με θητεία για τα τέσσερα χρόνια.
Συγκεκριμένα, σε μια νέα ξεκάθαρη παρέμβαση για την επόμενη ημέρα στο ΠΑΣΟΚ, μετά και το κύμα αμφισβήτησης που έχει ξεσπάσει για τον πρόεδρο του κόμματος, Νίκο Ανδρουλάκη, προέβη ο δήμαρχος Αθηναίων, Χάρης Δούκας.
«Θέλω το ΠΑΣΟΚ και η ευρύτερη δημοκρατική παράταξη να μπορέσει να κερδίσει το στοίχημα, τώρα. Και θα κάνω ό,τι μπορώ γι' αυτό» είπε ο Χάρης Δούκας, μεταξύ άλλων, στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Σιακαντάρη, προαναγγέλλοντας έτσι την υποψηφιότητά του. Πρόσθεσε δε ότι έγινε και παραμένει, στόχος επιθέσεων για να σημειώσει: «Όμως δεν με πτοούν. Δεν πρόκειται να κάνω πίσω. Δεν υποχωρώ». Υπενθυμίζεται ότι ο Χάρης Δούκας προ ημερών είχε ζητήσει ανοικτά την άμεση προσφυγή στις εσωκομματικές κάλπες, μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών.
Τι είπε ο Χάρης Δούκας στη νέα του παρέμβαση
«Είναι ευτυχής συγκυρία ότι το βιβλίο έρχεται σε μια μετεκλογική περίοδο που θέτει ερωτήματα. Ανάλογα ερωτήματα θέτει και ο Γιώργος Σιακαντάρης στο βιβλίο του. Χωρίς περιστροφές, τα θέτει ήδη από τον τίτλο του. ''Τι Δημοκρατίες θα υπάρχουν το 2050;''. Αλλά και για ποια σοσιαλδημοκρατία μιλάμε.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης αναφέρεται σε μια διαχωριστική γραμμή, της σοσιαλδημοκρατίας μεταξύ 1950-1980 και μετά το 1980. Στην πρώτη περίοδο επικράτησε η σύνδεση της παραγωγής με αναδιανεμητικές πολιτικές και το κράτος πρόνοιας, ενώ στη δεύτερη, μετά το 1980, περιορίστηκε σε μια πολιτική του ''οίκτου και της γκρίνιας''. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί στην παγκοσμιοποίηση τα χρήματα κάνουν φτερά, σε απομακρυσμένα νησιά, σε παράκτιες εταιρείες, σε χρηματιστήρια. Χάνουν, δηλαδή, έτσι τα κράτη τα έσοδά τους και μπαίνουν σε περιοριστικές πολιτικές. Έτσι η αναδιανομή και το κράτος πρόνοιας, τα δύο μεγάλα όπλα της σοσιαλδημοκρατίας, χάθηκαν, αφήνοντας τις αγορές να αναδιανέμουν τη φτώχεια.
Ο συγγραφέας δεν προτείνει επάνοδο ''στην παλιά σοσιαλδημοκρατία», αλλά λύσεις για τη ''σοσιαλδημοκρατία μετά''. Το βιβλίο κάνει εκτενή αναφορά στο θέμα αυτό.
Θα προσθέσω τη δική μου εμπειρία. Εκείνο που υποστηρίζω, και νομίζω ο Γιώργος συμφωνεί μαζί μου, είναι ότι βρισκόμαστε σε μια αλλαγή κλίμακας στην πολιτική σκηνή, όπου το τοπικό, το εθνικό και το παγκόσμιο έχουν οπωσδήποτε την αυτονομία τους, αλλά αλληλοεξαρτώνται μεταξύ τους όσο ποτέ άλλοτε.
Ορισμένες απόψεις, ιδιαίτερα αυτόν τον καιρό, επιμένουν σε έναν πλήρη διαχωρισμό των πολιτικών χώρων, όπου η ενασχόληση με το τοπικό δεν πρέπει να κάνει ένα βήμα περισσότερο, αγνοώντας την αλληλοσύνδεση μεταξύ τους, αγνοώντας τη διεθνή εμπειρία.
Δεν χρειάζεται να τονίσω εδώ πόσο πίσω μας πάνε παρόμοιες απόψεις και πόσο μας απομακρύνουν από μια συζήτηση για τις προοδευτικές λύσεις στην εποχή μας. Αντίθετα, ενισχύουν τη διατήρηση της στασιμότητας, η οποία είναι σήμερα επικίνδυνη. Ο λόγος;
Η κυβερνητική εξουσία ήδη βρίσκεται σε ανεπανόρθωτη διαδικασία ταχείας αποδόμησης. Υπάρχει λοιπόν κίνδυνος η κυβερνητική στασιμότητα να μετατραπεί σε εθνική κρίση. Και επειδή πολλοί σήμερα ανατρέχουν ως λύση στο λεγόμενο μοντέλο Δούκα, ας επιτραπεί στον υποφαινόμενο που ονοματίζεται στο μοντέλο να πει δυο λόγια... Χωρίς να θέλω να ισχυριστώ ότι το μοντέλο αυτό είναι για εφαρμογή σε κάθε περίσταση, είναι εν τούτοις ένα πολιτικό-κοινωνικό ρεύμα με τρεις συνιστώσες.
Η πρώτη είναι μια ευρύτερη σύγκλιση δυνάμεων της ευρύτερης κεντροαριστεράς που επετεύχθη μέσα από κοινές δράσεις στους κοινωνικούς χώρους για την κοινωνική προστασία και ασφάλεια, τα δικαιώματα, την πολιτική οικολογία κ.α. Όχι όμως μέσω τεχνητών συγκολλήσεων κορυφής και κεντρικών συμφωνητικών, ερήμην της βάσης.
Οι συγκλίσεις για την Κεντροαριστερά γίνονται στις γειτονιές, όπως συνηθίζω να λέω. Όπως είναι γνωστό η δημοτική παράταξη που κέρδισε τις εκλογές στην Αθήνα έχει ως κορμό το ΠΑΣΟΚ αλλά και συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη δυνατή συνύπαρξη δυνάμεων. Δεν επικράτησε απλώς εκλογικά, ευκαιριακά, αλλά είναι μια στρατηγική συνεργασία που συνεχίζεται και μετά, στην οποία ενώνονται οι κύριες κατευθύνσεις πολιτικής εφαρμογής στον δήμο, διατηρώντας ταυτόχρονα την αυτονομία τους. Αυτή η προσπάθεια δεν είναι χωρίς κόστος. Έγινα και παραμένω στόχος επιθέσεων. Όμως δεν με πτοούν. Δεν πρόκειται να κάνω πίσω. Δεν υποχωρώ.
Η δεύτερη συνιστώσα είναι οι προγραμματικές συγκλίσεις που επιτυγχάνονται στο έδαφος των σημερινών εξελίξεων που χρειάζονται επεξεργασίες που υπερβαίνουν τα σημερινά δεδομένα. Θέλω εδώ να επισημάνω, χωρίς καμιά διάθεση ωραιοποίησης, αλλά ως προοπτική τα θέματα που αναδείξαμε. Ξεκινήσαμε από την καθημερινότητα και τη συνδέσαμε με την ενεργειακή και περιβαλλοντική κρίση, την ενεργειακή δημοκρατία, την κλιματική δικαιοσύνη, την ανασυγκρότηση, την κοινωνική θωράκιση και την ασφάλεια. Αυτά τα θέματα που θίξαμε πρώτοι εμείς, τέθηκαν μετέπειτα στον δημόσιο πολιτικό λόγο. Αλλά και πάλι αποσπασματικά, ακόμη και ευκαιριακά σε κάποιες περιπτώσεις, χωρίς να μετασχηματιστούν σε νέες ατζέντες κοινωνικής προάσπισης και παραγωγικής ανασυγκρότησης.
Το τρίτο στοιχείο που θέλω να τονίσω και ίσως το πιο καίριο είναι ο χρόνος των όποιων αλλαγών. Ο χρόνος των εξελίξεων δεν είναι ευθύγραμμος, στατικός χώρος, απεριόριστος. Μου λένε ορισμένοι. Ας αφήσουμε τα πράγματα να ωριμάζουν σιγά-σιγά, ας υπομένουμε αυτή τη διαδικασία στασιμότητας. Άφησε τη σήψη να εξελίσσεται. Κάθισε στο γραφείο σου αναπαυτικά και μην ασχολείσαι. Μου επιτέθηκαν μάλιστα επειδή τολμάω ακόμα και να αγωνιώ.
Απέναντι σε αυτές τις απόψεις, υποστηρίζω μια διαφορετική κλίμακα χρόνου. Η ιστορία γράφεται με ασυνέχειες και τομές που αλλάζουν τον ρουν των εξελίξεων. Χρειάζεται ένα άλμα γρηγορότερο από τη φθορά, που λέει και ο Ελύτης.
Υποστηρίζω ό,τι μια ανάλογη κρίσιμη κατάσταση είναι και αυτή που διαμορφώνεται σήμερα, στο ΤΩΡΑ. Δεν είναι ότι όλα παίζονται τώρα, αλλά κρίνεται αν θα δοθεί μια σημαντική ευκαιρία για μια καινούργια ώθηση. Στον χρόνο του παρόντος, σε ένα πολιτικό σκηνικό που βρίσκεται σε δυσαρμονία.
Και αν το βιβλίο μιλάει για την κατεύθυνση των κομμάτων το 2050, εγώ θέλω ο χώρος στον οποίο πάντα ανήκω, θέλω το ΠΑΣΟΚ και η ευρύτερη δημοκρατική παράταξη να μπορέσει να κερδίσει το στοίχημα, τώρα. Και θα κάνω ό,τι μπορώ γι αυτό. Αγαπητέ Γιώργο καλοτάξιδο το βιβλίο σου».