Η σημαντική απόφαση του ΣτΕ προήλθε έπειτα από προσφυγή της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής Αλίμου κατά οικοδομικής άδειας. Με την άδεια επρόκειτο να κατασκευαστεί επταώροφο κτίριο 21,6 μ., αντί ανώτατου ύψους 14 μ. στην περιοχή.
Νέα απόφαση του Ε΄ τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) κρίνει αντισυνταγματικές, όχι μόνο τις προσαυξήσεις ύψους με βάση τα μπόνους του νέου οικοδομικού κανονισμού (ΝΟΚ), αλλά και την εξαίρεση από τον προσμετρούμενο συντελεστή δόμησης διαφόρων χώρων, όπως πατάρια και έρκερ («κρυφός» συντελεστής) καθώς οδηγούν σε μεγαλύτερα κτίρια, άρα σε επιδείνωση του οικιστικού περιβάλλοντος. Οπως και οι προηγούμενες, ωστόσο, η υπόθεση παραπέμφθηκε για τελική κρίση στην Ολομέλεια (η εκδίκαση έχει οριστεί για τις 10 Οκτωβρίου).
Η απόφαση (αρ. 662/2024, εισηγητής Δημήτριος Πυργάκης, προεδρεύων Θόδωρος Αραβάνης) προήλθε έπειτα από προσφυγή της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής Αλίμου κατά οικοδομικής άδειας. Με την άδεια επρόκειτο να κατασκευαστεί επταώροφο κτίριο 21,6 μέτρων, αντί ανώτατου ύψους 14 μέτρων στην περιοχή. Περαιτέρω το κτίριο θα έφθανε τελικά τα 916,90 τ.μ. (εκ των οποίων 231,56 τ.μ. αντιστοιχούν σε χώρο παταριού, έρκερ και σοφίτας, που βάσει του ΝΟΚ δεν προσμετρώνται στον συντελεστή), δηλαδή 491,59 τ.μ. περισσότερο, κάτι που ισοδυναμεί με υπερδιπλασιασμό της νομίμως δομήσιμης επιφάνειας (αντιστοιχεί σε συντελεστή δόμησης 1,72 αντί 0,8).
Περιορίζονται τα ποσοστά για αντιπαροχές οικοπέδων
Η απόφαση του Ε΄ τμήματος κάνει μια αναδρομή στη νομολογία των τελευταίων ετών και ιδίως στην απόφαση 705/2020 της ολομελείας, με την οποία κρίθηκε ότι ο υπολογισμός του μέγιστου ύψους των κτιρίων σε συνάρτηση με τον σ.δ., δεν εφαρμόζεται σε οικισμούς στους οποίους με ειδικά διατάγματα είχαν ορισθεί πριν από τον ΝΟΚ συγκεκριμένοι όροι δόμησης, όπως ανώτατα ύψη κτιρίων.
Αντισυνταγματικές οι προσαυξήσεις ύψους με βάση τα μπόνους του νέου οικοδομικού κανονισμού.
Οπως και οι προηγούμενες αποφάσεις του τελευταίου έτους για τον Αλιμο και τον Δήμο Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης, το ΣτΕ κρίνει ότι ο πολεοδομικός σχεδιασμός πρέπει να είναι αποτέλεσμα επιστημονικής μελέτης και ανοιχτής διαδικασίας με τη συμμετοχή του κοινού και την εκτίμηση των επιπτώσεων και όχι να τροποποιείται «οριζόντια» με νόμο ή με υπουργικές αποφάσεις. «Αντίθετη ερμηνεία, κατά την οποία, μετά την έναρξη ισχύος του ΝΟΚ 2012 αυξήθηκε "αυτομάτως" το ανώτατο ύψος των οικοδομών σε όλες τις περιοχές της χώρας σε συνάρτηση με τον ισχύοντα σ.δ., αδιαφόρως των προβλέψεων των ειδικών πολεοδομικών διατάξεων που ίσχυαν σε κάθε περιοχή, παραβιάζει το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος», αναφέρει.
Η απόφαση επαναλαμβάνει το λεπτομερές σκεπτικό της απόφασης 293/2024 (εκδόθηκε τον Απρίλιο επίσης για τον Αλιμο), αναφέροντας πως η αύξηση του ύψους των οικοδομών προκαλεί καθ' εαυτήν δυσμενείς συνέπειες στους περιοίκους και το οικιστικό περιβάλλον, «τόσο λόγω της μείωσης του φωτισμού, ηλιασμού, αερισμού και της θέας των περιοίκων, όσο και λόγω του αντιαισθητικού συμφυρμού χαμηλών και υψηλών κτιρίων, ιδίως σε περιοχές όπου υφίσταται χαμηλή δόμηση ή σώζονται κτίρια παλαιότερων εποχών, για τα οποία μάλιστα δεν υφίσταται νομικό πλαίσιο αποτελεσματικής προστασίας, όπως επιβάλλει το Σύνταγμα». Περαιτέρω, σημειώνει, «αποτέλεσμα τούτου είναι το οικοδομικό χάος που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες ελληνικές πόλεις και ιδίως το πολεοδομικό συγκρότημα των Αθηνών».
Εκτός από τα μπόνους για την προσαύξηση του ανώτατου ύψους, η νέα απόφαση στοχεύει και τον «κρυφό» συντελεστή, δηλαδή τους χώρους του κτιρίου που με τον ΝΟΚ επετράπη να μην προσμετρώνται στην οικοδομήσιμη επιφάνεια (με αποτέλεσμα το πραγματικό μέγεθος ενός κτιρίου να είναι πολύ μεγαλύτερο εκείνου για το οποίο έχει εκδοθεί άδεια). Συγκεκριμένα, το Ε΄ τμήμα υποδεικνύει ως αντισυνταγματικές τις διατάξεις των άρθρων 10 παρ. 1 περιπτ. α΄ και β΄ (αύξηση του σ.δ. λόγω μείωσης της κάλυψης ή και «απόσυρσης»), 11 παρ. 6 περ. ιδ΄ (πατάρια), ιε΄ (σοφίτες) και ιστ΄ («έρκερ»), 15 παρ. 8 περ. δ΄ (προσαύξηση ύψους λόγω μείωσης κάλυψης), 17 παρ. 6 (επέκταση υπογείων μέχρι τα όρια του οικοπέδου), 19 παρ. 2 περ. α΄ ii (προσθήκη χώρου κύριας χρήσης στο δώμα λόγω φύτευσης) και 25 παρ. 1 (αύξηση σ.δ. λόγω ενεργειακής απόδοσης κτιρίου). Οπως σημειώνει το ΣτΕ, όλες αυτές οι διατάξεις οδηγούν σε σημαντική πολεοδομική επιβάρυνση, από την οποία επωφελείται μόνο ο ιδιοκτήτης του κτιρίου και ο εργολάβος:
«Δεν νοείται η παροχή στον ιδιώτη κατασκευαστή αντισταθμισμάτων που συνεπάγονται επιβάρυνση των περιοίκων και γενικά των κατοίκων του οικισμού, όπως η προσαύξηση της δόμησης (...). Τα επίμαχα πολεοδομικά "κίνητρα" δεν είναι πρόσφορα για την επίτευξη των σκοπών που φέρεται ότι επιδιώκουν. Αντιθέτως αποβλέπουν κυρίως στην ενίσχυση της οικοδομικής δραστηριότητας και της κτηματαγοράς μέσω της αύξησης της δόμησης και της εντατικής εκμετάλλευσης των οικοπέδων».