Αν «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο» –το σκίτσο του Πικάσο– είναι γνωστό στη χώρα μας, πολλές από τις αμέτρητες ιστορίες του ακτιβιστή ζωγράφου και της αντιστασιακής δράσης του παραμένουν ακόμη άγνωστες στο ευρύ κοινό. Μερικές από αυτές πλαισιώνουν την έκθεση «Pablo Picasso: Εξορία και νοσταλγία» στο MOMus-Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Θεσσαλονίκη, την οποία επιμελείται ο δρ Μπαρέρα.
Αφηγείται τη βαθιά πολύχρονη φιλία του Πικάσο και του κουρέα του, Αουχένιο Αριας – μια ιστορία που βγαίνει για πρώτη φορά εκτός Ισπανίας, πέντε χρόνια μετά την αποκάλυψή της στο μουσείο Casa Natal Picasso της Μάλαγα, γενέτειρας του καλλιτέχνη. Ηρθε στο φως το 2019, όταν οι κληρονόμοι του Αριας, Medeleine και Pauline Arias (νύφη και εγγονή) κληροδότησαν στο μουσείο τον προσωπικό θησαυρό του Αριας. «Η τεκμηρίωση του ενισχύει τη σχέση του Πικάσο με την πατρίδα μέσα από μια άλλη σχέση ανθρώπινη, συναισθηματική και ταυτόχρονα, πολιτική και μαχητική», εξηγεί ο Ισπανός ιστορικός τέχνης.
Οι δύο άνδρες, εξόριστοι Ισπανοί στη Γαλλία, αριστεροί, αντιφρανκικοί, συναντήθηκαν πρώτη φορά το 1945 στη Τουλούζη, στο πάρτι γενεθλίων της Πασιονάρια (Ντολόρες Ιμπαρούρι). Η φιλία τους γεννήθηκε στο κουρείο του Αριας στη Βαλαουρίς. Ηταν ο Πικάσο που πήγε να συναντήσει τον νεοφερμένο Ισπανό κουρέα στο χωριό. Τα κοινά πάθη και η κοινή μοίρα τούς έδεσαν με μια σχέση που σφράγισαν ανεκτίμητα δώρα (λιθογραφίες, σχέδια, αντίγραφα βιβλίων με αφιερώσεις κ.ά.) του καλλιτέχνη στον εξόριστο αντιστασιακό συμπατριώτη του. Τα διαμάντια του «θησαυρού» είναι 63 και πλέον σχέδια με ταυρομαχίες και σχόλια σε σελίδες της συντηρητικής φιλομοναρχικής ισπανικής εφημερίδας ABC. Ο κουρέας τού έστελνε εφημερίδες κι εκείνος τις επέστρεφε με θαυμάσιες εικόνες μικρών ταύρων ή ταυρομάχων (δεν ξεπερνούν τα 2 ή 3 εκατοστά), ζωγραφισμένες με κόκκινο μαρκαδόρο στις στήλες για τις ταυρομαχίες.
Πέρα από τα εμφανή (ταυρομαχίες, εξορία, συν-αγωνιστική δράση) τι ήταν αυτό που συνέδεσε με μια τόσο βαθιά φιλία δύο άνδρες με τόσο διαφορετικό υπόβαθρο; «Αυτό είναι ίσως ένα από τα κλειδιά», αναφέρει ο Ισπανός ιστορικός τέχνης. «Ο Πικάσο, παρά την αύρα του μύθου που τον περιβάλλει, ήταν απλός άνθρωπος που του άρεσε να συναναστρέφεται με καθημερινούς ανθρώπους. Ο Αριας ήταν ένας εργάτης, ένας καθαρός Καστιλιάνος, και διακριτικός.
Είχε πολεμήσει στον ισπανικό εμφύλιο και στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Πικάσο, εξαιρετικά προληπτικός, δεν είχε αφήσει ποτέ στο παρελθόν κάποιον ξένο να κουρέψει τα μαλλιά του υπό τον φόβο μήπως ασκήσει αρνητική επίδραση πάνω του. Με τον Αριας, όμως, αισθάνθηκε ασφαλής. Μοιράζονταν την αγάπη τους για την Ισπανία, το πάθος τους για τις ταυρομαχίες, την πολιτική επικαιρότητα, τα βρώμικα αστεία, τη νοσταλγία για την πατρίδα, τον πόνο της εξορίας. "Οσοι δεν έχουν ζήσει εξόριστοι δεν ξέρουν τι είναι ζωή", έλεγε ο Πικάσο».
«Τους ένωσαν η εξορία και η αγάπη για τις ταυρομαχίες», σύμφωνα με τον Κάρλος Φερέρ Μπαρέρα, επιμελητή της έκθεσης.
Η ετικέτα του Αριας ως «Κουρέα του Πικάσο» τον αδικούσε, υποστηρίζει ο δρ Φερέρ. Υποβαθμίζει μια σχεδόν οικογενειακή σχέση από το 1947 έως την ημέρα που ο Αριας ανέλαβε τη σορό του Πικάσο. «Η φιλία του, αν και προφανώς διαφορετικής φύσης, μπορεί να συγκριθεί με εκείνη του Απολινέρ, του Μαξ Γιάκομπ ή του Κοκτό. Ο Αριας ήταν ένας πιστός φίλος, έμπιστος, προστάτης· σύντροφος στις τελετουργίες και στα ισπανικού τύπου πάρτι που προηγούνταν και ακολουθούσαν τις ταυρομαχίες στη νότια Γαλλία· σύνδεσμος με το Ισπανικό Κομμουνιστικό Κόμμα – από το κουρείο περνούσε κάθε Ισπανός εξόριστος στην Κυανή Ακτή που ήθελε να πλησιάσει τον καλλιτέχνη. Ο Αριας, καλός αναγνώστης, γνώριζε απ' έξω λαϊκά τραγούδια, παροιμίες και ποιήματα που ο Πικάσο λάτρευε γιατί τον γύριζαν στα παιδικά του χρόνια. Εγινε κουμπάρος στον γάμο του. Είχαν μια σχέση πατέρα και γιου. Και οι δύο το αποτύπωσαν πολλές φόρες στις επιστολές τους».
Ο Μάριο Χιμένες, ένας νεαρός Χιλιανός ψαράς είναι απελπισμένα ερωτευμένος με την όμορφη κι αισθησιακή Μπεατρίς Γκονζάλες. Εγκαταλείπει τη δουλειά του και γίνεται ο ταχυδρόμος της Ίσλα Νέγρα, ενός νησιού όπου το μόνο άτομο που λαμβάνει και στέλνει αλληλογραφία είναι ο μεγάλος ποιητής Πάμπλο Νερούδα. Μακριά από τον πολιτισμό, η σχέση της ανθρώπινης φιλίας και της ποιητικής συνενοχής αναδύεται σταδιακά, με φόντο μια χώρα που πλησιάζει το τραγικό και δραματικό πεπρωμένο της.
Η βαθιά φιλία δυο φαινομενικά ετερόκλητων ανδρών αποτυπώνεται σε ένα ανατρεπτικό βιβλίο για την ομορφιά, τον έρωτα και την ελευθερία. Στις σελίδες του, οι άνθρωποι συναντιούνται, ενώνονται και δημιουργούν πραγματικά και μεταφορικά ποίηση.
Η κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου, με τίτλο "Il postino", ήταν υποψήφια για 5 Όσκαρ, μεταξύ αυτών και το Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Αυτό το κλασικό μυθιστόρημα, που μεταφράστηκε σε είκοσι οκτώ γλώσσες, καθιέρωσε τον Αντόνιο Σκάρμετα ως έναν από τους αντιπροσωπευτικότερους συγγραφείς της ιβηροαμερικανικής λογοτεχνίας. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Η ποίηση διδάσκεται βήμα βήμα ανάμεσα στα πράγματα και στις υπάρξεις, χωρίς να τα χωρίσουμε, αλλά ενώνοντάς τα με την ανιδιοτελή απλωσιά της αγάπης.» (Pablo Neruda)
Ο Νερούδα, ένας ηλικιωμένος πασίγνωστος ποιητής δεν μπορεί να έχει τίποτε κοινό, φαινομενικά τουλάχιστον, με έναν αμόρφωτο νεαρό, πρώην ψαρά, ο οποίος αγωνίζεται καθημερινά για το μεροκάματο. Κι όμως, ο Μάριο θα μυηθεί στα μυστικά και στις ομορφιές του ποιητικού λόγου από τον Νερούδα και μέσα από αυτή την ποιητική συνενοχή τους θα αναπτυχθεί μία σχέση βαθιά ανθρώπινη και αληθινή.