Δύο Ελληνες επιστήμονες με λαμπρή καριέρα στο εξωτερικό, ο Σπύρος Αρταβάνης-Τσάκωνας και ο Αγγελος Χανιώτης, υπέβαλαν την παραίτησή τους από το Εθνικό Συμβούλιο Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΤΕΚ) αντιδρώντας στην απουσία στρατηγικής εκ μέρους του υπουργείου Ανάπτυξης.
Την παραίτησή τους από το Εθνικό Συμβούλιο Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΤΕΚ) ανακοίνωσαν χθες ο κ. Σπύρος Αρταβάνης-Τσάκωνας, καθηγητής Κυτταρικής Βιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, και ο Αγγελος Χανιώτης, καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Πανεπιστημίου Πρίνστον, αντιδρώντας στην απουσία στρατηγικής εκ μέρους του υπουργείου Ανάπτυξης, και ευρύτερα της κυβέρνησης, στον κρίσιμο τομέα της έρευνας. Πρόκειται για δύο Ελληνες επιστήμονες με λαμπρή καριέρα στο εξωτερικό, οι οποίοι ανέλαβαν ρόλο στο ΕΣΕΤΕΚ –το ανώτατο γνωμοδοτικό όργανο της πολιτείας σε ό,τι αφορά τη χάραξη εθνικής στρατηγικής για την έρευνα, την τεχνολογία και την ανάπτυξη της καινοτομίας– με στόχο να προσφέρουν στη χώρα.
Υπεραποσβέσεις για επιστημονική και τεχνολογική έρευνα
Mιλώντας χθες στην «Κ», ο κ. Αρταβάνης (ανέλαβε τη θέση του προέδρου το 2019) ανέφερε ότι, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες μελών της ηγεσίας του υπουργείου Ανάπτυξης κατά την τελευταία πενταετία, το υπάρχον πλαίσιο λειτουργίας του ΕΣΕΤΕΚ δεν λειτουργεί. «Βάζουμε σφραγίδες και νομιμοποιούμε δευτερεύοντα πράγματα. Εάν δεν φύγει το ΕΣΕΤΕΚ από την αρμοδιότητα του υπουργείου Ανάπτυξης και δεν λειτουργεί σαν ένα όργανο που να σχεδιάζει και να συμβουλεύει κατ' ευθείαν τον πρωθυπουργό για την έρευνα, δεν κάνουμε τίποτα.
Υπάρχει πολυδιάσπαση της έρευνας μεταξύ των υπουργείων, όπως και των κονδυλίων. Δεν υπάρχει χάραξη στρατηγικής στον τομέα της έρευνας. Προσπάθησα κοντά πέντε χρόνια», παρατήρησε ο κ. Αρταβάνης. «Ολοι μιλούν για startups και "καινοτομία", αλλά δεν καταλαβαίνουν ότι η μητέρα των startups είναι η βασική έρευνα στις τεχνολογίες αιχμής», πρόσθεσε.
Ηχηρές παραιτήσεις από το Εθνικό Συμβούλιο Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας.
Από την πλευρά του, ο Αγγελος Χανιώτης που έγινε μέλος του ΕΣΕΤΕΚ προ δύο ετών, στην επιστολή παραίτησής του –την απευθύνει αρμοδίως στον κ. Αρταβάνη-Τσάκωνα– αναφέρει, «είχα την προσδοκία ότι η πολυετής εμπειρία μου από τη συμμετοχή μου σε ανώτατα συμβούλια έρευνας και από τη διαχείριση ερευνητικών προγραμμάτων πολλών εκατομμυρίων, θα μπορούσε να φανεί χρήσιμη στην καλύτερη οργάνωση και ανάπτυξη της έρευνας και στην πατρίδα μου.
Δυστυχώς αυτή η προσδοκία δεν επαληθεύθηκε, παρά τις δικές σου φιλότιμες προσπάθειες ως προέδρου και την εξαιρετική και υψηλότατου επιπέδου συνεργασία με τα άλλα μέλη του ΕΣΕΤΕΚ και τα μέλη του Τομεακού Συμβουλίου για τις Ανθρωπιστικές Επιστήμες. Δεν είχα βέβαια την απαίτηση η κυβέρνηση να αποδεχθεί τις εισηγήσεις του ΕΣΕΤΕΚ, αλλά την ελπίδα ότι το αρμόδιο υπουργείο θα ενδιαφερόταν για μια στοιχειώδη ανταλλαγή απόψεων, θα ανταποκρινόταν είτε θετικά είτε αρνητικά στις εισηγήσεις του και εν πάση περιπτώσει δεν θα το αντιμετώπιζε με παγερή αδιαφορία.
Αναφέρω ως παραδείγματα την επί μήνες σιγή του υπουργείου στην πρόταση επιβράβευσης 10 ερευνητικών ιδρυμάτων λόγω αριστείας, μετά από χρονοβόρα αξιολόγηση, και το γεγονός ότι το ΕΣΕΤΕΚ πληροφορήθηκε από τις εφημερίδες σημαντικές αποφάσεις για την οργάνωση της έρευνας στον κρίσιμο τομέα της τεχνητής νοημοσύνης. Είμαι πλέον πεπεισμένος ότι το ΕΣΕΤΕΚ δεν μπορεί να έχει ουσιαστικό ρόλο στη στρατηγική της έρευνας στην Ελλάδα και ο ρόλος του περιορίζεται στο να προτείνει επιτροπές για εκλογές διευθυντών ινστιτούτων και αξιολογητές για αξιολογήσεις που στη συνέχεια θα αγνοηθούν».
Ο Σ. Αρταβάνης – Τσάκωνας στην «Κ»: Να ξεχωρίσουν οι άριστοι από τους τενεκέδες
Ο κ. Αρταβάνης-Τσάκωνας τονίζει στην «Κ» ότι «η Ελλάδα εμφανίζεται να μη δίνει προτεραιότητα στην έρευνα. Η έρευνα απαιτεί διαμόρφωση στρατηγικής και συντονισμό. Κάτι που δεν υπάρχει. Επίσης, απαιτείται υποστήριξη από τους αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες που θα γνωρίζουν το αντικείμενο, και στενή συνεργασία μαζί τους. Νομίζω ότι προτιμότερο όλων είναι η δημιουργία αυτόνομου υπουργείου Ερευνας και Καινοτομίας».
Ο κ. Χανιώτης δε στην επιστολή του αναφέρει ότι «το ΕΣΕΤΕΚ θα πρέπει να αποκτήσει άλλη δομή και ρόλο, να οργανωθεί ως ανεξάρτητη αρχή, που δεν θα καλείται από την κυβέρνηση να τη συμβουλεύσει για θέματα έρευνας όποτε η κυβέρνηση το θεωρεί σκόπιμο, αλλά θα έχει ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση στρατηγικής. Επαναλαμβάνω ότι μια εκλεγμένη κυβέρνηση δεν είναι υποχρεωμένη να υιοθετεί τις απόψεις ειδικών. Είναι όμως υποχρεωμένη να τις ζητά, ώστε οι πολίτες να μπορούν να κρίνουν τις αποφάσεις που λαμβάνει, είτε με σύμφωνη γνώμη των ειδικών είτε όχι.
Η έρευνα δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων. Είναι θέμα συντονισμού και οργάνωσης μυαλών. Ενας Κινέζος με ελάχιστους πόρους γονάτισε τους κολοσσούς της τεχνητής νοημοσύνης. Η Ελλάδα διαθέτει αυτό το δυναμικό. Το χάνει εξαιτίας πλήρους απουσίας συντονισμού της έρευνας και την εποπτεία φορέων έρευνας από πληθώρα υπουργείων (Ανάπτυξης, Παιδείας, Πολιτισμού κ.λπ.). Π.χ., το μόνο ερευνητικό ινστιτούτο που διαθέτει η Ελλάδα στο εξωτερικό, το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών στη Βενετία, υπάγεται στο υπουργείο Εξωτερικών. Η επιστημονική κοινότητα συμφωνεί ότι χρειάζεται ενιαίος φορέας για την έρευνα, στην ιδανική περίπτωση με τη δημιουργία υπουργείου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας».