Ενα είναι σχεδόν βέβαιο: με αυτές τις εκλογές, η σύντομη εποχή της καγκελαρίας του Ολαφ Σολτς φτάνει στο τέλος της. Για τις ελληνογερμανικές σχέσεις, τα χρόνια από το 2021 υπήρξαν μια συγκριτικά καλή περίοδος – μια περίοδος που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί επιστροφή σε μια σχετική πολιτική κανονικότητα μεταξύ εταίρων. Ξεχασμένες μοιάζουν πλέον οι διπλωματικές εντάσεις του παρελθόντος, όταν στο Βερολίνο κυριαρχούσε η Ανγκελα Μέρκελ και η οικονομική κρίση δηλητηρίαζε τις διμερείς σχέσεις.
Την επιστροφή προς την κανονικότητα επιβεβαιώνουν και οι δημοσκοπήσεις, οι οποίες καταγράφουν σαφή βελτίωση του κλίματος κοινής γνώμης για τη Γερμανία στην Ελλάδα. Βέβαια, το 31% των πολιτών που διατηρούν θετική άποψη για τη Γερμανία απέχει πολύ από το να συνιστά πλειοψηφία. Ωστόσο, το ποσοστό των Ελλήνων με θετική στάση απέναντι στο Βερολίνο έχει διπλασιαστεί κατά τη διάρκεια της καγκελαρίας του Ολαφ Σολτς. Η εξέλιξη αυτή δεν οφείλεται τόσο σε μια μεταβολή της γερμανικής πολιτικής έναντι της Αθήνας όσο σε παράγοντες που σχετίζονται κυρίως με τις εξελίξεις στην Ελλάδα.
Ελληνικό ενδιαφέρον
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεν χάνει ευκαιρία να επισημάνει ότι η Ελλάδα έχει αφήσει πίσω της την οικονομική κρίση και δεν εμφανίζεται πλέον ως ικέτης στη διεθνή σκηνή. Ετσι, η πολυτάραχη αντιπαράθεση για τα ελλείμματα και το χρέος έχει εξαφανιστεί από την ελληνογερμανική ατζέντα. Παράλληλα, η αποκλιμάκωση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ωφελεί – έστω και έμμεσα – και τις διμερείς σχέσεις Αθήνας και Βερολίνου. Από τη στιγμή που τα τουρκικά αεροσκάφη δεν παραβιάζουν πλέον συστηματικά τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο, έχουν επίσης καταλαγιάσει και οι κατηγορίες ότι το Βερολίνο στηρίζει την Αγκυρα εις βάρος της Ελλάδας.
Οπως και σε άλλες χώρες, έτσι και στην Ελλάδα το ενδιαφέρον για τις γερμανικές εκλογές είναι έντονο. «Το ποιος θα κυβερνήσει τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης δεν αφορά μόνο τη Γερμανία, αλλά όλους μας. Γι' αυτό και το ελληνικό ενδιαφέρον είναι τόσο μεγάλο» εξηγεί η Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία γνωρίζει τις εξελίξεις στη Γερμανία όσο λίγοι έλληνες πολιτικοί.
Εάν, όπως ευρέως αναμένεται, ο Φρίντριχ Μερτς αναδειχθεί ο επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας, αυτό θα έχει το πλεονέκτημα ότι τα κυβερνητικά κόμματα σε Αθήνα και Βερολίνο θα ανήκουν στην ίδια πολιτική οικογένεια. Διπλωματικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι οι προσωπικές σχέσεις Κυριάκου Μητσοτάκη και Ολαφ Σολτς δεν χαρακτηρίζονταν από ιδιαίτερη θερμότητα, οπότε από αυτή την άποψη η κατάσταση μόνο να βελτιωθεί μπορεί. Ωστόσο, η ποιότητα των μελλοντικών διμερών σχέσεων εξαρτάται λιγότερο από τις προσωπικότητες των ηγετών και περισσότερο από τα εθνικά συμφέροντα και τις πολιτικές που απορρέουν από αυτά.
Μεταναστευτικό
Οι διαφωνίες στο Μεταναστευτικό βαραίνουν τις τρέχουσες σχέσεις Αθήνας και Βερολίνου όσο κανένα άλλο ζήτημα, αν και αμφότερες οι πλευρές καταβάλλουν προσπάθειες να μην τις φέρουν στο προσκήνιο. Οι Γερμανοί κατηγορούν την ελληνική κυβέρνηση ότι δεν κάνει αρκετά για να αποτρέψει τους πρόσφυγες – και κυρίως όσους έχουν ήδη λάβει καθεστώς προστασίας – από το να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς τη Γερμανία. Στο Βερολίνο ακούγεται συχνά η αιχμή ότι η Αθήνα αντιμετωπίζει την Ελλάδα ως «σταθμό διέλευσης».
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το 2024 πάνω από 25.000 πρόσφυγες υπέβαλαν αίτηση ασύλου στη Γερμανία, παρόλο που είχαν ήδη λάβει καθεστώς προστασίας στην Ελλάδα. Η λεγόμενη δευτερογενής μετανάστευση φαίνεται πως έχει απασχολήσει επανειλημμένα τις κυβερνήσεις σε ανώτατο επίπεδο, χωρίς – από γερμανική σκοπιά – ουσιαστικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με στοιχεία της ελληνικής κυβέρνησης, την τελευταία δεκαετία μόλις 189 αιτούντες άσυλο, οι οποίοι κατά την άποψη του Βερολίνου δεν θα έπρεπε να βρίσκονται στη Γερμανία, έχουν επιστρέψει στην Ελλάδα.
Ακόμα και η απερχόμενη γερμανική κυβέρνηση επιδιώκει να αυξήσει τον αριθμό των επιστροφών προσφύγων στην Ελλάδα.
Θεωρείται βέβαιο ότι ο Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος έχει υποσχεθεί μια αυστηρότερη μεταναστευτική πολιτική, θα εντείνει την πίεση προς την Αθήνα. Διπλωματικοί αναλυτές εκτιμούν ότι το αργότερο έως τον Απρίλιο θα ανακύψουν νέες εντάσεις μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Εως τότε, μια νέα κυβέρνηση στο Βερολίνο θα πρέπει να έχει αναλάβει καθήκοντα, ενώ την ίδια περίοδο – καθώς βελτιώνονται οι καιρικές συνθήκες – αναμένεται αύξηση των μεταναστευτικών ροών. Εκτιμάται επίσης ότι η νέα συνοριακή πολιτική της Γερμανίας δεν θα αργήσει να γίνει αισθητή και στην Ελλάδα.
Δανεισμός και Τουρκία
Ελάχιστη αρμονία αναμένεται και στην ευρωπαϊκή πολιτική. Αθήνα και Βερολίνο διαφωνούν στο θέμα του κοινού δανεισμού. Ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστηρίζει ότι τα κράτη-μέλη θα πρέπει να προχωρήσουν σε κοινό δανεισμό προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και να θωρακιστεί η άμυνα, οι Γερμανοί – μαζί με έναν συνασπισμό κυρίως βορειοευρωπαϊκών κυβερνήσεων – απορρίπτουν σταθερά τον από κοινού δανεισμό. Οι διαφορές αυτές υπερβαίνουν κατά πολύ τις διμερείς σχέσεις, καθώς αφορούν τελικά και τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ.
Ενα πιθανό σημείο τριβής μεταξύ Αθήνας και Βερολίνου παραμένει η γερμανική στάση απέναντι στην Τουρκία. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τις παραδόσεις γερμανικών υποβρυχίων στην Αγκυρα, οι οποίες πριν από μερικά χρόνια αποτέλεσαν αγκάθι στις ελληνογερμανικές σχέσεις. Από τότε που ο Νίκος Δένδιας μετακινήθηκε σε άλλο υπουργείο, το ζήτημα των υποβρυχίων – τουλάχιστον σε δημόσιο επίπεδο – έχει πάψει να απασχολεί τις διμερείς σχέσεις. Αυτή την περίοδο, η προσοχή στρέφεται στον σύγχρονο αεροπορικό εξοπλισμό. Τα βασικά σημεία συζήτησης είναι τα Eurofighter, υπερσύγχρονα μαχητικά αεροσκάφη ευρωπαϊκής κατασκευής, και οι Meteor, οι προηγμένοι πύραυλοι με τους οποίους μπορούν να εξοπλιστούν. Τα συγκεκριμένα οπλικά συστήματα κατασκευάζονται από πολυεθνικές κοινοπραξίες στην Ευρώπη.
Ιδιαίτερα η Βρετανία πιέζει για την πώληση αυτού του εξοπλισμού και στην Τουρκία. Αρχικά, υπήρξαν πληροφορίες ότι το Βερολίνο είχε δώσει το πράσινο φως για την πώληση των Eurofighter στην κυβέρνηση Ερντογάν. Ωστόσο, σύμφωνα με ασφαλείς πηγές, κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Το ίδιο ισχύει και για το ενδεχόμενο αλλαγής στάσης στο μέλλον, καθώς φέρεται πως ούτε ο Μερτς ως καγκελάριος θα προχωρούσε σε αντίθετη απόφαση.
Μια νέα εποχή
Μέχρι πρόσφατα, μια τέτοια εξέλιξη θα είχε προκαλέσει μεγάλη ικανοποίηση στην Αθήνα. Ωστόσο ζούμε σε μια νέα εποχή. Αυτό που μέχρι πριν από λίγα χρόνια φάνταζε αδιανόητο, έχει μετατραπεί σε μια σκληρή πραγματικότητα από την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ. Σε αυτή τη νέα ατμόσφαιρα αβεβαιότητας εντάσσονται και οι πληροφορίες από την Τουρκία, σύμφωνα με τις οποίες το ενδιαφέρον του Ταγίπ Ερντογάν για τα Eurofighter δεν είναι παρά ένας τακτικός ελιγμός αντιπερισπασμού. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με αυτό το σενάριο, η Αγκυρα ενδιαφέρεται για την επιστροφή της στο αμερικανικό πρόγραμμα F35, κάτι που ο Ερντογάν θέλει να αποσπάσει από τον Ντόναλντ Τραμπ ςμε την επόμενη ευκαιρία. Ολα αυτά αφορούν μεγάλες μπίζνες σε ένα νέο επίπεδο διεθνούς πολιτικής, όπου η Γερμανία δεν ασκεί καμία επιρροή. Αυτό δεν θα αλλάξει ούτε αν και όταν γίνει καγκελάριος ο Μερτς.
Ο δρ Ρόναλντ Μαϊνάρντους είναι πολιτικός αναλυτής και σχολιαστής και κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.