Αλλά συμβαίνει κάτι που δεν μπορούν ακόμα να ορίσουν ούτε και τα σύγχρονά μας μαθηματικά μοντέλα. Και παρά τη μεγάλη προσπάθεια «διαφωτισμού» ως προς την αναγκαιότητα της πρόληψης, ζούμε καθημερινά το αήττητο των κάθε είδους δεινών και την αδυναμία πρόληψης της οποιασδήποτε καταστροφής: οι ανίατες ασθένειες, για παράδειγμα, εμφανίζονται επαυξανόμενες αλματωδώς, πολλές οικονομίες παγκόσμια μπαίνουν σε φάση ύφεσης, οι πυρκαγιές καθίστανται όλο και περισσότερο καταστροφικές, με αποτέλεσμα τη γενίκευση της «μεγάλης οδύνης» σε όλο και περισσότερους ανθρώπους.
Έτσι, κατά τον τρόπο τουλάχιστον θέασης των πραγμάτων του κόσμου από τον Πλάτωνα για έναν κόσμο αέναης φθοράς, ή και τη Λογική του Αριστοτέλη, το μεγάλο ερώτημα που καθημερινά μάς κυνηγάει ως παντελώς εύλογο είναι: αν αυτό που εκλαμβάνομε και εφαρμόζομε ως πρόληψη αποτελεί στ'αλήθεια πρόληψη, ακόμα και αν εφαρμόζεται με τρόπο λειψό.
Δεν θ'ασχοληθούμε σήμερα με το άλλωστε πολύ δυσχερές αυτό ερώτημα. Επιχειρούμε μόνο μια ελάχιστη αναφορά στο μεγάλο ζήτημα της πρόληψης των φονικών πυρκαγιών, που βάσιμα πλέον μπορούν να προκαλέσουν «κλιματική κατάρρευση» σε αρκετές περιοχές του κόσμου και της Ελλάδας φυσικά.
Πολλοί τεχνοκράτες και ειδικοί επιστήμονες στην Ελλάδα και εκτός ελλαδικών ορίων προσπαθούν να συμπληρώσουν την έννοια της «πρόληψης των πυρκαγιών» ώστε να υπάρξει κάποτε μία «πληρότητα πρόληψης» ή τουλάχιστον μια περισσότερο αποτελεσματική πρόληψη.
Αλλ'εκεί που το μεγάλο αυτό ζήτημα παραμένει εντελώς ελλιπές είναι: ποιες κατηγορίες ανθρώπων μπορούν να συμβάλουν αποφασιστικά στην τόσο αναγκαία για την ύπαρξή μας πλέον «πρόληψη» γενικώς, και φυσικά των ατελεύτητων πυρκαγιών, που έρχονται ως να πρόκειται για ένα θεσμοθετημένο γεγονός ή μία οδυνηρή, επαναλαμβανόμενη θεατρική παράσταση τραγωδίας, ή ακόμα και σαν αναπόφευκτο πεπρωμένο.
Εκεί που το ζήτημα της αποτροπής των πυρκαγιών φαίνεται να χωλαίνει παντελώς είναι το «κάλεσμα» και η προετοιμασία συμμετοχής των πολλών ανθρώπων στην αντιμετώπιση του οδυνηρού φαινομένου των πυρκαγιών. Τελικά, μάλλον στο πολύ εγγύς μέλλον, θα φανεί ότι αυτή η μεγάλη παράλειψη έχει και θα έχει πολύ αρνητικά αποτελέσματα. Και ότι θα δημιουργηθούν καταστάσεις που κανένας και με οποιεσδήποτε «καινοτομίες» δεν θα μπορεί να θέσει υπό έλεγχο.
Κάτι που θα μπορούσε ενδεχομένως να αποτελέσει έστω και μία πειραματική αρχή, θα ήταν η δημιουργία ενός «σώματος εθελοντών παρατηρητών». Ο ρόλος τους θα είναι να παρακολουθούν από κατάλληλες θέσεις παρατήρησης και με βάρδιες τα τεκταινόμενα στα δάση της περιοχής τους και να ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες αρχές. Οι Βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν πολύ την έννοια της βίγλας (παρατηρητηρίου σε δεσπόζουσα θέση). (Βίγλα από το λατινικό απαρέμφατο vigilare ή viglare). Η χρήση των οποιωνδήποτε τεχνολογικών μέσων παρακολούθησης είναι και θα μείνει και στο μέλλον απολύτως αναγκαία. Τίποτα όμως δεν μπορεί να υποκαταστήσει την παρουσία των πολλών ανθρώπων και την ενεργό εμπλοκή τους στην αποτροπή των επερχόμενων δεινών, αν θέλομε να υπάρξει μέλλον.
Τα προτεινόμενα μέτρα προστασίας των δασών διατηρούν τη σημασία τους. Αλλά το «σώμα των εθελοντών παρατηρητών» ή με οποιαδήποτε άλλη συναφή ονομασία κι αν συγκροτηθεί, από ντόπιους κατοίκους της περιοχής, μπορεί να αποτελέσει τη μέγιστη συμβολή στην πρόληψη και να δημιουργήσει μια συλλογική εμπειρία της αποτροπής τού –είτε το θέλομε είτε δεν το θέλομε-ακωλύτως δρώντος καταστροφικού. Το «σώμα των εθελοντών παρατηρητών» καμία δεν έχει σχέση με τις λεγόμενες περιπολίες γειτονιάς, όπου ο κάθε πολίτης παρακολουθεί άγρυπνα τι πράττει ο γείτονας συμπολίτης του για να το διαβιβάσει ταχύτατα στους αρμοδίους. Το μέτρο αυτό που εφαρμόζεται εκτός Ελλάδος, όσο κι αν φαίνεται χρήσιμο, παραπέμπει σε σκοτεινές και απευκταίες περιόδους της ιστορίας.
Πιο χρήσιμο και αποτελεσματικό θα ήταν από τη σκοπιά μιας άλλης παιδαγωγικής, όλοι οι σπουδάζοντες μια επιστήμη στα χιλιάδες ανά τον κόσμο πανεπιστήμια, να μάθουν να κατανοούν παράλληλα και τα τεκταινόμενα γύρω τους. Και να συμβάλλουν ενεργά στη συνεργασία όλων των επιστημών για την αντιμετώπιση των αναπόφευκτα υπαρχουσών και επερχόμενων πολύ δυσμενών καταστάσεων ... Ει δυνατόν, και στην παγκόσμια συνεργασία, που για τις μέρες μας καθίσταται όλο και περισσότερο ανύπαρκτη, όταν εξ αντικειμένου είναι εντελώς απαραίτητη.
Το όλο ζήτημα τόσο στη θεωρητική του-φιλοσοφική διάσταση, όσο και στην πρακτική του διάσταση, εναπόκειται και στη γενναιότητα και μη αποθάρρυνση του ανθρώπινου γενικώς παράγοντα. Αυτά όλα για ένα ελάχιστο πρώτο ξεκίνημα.