Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε καλό δρόμο για να γεμίσει επαρκώς τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου πριν από την έναρξη του χειμώνα, ούτως ώστε να διέλθει την περίοδο με την υψηλή ζήτηση για θέρμανση του 2023/2024 χωρίς τον κίνδυνο να υπάρξουν ελλείψεις και να υποχρεωθούν οι επιμέρους κυβερνήσεις να επιβάλουν περιορισμούς. Σε σύγκριση με την προηγούμενη ανάλυσή μας για τα σενάρια σχετικά με την κατάσταση του φυσικού αερίου πριν από έξι εβδομάδες, είμαστε ακόμη πιο σίγουροι για αυτήν την εξέλιξη σε ποσοστό 95%.
Από την προηγούμενη έκθεσή μας η Ε.Ε. έχει σημειώσει σημαντική περαιτέρω πρόοδο στην πλήρωση των εγκαταστάσεων αποθήκευσης φυσικού αερίου στο 90% της χωρητικότητάς τους. Κι αυτά τα επίπεδα υπερβαίνουν πλέον το μέγιστο για αυτήν την περίοδο του έτους εν συγκρίσει με την περίοδο αναφοράς 2015-2020. Ακόμη και η προγραμματισμένη διακοπή παραγωγής στο κοίτασμα φυσικού αερίου του Χρόνινγκεν την 1η Οκτωβρίου δεν αναμένουμε να επηρεάσει σημαντικά περαιτέρω τη συνολική ευρωπαϊκή προσφορά.
Τα μηνιαία στοιχεία για τον Απρίλιο και τον Μάιο δείχνουν ότι το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής φυσικού αερίου στην Ολλανδία προέρχεται ήδη από άλλες περιοχές. Κι ενώ οι καθαρές εισαγωγές του εμπορεύματος εκ μέρους της Ε.Ε. μειώθηκαν τον Ιούνιο, αυτό μπορεί εν μέρει να συνάδει με τα υψηλά επίπεδα αποθήκευσης, τα οποία περιορίζουν την ανάγκη αγοράς περισσότερης ποσότητας από το ακόμη ακριβό φυσικό αέριο. Τα σενάρια μας δείχνουν πως υπάρχει κίνδυνος ελλείψεων τον χειμώνα 2024/2025 μόνο εάν συνδυαστούν τουλάχιστον δύο από τους παρακάτω παράγοντες, ήτοι το κλείσιμο όλων των ρωσικών αγωγών, χαμηλότερες θερμοκρασίες τουλάχιστον για τον έναν από τους δύο προσεχείς χειμώνες ή μικρότερη εξοικονόμηση αερίου.
Φόβοι για ακριβότερο ρεύμα
Ταυτόχρονα, η χρήση του εν λόγω καυσίμου στη Γηραιά Ηπειρο ενδεχομένως να εξακολουθήσει να μειώνεται εξαιτίας αφενός του ότι είναι ακριβό, αφετέρου ότι η μετάβαση σε μη ορυκτά καύσιμα επιταχύνεται. Εάν δε στο μέλλον η αποταμίευση φυσικού αερίου υπερβεί τις υποθέσεις των σεναρίων μας, τότε και ο κίνδυνος να εμφανιστεί έλλειψη υποχωρεί αξιοσημείωτα. Αν και η πιθανότητα ανεπαρκούς εφοδιασμού φαίνεται περιορισμένη, το σοκ στον ενεργειακό εφοδιασμό παραμένει πολύ ακριβό για τους Ευρωπαίους. Από το δεύτερο εξάμηνο του 2021 έως τον Απρίλιο του 2023 η Ε.Ε. δαπάνησε 260 δισ. δολάρια περισσότερα από το κανονικό για εισαγωγές φυσικού αερίου. Η Ε.Ε. επιβαρύνθηκε με περαιτέρω κόστος λόγω των δαπανηρών μέτρων υποκατάστασης και εξοικονόμησης. Ο μέσος καταναλωτής πιθανότατα θα πρέπει να πληρώσει λιγότερα για θέρμανση του 2023/2024 σε σχέση με τον περασμένο χειμώνα.
* Ο κ. Σάλομον Φίντλερ είναι οικονομολόγος της Berenberg Bank.