Ευάγελος Διαμαντόπουλος: Το διεφθαρμένο και σάπιο καθεστώς

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, κύριε Υπουργέ, συζητάμε σήμερα ένα νομοσχέδιο που ο πυρήνας του είναι η λήψη μέτρων για την καταπολέμηση της βίας. Η Κυβέρνηση αντιμέτωπη με το φαινόμενο της βίας και εντός των γηπέδων, αλλά και στα θεσμικά όργανα των οποίων είναι αρμοδιότητα η διεξαγωγή των αγώνων, έπρεπε να λάβει μέτρα.

Έλαβε αναγκαία μέτρα με διακοπή αγώνων και έφερε ένα νομοσχέδιο, το οποίο προφανώς δεν έχει τη φιλοδοξία να αντιμετωπίσει όλο το ζήτημα του αθλητισμού, αλλά έχει συγκεκριμένες κατευθύνσεις.

Η βία, όπως ειπώθηκε πολλάκις αυτή την ώρα που συζητάμε το νομοσχέδιο, αποτελεί ένα κοινωνικό φαινόμενο. Πολλές κοινωνικές αντιπαραθέσεις και εντάσεις μεταφέρονται στο δημόσιο χώρο και δημόσιος χώρος είναι και το γήπεδο.

Όμως, το ερώτημα είναι το εξής: η βία είναι η πηγή του προβλήματος και δη όπως εκδηλώνεται από το ένα κομμάτι των οπαδών ή είναι απότοκο ενός σάπιου συστήματος; Η δική μου τοποθέτηση –όμως θεωρώ ότι είναι κοινώς αποδεκτή- είναι το δεύτερο κομμάτι.

Σε μια ιστορική αναδρομή και στα ελληνικά γήπεδα, ειδικότερα του ποδοσφαίρου, βλέπουμε πως η βία αρχίζει και εντάσσεται με την επαγγελματοποίηση και βιομηχανοποίηση του αθλητισμού, από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα. Δεν στρέφομαι ενάντια στην επαγγελματοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματα των αθλητών, αλλά σε ό,τι αφορά τη μετατροπή των αθλητικών συλλόγων σε ΠΑΕ και ό,τι επακολούθησε μέχρι τις μέρες μας, όπου φτάσαμε να μιλάμε πλέον για εγκληματική οργάνωση εντός του ελληνικού ποδοσφαίρου, στο πλαίσιο του αυτόνομου και όχι αυτοδιοίκητου.

Οι προηγούμενες ηγεσίες δειλές, συντηρητικές το μόνο που έκαναν ήταν να στοχοποιήσουν τους οπαδούς, να τους ορίσουν ως το κύριο πρόβλημα και να νομοθετήσουν δρακόντεια μέτρα.

Όπως είπα, οι προηγούμενες ηγεσίες κινήθηκαν σε αυτό το πλαίσιο και δεν έχουμε δει αποτέλεσμα, διότι οι δρακόντειοι νόμοι από την αρχαιότητα δεν έχουν ωφελήσει σε τίποτα. Αυτό που ωφελεί είναι η εξαντλητική συζήτηση, μια διαδικασία ώσμωσης σε ένα φαινόμενο κοινωνικό, σε μια ολισθική προσέγγιση.

Το καθεστώς που υπάρχει στο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι σάπιο, διεφθαρμένο. Υπάρχει ένα κύκλωμα που κομμάτι του είναι ένα μέρος των παραγόντων, των ποδοσφαιριστών, των διαιτητών, των οπαδών, των δημόσιων λειτουργών, που πολλές φορές συνεπικουρούνται από κυκλώματα της νύχτας για να επιβάλλουν το δικό τους νόμο.

Πρώτη φορά κυβέρνηση αντιλαμβάνεται πως το πρόβλημα είναι κυρίως αυτό το πλαίσιο της αυτονομίας στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Εδώ συγχαίρω τον Υπουργό γιατί μεθοδικά με την επιμονή του και με τη συζήτηση, έφτασε να μετασχηματίσει αυτό σε συνεργασία με διεθνείς φορείς που ασχολούνται με το ποδόσφαιρο, τους οποίους βέβαια από ό,τι βλέπουμε δεν μπορούμε να τους χαρακτηρίσουμε άμεμπτους. Δεν υπάρχουν λίγα φαινόμενα και μέσα σε αυτούς τους κύκλους που έχουν λειτουργήσει διαβρωτικά και ενάντια προς αυτό που επικαλούνται πως κάνουν, δηλαδή την υγιή άσκηση αυτού του αθλήματος.
Έτσι, λοιπόν, ίσως πρέπει να υποψιαζόμαστε για ποιο λόγο ενώ αποκλείεται να μην γνώριζαν, άφηναν το ασύδοτο στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Όπως και να έχει όμως, με διεθνείς φορείς πρέπει να συζητάμε και θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρχει και μια διαδικασία αυτοκάθαρσης και εντός αυτών.

Επίσης, θετικότατη είναι η παρέμβαση που επιτύχατε όσον αφορά τους τακτικούς δικαστές. Δεν είναι τυχαίο πως τα περισσότερα ζητήματα δημιουργίας επεισοδίων εντός των γηπέδων είχαν ως αφορμή ή αιτία την αδικία, μια συγκεκριμένη και διευρυμένη αδικία στο ελληνικό ποδόσφαιρο, δηλαδή να είναι πάντα οι ισχυροί -και οι συγκεκριμένοι ισχυροί- στο απυρόβλητο και πάντα οι υπόλοιποι να άγονται και φέρονται, προσπαθώντας να βγάλουν πολλές φορές το κάρο από τη λάσπη και να κάνουν τους αποδιοπομπαίους τράγους.

Όμως, κύριε Υπουργέ, όπως είπα, η λογική με την οποία κινήθηκαν προηγούμενες κυβερνήσεις μάς φέρνει συγκεκριμένα αποτελέσματα. Το παρόν νομοσχέδιο υιοθετεί κάποια μέτρα –επιτρέψτε μου να πω- τα οποία έχουν αποτύχει.

Το ηλεκτρονικό εισιτήριο -που πρέπει εδώ, επιμένω, να βρείτε έναν τρόπο να πατάξετε την φοροαποφυγή και φοροδιαφυγή των ΠΑΕ ξεκάθαρα- δεν έχει και μεγάλο βαθμό επιτυχίας. Στη διπλανή μας χώρα, την Τουρκία, υπάρχει μείωση άνω του 60% στην προσέλευση των οπαδών στην Α΄ και Β΄ κατηγορία όπου θεσμοθετήθηκε το ηλεκτρονικό εισιτήριο.
Επίσης, η αυστηροποίηση των ποινών, όπως έχω πει, δεν οδηγεί πουθενά, από ποια άποψη; Ο νόμος Ορφανού, που ήταν τόσο σκληρός και είχε απαγορεύσει την αναστολή των ποινών, δεν είχε επιφέρει κάποιο αποτέλεσμα στην πάταξη των φαινομένων βίας και των επεισοδίων στα γήπεδα.

Οι κάμερες θεωρώ -μετά απ' αυτό το οργιώδες και σκανδαλώδες που αντιμετωπίσαμε με την «ΑΘΗΝΑ 2004» κι ό,τι έγινε με τις κάμερες- ότι ελάχιστα έχουν προσφέρει μπροστά στα έξοδα τα οποία είχαν επιφέρει και φόρτωσαν στον ελληνικό λαό. Άλλη πρέπει να είναι η κουλτούρα και η διαδικασία με την οποία θα συζητάμε με όλους, για να φθάσουμε σε ένα σημείο να βάλουμε εμπρός στις ευθύνες τους τούς πάντες, για να καταφέρουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Θα αναφερθώ στις λέσχες φίλων και θα κλείσω με αυτό. Αυτό που μπορεί να αντιληφθεί ο καθένας είναι ότι στη διάρκεια των τελευταίων ετών - αυτό που έχει εκφραστεί από δημοσιογράφους, πολιτικούς, οπαδούς και φιλάθλους- είναι πως το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι οι ολιγάρχες, οι οποίοι συμμετείχαν και λυμαίνονταν το ελληνικό ποδόσφαιρο, δημιουργούσαν στρατούς.

Τώρα, μέσω της λέσχης φίλων, η οποία πρέπει να αδειοδοτείται ουσιαστικά από την ίδια την ΠΑΕ του ολιγάρχη, για να πάρει εισιτήρια, μήπως κάνουμε τους δεσμούς πιο ισχυρούς της χειραγώγησης όλων αυτών σύμφωνα με τις επιθυμίες και τα κελεύσματα;

Αυτά είναι ερωτήματα που αποτυπώνονται από πλευράς μου. Εννοείται πως στηρίζουμε το νομοσχέδιο. Είναι στη σωστή κατεύθυνση.
Είμαι στη διάθεσή σας, κύριε Υπουργέ, διότι, λόγω της ενασχόλησής μου με το αντικείμενο, γνωρίζω και ευρωπαϊκές πρακτικές και την κατεύθυνση της UEFA προς την κατεύθυνση των σωματείων λαϊκής βάσης, αλλά και της εμπλοκής των φιλάθλων και των οπαδών –δεν είναι όλοι οι οπαδοί ίδιοι, υπάρχουν σύνδεσμοι και λέσχες με κοινωνικό έργο- για να φθάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα.

Θεωρώ -και παίρνω ένα ρίσκο- πως αυτά που ανέφερα στο δεύτερο κομμάτι της ομιλίας μου είναι μέτρα τα οποία έχουν αποτύχει και δεν θα επιτύχουν, παρά τη δική σας θετική προσέγγιση και την προαίρεσή σας να καταφέρετε κάτι καλύτερο. Πρέπει να ανοίξει ο διάλογος με όλους.
Κλείνω με αυτό και είναι πραγματικά το τελευταίο, κύριε Πρόεδρε. Υπουργός της Κυβέρνησης είχε πει: «Θα συζητήσω και με ένα κομμάτι της κοινωνίας με το οποίο είμαι αντίθετος ιδεολογικά και προς τις πρακτικές του, αλλά θα φθάσω να μιλήσω μαζί τους, για να λύσω το πρόβλημα». Άρα, πρέπει να γίνει κουβέντα και με τις θύρες, κύριε Υπουργέ.

(Ο τεχνίτης του ΟΤΕ Ευαγ. Διαμαντόπουλος είναι βουλευτής Καστοριάς του ΣΥΡΙΖΑ και γνωστός για τις μαρξιστικές ερμηνείες του).

 

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.

Πολυμέσα

Cookies make it easier for us to provide you with our services. With the usage of our services you permit us to use cookies.
Ok Decline