Προβάδισμα 3 μονάδων σε εθνικό επίπεδο καταγράφει η Κάμαλα Χάρις έναντι του Ντόναλντ Τραμπ, σε δημοσκόπηση των New York Times/Siena College.Οριακό,μικρότερο από πριν 15 ημέρες, ΄που ήταν έξη μονάδες διαφορά..
Ειδικότερα, η Χάρις συγκεντρώνει 49% έναντι 46% του Τραμπ, προβάδισμα εντός των ορίων του στατιστικού σφάλματος. Η δημοσκόπηση διεξήχθη από τις 29 Σεπτεμβρίου έως τις 6 Οκτωβρίου μεταξύ 3.385 πιθανών ψηφοφόρων.
Οπως σημειώνει το σχετικό δημοσίευμα των ΝΥΤ, οι ψηφοφόροι –σε αυτή τη φάση– είναι πιο πιθανό να πιστέψουν ότι η Χάρις παρά ο Τραμπ εκπροσωπεί την αλλαγή και ότι νοιάζεται για τους ανθρώπους σαν αυτούς, άρα στην τελευταία στροφή της κούρσας η υποψήφια των Δημοκρατικών αποκτά ένα συγκριτικό πλεονέκτημα.
Πρόκειται για την πρώτη φορά που η Κάμαλα Χάρις καταγράφει προβάδισμα στη δημοσκόπηση των Times/Siena από τον Ιούλιο, οπότε ο πρόεδρος Μπάιντεν εγκατέλειψε την κούρσα και οι Δημοκρατικοί επέλεξαν την κ. Χάρις ως αντικαταστάτριά του.
Η εξέλιξη αυτή προκύπτει ενώ η αναμέτρηση βρίσκεται στον τελευταίο της μήνα και οι έρευνες από τις αμφίρροπες πολιτείες διαπιστώνουν ότι η εκλογική μάχη είναι μία από τις πιο στενές στη σύγχρονη ιστορία.
Ενώ η δημοσκόπηση των Times/Siena δείχνει κάποια σταθερά πλεονεκτήματα για τον κ. Τραμπ, τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι η κ. Χάρις κερδίζει, αν και με μικρή διαφορά, σε ερωτήσεις σχετικά με την ιδιοσυγκρασία, την εμπιστοσύνη και την αλλαγή –– ευρήματα που ενδεχομένως να είναι κρίσιμα σε μια προεδρική κούρσα.
Ο κ. Τραμπ και η κ. Χάρις ήταν ισόπαλοι, καταγράφοντας 47%, σε δημοσκόπηση των Times/Siena στα μέσα Σεπτεμβρίου αμέσως μετά το προεδρικό ντιμπέιτ.
Η κ. Χάρις έκτοτε έχει ενισχύσει την υποστήριξή της μεταξύ των ηλικιωμένων ψηφοφόρων και έχει αρχίσει να κερδίζει έδαφος μεταξύ των Ρεπουμπλικανών: το 9% δήλωσε ότι σκοπεύει να την υποστηρίξει, ποσοστό ελαφρώς αυξημένο από το 5% τον περασμένο μήνα.
Φαίνεται επίσης να έχει κλείσει το χάσμα στο ερώτημα της αλλαγής πορείας, κρίσιμος παράγοντας σε μια εκλογική αναμέτρηση όπου οι ψηφοφόροι έχουν επανειλημμένα δηλώσει στους δημοσκόπους ότι πιστεύουν ότι το έθνος κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση.
Η δημοσκόπηση των Times/Siena έδειξε ότι η Χάρις είναι η υποψήφια που εκπροσωπεί την αλλαγή σε αυτές τις εκλογές, με ποσοστό 46% έναντι 44% του Τραμπ. Το εύρημα αυτό ήταν για πρώτη φορά υπέρ της Χάρις αφού σε προηγούμενες δημοσκοπήσεις των Times/Siena ο κ. Τραμπ χαρακτηριζόταν ως ο υποψήφιος που εκφράζει την αλλαγή.
Η κ. Χάρις προηγείται με 61% έναντι 29% του Τραμπ στο ερώτημα περί αλλαγής μεταξύ των ψηφοφόρων που δεν είναι λευκοί. Οι νεότεροι ψηφοφόροι τη θεωρούν υποψήφια για την αλλαγή με μεγάλη διαφορά: 58% έναντι 34%.
Ο κ. Τραμπ διατηρεί προβάδισμα στο ερώτημα για το ποιος είναι ο πιο ισχυρός ηγέτης, αν και με μικρή διαφορά.
Η κ. Χάρις θεωρήθηκε, με μεγάλη διαφορά, πιο ειλικρινής και αξιόπιστη από τον κ. Τραμπ καθώς επίσης και πιο διασκεδαστική από τους δύο υποψηφίους. Η δημοσκόπηση διαπίστωσε ότι το 43% των πιθανών ψηφοφόρων –και το 13% των Ρεπουμπλικανών– θεωρούσαν την κ. Χάρις πιο διασκεδαστική.
Αλλά κι ο Τραμπ έχει ορισμένα σαφή πλεονεκτήματα: Προηγείται μεταξύ των ανδρών ψηφοφόρων κατά 11 μονάδες. Το 42% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι οι πολιτικές του κ. Τραμπ τους βοήθησαν προσωπικά, σε σύγκριση με το 22% που δήλωσε το ίδιο για τις πολιτικές του κ. Μπάιντεν.
Περισσότεροι ψηφοφόροι δήλωσαν ότι εμπιστεύονται τον Τραμπ από ό,τι τη Χάρις για να διαχειριστεί αυτό που εξακολουθεί να αποτελεί τον κορυφαίο τομέα ανησυχίας: την οικονομία. (Οι αμβλώσεις και η μετανάστευση βρέθηκαν στη δεύτερη και την τρίτη θέση).
Η οικονομική διάθεση στο έθνος παραμένει δυσοίωνη καθώς το 75% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι η οικονομία βρίσκεται σε μέτρια ή κακή κατάσταση, το ίδιο με τον προηγούμενο μήνα.
Και σχεδόν τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι μερικές φορές έκαναν περικοπές στα ψώνια τον τελευταίο χρόνο λόγω του κόστους.
Αλλά ακόμη και στο κρίσιμο ερώτημα ποιον εμπιστεύονται οι ψηφοφόροι για να χειριστεί το πιο σημαντικό τους ζήτημα, η Χάρις έχει κάνει κάποια μικρά βήματα προόδου: Το προβάδισμα Τραμπ στην ερώτηση αυτή είναι μόλις δύο μονάδες, 48% έναντι 46%, σε σύγκριση με πέντε μονάδες τον Σεπτέμβριο.