Για 15 χρόνια και όσο ήταν μόνιμη νοσηλεύτρια σε καρδιολογική κλινική δημόσιου νοσοκομείου στο Λεκανοπέδιο, αυτό ήταν αδύνατο. Ανατρέχοντας στο παρελθόν περιγράφει στην «Κ»: «Ολοι, η οικογένειά μου, οι φίλοι μου, έκαναν Χριστούγεννα και εγώ ήμουν στο νοσοκομείο. Οχι μόνο μία χρονιά, αλλά αρκετές συνεχόμενες. Και όχι μόνο Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά, αλλά και άλλες γιορτές: Μεγάλο Σάββατο έτυχε να γυρίζω στο σπίτι από απογευματινή βάρδια και να είμαι μόνη μου στην Ανάσταση, γιατί οι δικοί μου είχαν φύγει για Πάσχα στο χωριό».
Η Παναγιώτα είναι μία από τους εκατοντάδες νοσηλευτές που αποφάσισαν να αφήσουν πίσω τους τη μονιμότητα του ΕΣΥ και να γίνουν σχολικοί νοσηλευτές, αναζητώντας διέξοδο από τις πολύ δύσκολες συνθήκες εργασίας ενός νοσοκομείου: το κυκλικό ωράριο εργασίας, όπου σπανίως τηρείται η νομοθεσία για 12ωρη ανάπαυση του νοσηλευτή, τον υπερβολικό φόρτο εργασίας λόγω της δραματικής υποστελέχωσης, τη μη αξιοκρατική εξέλιξη, τις χαμηλές αποδοχές.
Μόλις 840 ευρώ καθαρές αποδοχές για έναν πρωτοδιοριζόμενο νοσηλευτή πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, ενώ έπειτα από 25 χρόνια υπηρεσίας ένας νοσηλευτής με μεταπτυχιακό τίτλο λαμβάνει καθαρά, μαζί με επιδόματα τέκνων και επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, περίπου 1.400 ευρώ. «Περάσαμε όλη την πανδημία με υπερεργασία. Και τι πήραμε; Ενα χειροκρότημα», αναφέρει η Παναγιώτα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ενωσης Νοσηλευτών Ελλάδος, αυτή τη στιγμή απασχολούνται στην ειδική αγωγή 230 μόνιμοι σχολικοί νοσηλευτές και περίπου 1.700-1.800 είναι διορισμένοι στη γενική εκπαίδευση ως αναπληρωτές σχολικοί νοσηλευτές, έχοντας πρωτίστως την ευθύνη για παιδιά με προβλήματα, όπως διαβήτη, επιληψία κ.ά. Μεγάλο μεγάλο μέρος αυτών είναι πρώην μόνιμοι νοσηλευτές του ΕΣΥ.
Μαζική έξοδος
Το κύμα φυγής των νοσηλευτών από το ΕΣΥ επιδεινώνει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα στελέχωσης των δημόσιων νοσοκομείων. Υπολογίζεται ότι αυτή τη στιγμή στα δημόσια νοσοκομεία εργάζονται σχεδόν 14.500 μόνιμοι νοσηλευτές και 2.500 επικουρικοί. Περίπου 1.500 μόνιμοι νοσηλευτές έχουν αποχωρήσει από το ΕΣΥ τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΠΑΣΥΝΟ-ΕΣΥ στα επόμενα δύο χρόνια θα συνταξιοδοτηθεί περίπου το 15%-20% των νοσηλευτών του ΕΣΥ, καθώς το μεγάλο κύμα προσλήψεων είχε γίνει το 1990-1995.
Οπως σημειώνει στην «Κ» ο οργανωτικός γραμματέας της Ενωσης Νοσηλευτών Ελλάδος και πρόεδρος της Πανελλήνιας Συνδικαλιστικής Νοσηλευτικής Ομοσπονδίας ΕΣΥ (ΠΑΣΥΝΟ-ΕΣΥ) Γιώργος Αβραμίδης, «το σημαντικό είναι να δοθούν κίνητρα για να παραμείνουν οι νοσηλευτές στο ΕΣΥ. Είναι άνθρωποι που επέλεξαν να γίνουν νοσηλευτές και αρκετοί από αυτούς έχουν μεταπτυχιακούς τίτλους, δύο και τρία πτυχία και ότι μπορείτε να φανταστείτε. Ομως δεν έχουν λόγο να μείνουν στο ΕΣΥ. Και χρόνο με τον χρόνο οι συνθήκες εργασίας επιδεινώνονται, λόγω της υποστελέχωσης. Την ίδια στιγμή, οι απαιτήσεις των ασθενών είναι δικαιολογημένα αυξημένες.
Δεν είναι οι ασθενείς του 1950 και του 1960 που υπομονετικά περίμεναν πότε θα λάβουν στοιχειώδεις υπηρεσίες. Η επιστήμη εξελίσσεται, η τεχνολογία εξελίσσεται, τα νοσοκομεία μας καλώς παρέχουν ότι καινούργιο βγαίνει και αυτό δημιουργεί απαιτήσεις. Και ο ίδιος ο νοσηλευτής θέλει να εξελίξει τις γνώσεις του, να προσαρμοστεί στις νέες εξελίξεις, να προσφέρει ποιοτικές υπηρεσίες, αφιερώνοντας τον απαιτούμενο χρόνο στο ασθενή. Εκεί δυσκολεύεται, γιατί δεν υπάρχει το πλαίσιο για να τον υποστηρίξει, δηλαδή καλή στελέχωση των νοσοκομείων και καλύτερη μισθολογική αντιμετώπιση. Βλέποντας χρόνο με τον χρόνο το πρόβλημα να επιδεινώνεται, νιώθει τη ματαίωση.
Στην Ελλάδα έχουμε 0,4 νοσηλευτές ανά κλίνη, όταν ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 2,03 νοσηλευτές ανά κλίνη.
Σύμφωνα με διεθνείς δείκτες ποιότητας, στις παθολογικές κλινικές θα πρέπει να υπάρχει ένας νοσηλευτής στη βάρδια ανά πέντε ασθενείς. Αυτό σημαίνει ότι σε μία κλινική με 40 ασθενείς θα έπρεπε να υπάρχουν οκτώ νοσηλευτές. Αυτή τη στιγμή, ειδικά στην απογευματινή και στη νυχτερινή βάρδια, είναι ένας και –κάποιες φορές– δύο νοσηλευτές, ενώ υπάρχουν νοσοκομεία στα οποία η νυχτερινή βάρδια καλύπτεται μόνο με βοηθούς νοσηλευτών. Η τελευταία προκήρυξη 7Κ/2022, η οποία είναι σε εξέλιξη, αφορά σε 2.749 νοσηλευτές ΠΕ και ΤΕ.
«Είναι ακόμη σε εξέλιξη η διαδικασία των ενστάσεων προκειμένου να βγουν οι οριστικοί πίνακες και να ξεκινήσουν οι προσλήψεις. Εκτιμάται ότι οι περισσότεροι από αυτούς που θα προσληφθούν θα είναι επικουρικοί νοσηλευτές που ήδη εργάζονται στο σύστημα και απλώς θα αλλάξουν σχέση εργασίας», αναφέρει ο κ. Αβραμίδης και καταλήγει: «Είμαστε πλέον σε αδιέξοδο. Είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα. Εάν πάρω τώρα δέκα τηλέφωνα, θα μου πουν "Γιώργο, άσ' τα να πάνε". Από το Διδυμότειχο μέχρι την Κρήτη είναι όλοι δυσαρεστημένοι. Και δεν είναι η απλή γκρίνια που μπορεί να έχει κάθε εργαζόμενος για τη δουλειά του, γιατί θα ήθελε καλύτερες συνθήκες ή καλύτερες αποδοχές. Είναι γιατί είναι πολύ δύσκολα».
Οι αριθμοί
14.500 μόνιμοι νοσηλευτές (πανεπιστημιακής και τεχνικής εκπαίδευσης) εργάζονται στα νοσοκομεία του ΕΣΥ.
15%-20% των μόνιμων νοσηλευτών των νοσοκομείων αναμένεται να συνταξιοδοτηθούν τα επόμενα δύο χρόνια.
2.500 επικουρικοί νοσηλευτές (με συμβάσεις) εργάζονται στα νοσοκομεία του ΕΣΥ.
0,4 νοσηλευτές ανά κλίνη στην Ελλάδα.
2,03 νοσηλευτές ανά κλίνη ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ.
1.700-1.800 αναπληρωτές σχολικοί νοσηλευτές υπηρετούν εφέτος στη γενική εκπαίδευση. Εκτιμάται ότι στην πλειονότητά τους εργάζονταν πριν στο ΕΣΥ είτε ως μόνιμοι είτε ως επικουρικοί.
230 μόνιμοι σχολικοί νοσηλευτές (ειδική αγωγή).
3.000 Ελληνες νοσηλευτές έχουν φύγει στο εξωτερικό (τελευταία δεκαετία).
50 έτη είναι ο μέσος όρος ηλικίας των νοσηλευτών στο ΕΣΥ.
35 έτη είναι ο μέσος όρος ηλικίας των νοσηλευτών στην Ε.Ε.