Υπάρχουν πολλές ερμηνείες, και όχι απαραίτητα όλες σωστές, όσον αφορά την αναλογία καθεμιάς από αυτές που προκάλεσαν έναν τόσο μεγάλο και ισχυρό θυμό σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, ικανό να κατεβάσει στον δρόμο μια ηλιόλουστη Κυριακή περισσότερους από οποιαδήποτε πολιτική συγκέντρωση.
Δεν ξέρω αν έχει και μεγάλη σημασία τι έστειλε περισσότερο στις πλατείες τον κόσμο, αλλά αξίζει μια προσέγγιση. Πρώτα απ' όλα, αποδεικνύεται ότι αυτό καθαυτό το γεγονός του τραγικού δυστυχήματος μεγάλο τμήμα των πολιτών το παραμέρισαν από το μυαλό τους όταν ήρθε η ώρα να επιλέξουν κυβέρνηση, τέσσερις μήνες μετά το συμβάν, τον Ιούνιο του 2023, αλλά δεν το έσβησαν ποτέ. Και με αφορμή το συλλαλητήριο το ξαναθυμήθηκαν και κατέβηκαν να το εκδηλώσουν διαμαρτυρόμενοι, κατά τη γνώμη μου, για όλα όσα δεν τους αρέσουν, δεν βρίσκουν σωστά από τα σχεδόν έξι χρόνια διακυβέρνησης της Ν.Δ.
Οταν κατεβαίνει, λοιπόν, στον δρόμο τόσος κόσμος είναι σαφές ότι κάτι συμβαίνει, άρα δεν υπάρχει πρωτίστως λόγος να ψάξουμε την ποσόστωση των αγανακτισμένων πολιτών, πόσοι δηλαδή πήγαν αυθόρμητα και πόσοι με τα λοστάρια του ΠΑΜΕ στα χέρια ή καθοδηγούμενοι από άλλες πολιτικές δυνάμεις που όταν κάνουν από μόνοι τους μια συγκέντρωση δεν γεμίζουν ούτε μισή πλατεία.
Μπορεί, λοιπόν, ο κόσμος να διαμαρτύρεται για την ακρίβεια, για την Υγεία, για τα λεωφορεία, για όλα αυτά που δυσκολεύουν την καθημερινότητά του ή για τα φαινόμενα διαφθοράς, αλλά το βασικό είναι ότι η κυβέρνηση «κατάφερε» να πείσει ότι στην υπόθεση των Τεμπών υπάρχει συγκάλυψη ευθυνών.
Δεν θα διαφωνήσω ότι υπάρχουν γκρίζα σημεία στην υπόθεση, μια εξαιρετικά αμφιλεγόμενη απόφαση να μπαζώσεις τον τόπο του δυστυχήματος, με αποτέλεσμα να δυσκολευτούν μετά οι ίδιες οι Αρχές να ερευνήσουν τι ακριβώς συνέβη και φυσικά αν κάπου υπήρχε ή όχι κάποιο λαθραίο εύφλεκτο υλικό που προκάλεσε αυτή τη μεγάλη έκρηξη που είδαμε όλοι.
Εξίσου, όμως, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι υπάρχουν και πολλή σεναριολογία και φαντασιοπληξία, πολιτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα που αίφνης και πάλι ξεπετάχτηκαν να ανακινήσουν το θέμα. Θα δεχτώ ότι ανάμεσα στις «ψιλές γραμμές» της θλιβερής αυτής ιστορίας θα βρεθούν και μυστήριες υποθέσεις με συμφέροντα δικηγόρων για αμοιβές, αποζημιώσεις ή ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κάποιος.
Οταν όμως η συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης πιστεύει ότι έκανες κάτι, στην προκειμένη περίπτωση συγκάλυψη ευθυνών, τότε, πρώτον, παραδέχεσαι ότι κάτι έκανες λάθος ως κυβέρνηση και κοιτάς να το διορθώσεις. Και, δεύτερον, κάνεις τα πάντα, ακόμα και καθ' υπερβολήν, για να αποδείξεις ότι δεν θέλεις να συγκαλύψεις κάτι.
Προσωπικά δεν πιστεύω ότι έγινε από την κυβέρνηση κάποια συγκάλυψη, γιατί απλούστατα δεν υπάρχει «συμφέρον», δηλαδή κάποιος επιχειρηματίας ή λαθρέμπορος ή οποιοσδήποτε που να μπαίνει πάνω από το «αυτονόητο συμφέρον» να απαλλαγεί μια κυβέρνηση και ένας πρωθυπουργός από μια βαριά κατηγορία συγκάλυψης ενός δυστυχήματος με 57 νεκρούς. Αν υπήρχαν στοιχεία ότι γινόταν λαθρεμπόριο και το προϊόν αυτού του λαθρεμπορίου, κάποιο καύσιμο δηλαδή, προκάλεσε μια έκρηξη, τότε θα ήταν πιο εύκολο για το κράτος να τον «δώσει» αυτόν τον έναν και να καθαρίσει. Σιγά μην έπαιζε το κεφάλι του ένας πρωθυπουργός, όποιος και να ήταν, για ένα λαθρεμπόριο βενζολίου ή ξυλολίου.
Ή δεν υπάρχει, λοιπόν, εύφλεκτο υλικό ή δεν το ξέρει ακόμα η Δικαιοσύνη και το ερευνά. Ας ληφθεί μάλιστα υπ' όψιν ότι για τυχόν λαθρεμπόριο στα βαγόνια δεν ευθύνεται ούτε ο ΟΣΕ, ούτε άλλη κρατική υπηρεσία, εκτός αν προέρχεται από ξένη χώρα και ευθύνεται το τελωνείο. Τη βασική ευθύνη, αντιθέτως, έχει η εταιρεία, δηλαδή η Hellenic Train.
Και η απάντηση για το γιατί έγινε το περίφημο μπάζωμα είναι, πάντα κατά τη γνώμη μου, ξεκάθαρη, η κυβέρνηση ήθελε όσο το δυνατόν γρηγορότερα να χαθεί η φρικιαστική εικόνα της καταστροφής από τις κάμερες και επέσπευσε το καθάρισμα της περιοχής του δυστυχήματος. Κακώς, όπως αποδεικνύεται, γιατί σήμερα το γεγονός αυτό κινεί τις μεγαλύτερες υποψίες για συγκάλυψη, ενώ έγινε για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους.
Είτε έτσι είτε αλλιώς, μπροστά της η κυβέρνηση έχει ένα πολύ δύσκολο έργο με την υπόθεση αυτή και ειδικά ο πρωθυπουργός που δεν δίστασε ούτε λεπτό να το πάρει πάνω του και να βγει να απαντήσει ο ίδιος για όλα. Από τις επικοινωνιακές αστοχίες της πρώτης περιόδου μέχρι την αφωνία των αρμόδιων υπουργών του, που προφανώς οφείλεται στο γεγονός ότι έχουν κάνει λίγα ή ανεπαρκή τα τελευταία δύο χρόνια για να πείσουν τον κόσμο ότι τα τρένα είναι πιο ασφαλή.