Η διακήρυξη, όπως τονίζεται άλλωστε, δεν αποτελεί διεθνή συμφωνία, ούτε παράγει νομικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις για τις δύο πλευρές. Στη διακήρυξη συμφωνήθηκε να προχωρήσουν οι διαβουλεύσεις με τους εξής πυλώνες:
• Πρώτον, τον πολιτικό διάλογο ο οποίος θα διαχωρίζεται σε δύο σκέλη, τα θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος και τις διερευνητικές ή διαβουλευτικές συνομιλίες, δηλαδή τον πυρήνα των πιο δύσκολων ελληνοτουρκικών διαφορών.
• Δεύτερον, τη θετική ατζέντα, δηλαδή τα πιο εύκολα θέματα. Σε αυτήν περιλαμβάνονται μέτρα κοινού ενδιαφέροντος στους τομείς επιχειρηματικότητας-οικονομίας, τουρισμού, μεταφορών, ενέργειας, καινοτομίας, επιστήμης και τεχνολογίας, γεωργίας, περιβαλλοντικής προστασίας, κοινωνικής ασφάλισης και υγείας, νεολαίας, εκπαίδευσης και αθλητισμού, με δυνατότητα επέκτασης σε άλλους τομείς.
Συνέχεια των διμερών επαφών σε τρεις πυλώνες – Δέσμευση για αποχή από δηλώσεις και ενέργειες που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τη σταθερότητα στην περιοχή.
• Τρίτον, τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) σε στρατιωτικό επίπεδο, με σκοπό «την εξάλειψη αδικαιολόγητων πηγών έντασης».
Οι τρεις αυτοί πυλώνες επαφών ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία συνοδεύονται από δέσμευση των δύο πλευρών για αποχή «από κάθε δήλωση, πρωτοβουλία, ή ενέργεια που θα μπορούσε να υπονομεύσει ή να απαξιώσει το γράμμα και το πνεύμα αυτής της διακήρυξης ή να θέσει σε κίνδυνο τη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή τους». Ενώ ενδιαφέρουσα είναι και η προσθήκη της παραίνεσης ώστε οι δύο πλευρές «να επιλύσουν οποιαδήποτε διαφορά προκύψει μεταξύ τους με φιλικό τρόπο, μέσω απευθείας διαβουλεύσεων μεταξύ τους ή με άλλα μέσα αμοιβαίας επιλογής, όπως προβλέπεται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».
Εισαγωγικά στη διακήρυξη τονίζεται η βούληση για συνεργασία ανάμεσα στις κυβερνήσεις, η δυνατότητα των δύο εθνών να επηρεάσουν συνολικότερα και επί το θετικότερον την ευημερία και τη δυναμική της περιοχής. Επιπλέον, σημειώνεται ότι η επιδίωξη ενίσχυσης των διμερών σχέσεων γίνεται μέσω των «υφιστάμενων θεσμικών μηχανισμών».
Ενδεικτική της βούλησης να μη μετατραπούν οι διαφορές Ελλάδας και Τουρκίας σε τροχοπέδη για την εξομάλυνση των σχέσεών τους είναι το σημείο όπου τονίζεται ότι «προκειμένου να ενισχυθούν οι σχέσεις καλής γειτονίας, αμφότερα τα μέρη, χωρίς να θίγονται οι εκατέρωθεν νομικές θέσεις τους, θα καλλιεργούν πνεύμα αλληλεγγύης απέναντι στις τρέχουσες και μελλοντικές προκλήσεις». Παράλληλα, υπογραμμίζεται ότι οι δύο πλευρές ενθαρρύνουν την ανταλλαγή επισκέψεων «σε κάθε επίπεδο» με τη σημείωση ότι έχουν αποφασίσει «να επιλύουν κάθε διαφορά μεταξύ τους με ειρηνικά μέσα και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο».